Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Οι 5 παράγοντες που συνηγορούν σε επικείμενη ισραηλινή επίθεση στο Ιράν


Οι τελεολογικές αναλύσεις συνηθίζουν να αναφέρουν ότι μια οικονομική κρίση ακολουθεί πάντα ένας καταστροφικός πόλεμος.


Αυτό φαίνεται να ισχύει και στις μέρες μας αφού πληθαίνουν τα δημοσιεύματα για επικείμενη σύρραξη μεταξύ Ιράν και Ισραήλ που εξειδικεύουν τα σενάρια πολέμου και προετοιμάζουν τη διεθνή κοινή γνώμη για την επικείμενη σύγκρουση.

Σύμφωνα με τον Gideon Rachman των Financial Timesπου που επικαλείται Ευρωπαίο αξιωματούχο, τα γεγονότα θα μπορούσαν να εξελιχθούν ως εξής:

Το Ισραήλ βομβαρδίζει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.

 Οι ΗΠΑ δεν καταδικάζουν την επιδρομή, ενώ οι Ευρωπαίοι εκφράζουν κάποιες ανησυχίες.

Όταν το Ιράν απαντήσει, οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί σπεύδουν να βοηθήσουν το Ισραήλ, ενδεχομένως με τη μορφή ναυτικής προστασίας.

Είναι πιθανό όμως τα ιρανικά αντίποινα να μη στραφούν μόνο εναντίον του Ισραήλ, αλλά και δυτικών συμφερόντων – ίσως και εναντίον κρατών του Κόλπου. 

Αυτό θα οδηγούσε σε μια ευρύτερη σύγκρουση. Αμερικανικά αεροπσκάφη θα έπλητταν τις ιρανικές χερσαίες δυνάμεις.

Τυχόν αποκλεισμός των Στενών του Ορμούζ από το Ιράν θα αντιμετωπιζόταν αποφασιστικά από το Αμερικανικό Ναυτικό, με κάποια υποστήριξη από την Ευρώπη.

Αν και τα κράτη του Κόλπου δεν θα μπορούσαν φυσικά να υποστηρίξουν έναν ισραηλινό βομβαρδισμό του Ιράν, ίσως να αναμιγνύονταν σ’ αυτόν τον δεύτερο γύρο στρατιωτικής δράσης.

Σε κάθε περίπτωση, όλοι μιλούν για τη χρήση αεροπορικής και ναυτικής ισχύος, όχι για αποστολή χερσαίων δυνάμεων.

Όλα αυτά τα σενάρια συζητούνται από τους Ευρωπαίους με μια ηρεμία που σχεδόν τρομάζει. 

Πώς εξηγείται λοιπόν αυτή η κλιμάκωση;

Ο πρώτος παράγων, είναι ότι οι ΗΠΑ και τα ευρωπαικά κράτη συμμερίζονται τις ανησυχίες του Βenjamin Netanyahu για την πρόοδο που έχει σημειώσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, παρά το γεγονός ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός αντιμετωπίζεται με δυσπιστία από αμερικανικούς και ευρωπαικους κύκλους.

Δεύτερον, η επιτυχία του πολέμου στη Λιβύη αποκατέστησε την εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα της αεροπορικής ισχύος μεταξύ των ΝΑΤΟικών συμμάχων καθώς η εξέλιξη της τεχνολογίας των δορυφορικών συστημάτων και της καθοδήγησης βλημάτων ενισχύει την ικανότητά τους να πλήττουν τους επιθυμητούς στόχους, με μικρότερο κίνδυνο απωλειών μεταξύ των αμάχων.

Τρίτον, οι εύκολοι στόχοι εναντίον των οποίων το Ιράν θα μπορούσε να επιτεθεί με τη μορφή αντιποίνων έχουν μειωθεί.

Οι Βρετανοί έκλεισαν πέρυσι την πρεσβεία τους στην Τεχεράνη μετά την εισβολή Ιρανών διαδηλωτών και τα αμερικανικά στρατεύματα έχουν αποχωρήσει από το Ιράκ.

Τέταρτον, η Σαουδική Αραβία έχει καταστήσει σαφές ότι θα επιδιώξει να καταστεί πυρηνική δύναμη σε πρίπτωση που το Ιράν αποκτήσει πυρηνικά όπλα. 

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Σαουδική Αραβία έχει έρθει ήδη σε συμφωνία με το Πακιστάν.

Πέμπτον, με τη Μέση Ανατολή να βρίσκεται σε αναταραχή, πολλοί πιστεύουν ότι είναι σημαντικό να πληγεί η ιρανική επιρροή προτού η χώρα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση της αποκτώντας πυρηνικά όπλα.

Υπάρχουν βέβαια και σοβαρά αντεπιχειρήματα.

Ο πόλεμος στο Ιράκ έδειξε τους κινδύνους να λαμβάνονται αποφάσεις για επιχειρήσεις που στηρίζονται σε εκτιμήσεις των μυστικών υπηρεσιών για τα Όπλα Μαζικής Καταστροφής.

Επίσης, οι πόλεμοι εξελίσσονται πολλές φορές διαφορετικά από τις προβλέψεις.

Το Ιράν μπορεί να μην επιτεθεί για αντίποινα στο Ιράκ, αλλά στο Αφγανιστάν, προμηθεύοντας για παράδειγμα τους Ταλιμπάν με αντιαεροπορικά βλήματα.

Τα εργοστάσια αφαλάτωσης στις χώρες του Κόλπου είναι επίσης ευάλωτα, το ίδιο και οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.

Τέλος, η κοινή στρατιωτική δράση Δύσης και Ισραήλ εναντίον μιας μουσουλμανικής χώρας είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει τους ακραίους ισλαμιστές.

Για όλους αυτούς τους λόγους, καταλήγει ο αρθρογράφος των Financial Times, η συζήτηση για έναν πόλεμο στο Ιράν χαρακτηρίζεται από μια επικίνδυνη ελαφρότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: