Σχόλιο Σ.Ο.: 20η Ιουλίου 2010 σήμερα, επέτειος της βάρβαρης τουρκικής εισβολής. 36 χρόνια κιόλας από την μαύρη εκείνη μέρα. 36 χρόνια προσφυγιάς, αγνοουμένων, εγκλωβισμένων, νεκρών, εθνοκάθαρσης του Κυπριακού Ελληνισμού. Σήμερα λοιπόν δημοσιεύουμε το πρώτο κείμενο του νέου μας αρθρογράφου, του Λυσία Ακάνθιου. Η προσέγγιση του Λυσία όσον αφορά το πραξικόπημα και την εισβολή είναι «αιρετική», και δεν συμβαδίζει με τα ιστορικά καλούπια και το αφήγημα που έχουν καθιερωθεί. Κινούμενος σταθερά σε δημοκρατικά πλαίσια και μέσα από επίκληση ιστορικών γεγονότων, προσφέρει μια αιρετικά εναλλακτική και άκρως ενδιαφέρουσα ανάγνωση των κρίσιμων εκείνων ημερών του Κυπριακού που δεν μας προσέφερε ως τώρα κανένας άλλος, ούτε της «μιας» πλευράς, ούτε της «άλλης».
Στην Συντακτική Ομάδα του ‘Εμπροσθοφύλακα’ δεν έχουμε μια αυστηρά «μονοκόμματη», δογματική και ξερή ιδεολογική και ιστορική προσέγγιση των πραγμάτων. Η Ομάδα μας προσπαθεί να προσφέρει πολλές εναλλακτικές αναλύσεις, σχολιασμό και πληροφόρηση με σκοπό την σύνθεση και την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων για το παρελθόν, το παρόν και κυρίως για το μέλλον, ιδίως όσον αφορά τις λεπτές, ιστορικές και κοινωνικές ισορροπίες στην Κύπρο, που κτίστηκαν στην βάση διχαστικών συνθημάτων, φωνασκιών, πολιτικών εμμονών και ύπουλων σκοπιμοτήτων. Προσπαθούμε να προσφέρουμε την βάση για ένα ψύχραιμο και εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ των ανθρώπων που ειλικρινά πονούν και αγωνίζονται για την Κύπρο.
Συνεπώς, η ιστορική προσέγγιση του πιο κάτω άρθρου θα ξενίσει κάπως τους τακτικούς αναγνώστες μας, αλλά η κατανόηση άλλων προσεγγίσεων -οι οποίες γίνονται στην βάση των κοινών πεποιθήσεων περί δημοκρατίας, ελευθερίας, πατριωτισμού και ηθικής- διευρύνει θετικά και βελτιώνει την αντίληψή μας για το που φτάσαμε, γιατί φτάσαμε, και ποια είναι ενδεχομένως τα λάθη όλων των πλευρών. Στο κάτω-κάτω της γραφής, αν κάποιος διαφωνεί με τα ιστορικά συμπεράσματα, ας λάβει υπόψιν τα ιστορικά στοιχεία που επικαλείται. Αξίζει, λοιπόν, να τον διαβάσουμε.
«Πραξικόπημα και εισβολή: Μήπως δεν είναι έτσι όπως σου τα ‘χουν πει;»
20 Ιουλίου 2010
Λυσίας Ακάνθιος
Όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο εμπαίζεται η νοημοσύνη μας από τους αυτοαποκαλούμενους «υπερασπιστές» της δημοκρατίας ή «δημοκρατικούς» αντιστασιακούς, ωσάν όλοι οι υπόλοιποι να μην ενστερνιζόμαστε τα ιδεώδη του ελληνόπνευστου πολιτεύματος. Αποδίδονται ευθύνες κατά το δοκούν, θυματοποιούνται αθώοι ή όχι και τόσο εμπλεκόμενοι, αλλά οι πραγματικοί πρωταίτιοι δεν αναζητούνται και μένουν στο απυρόβλητο. Το σύνθημα «ΕΟΚΑ-Β’ Γρίβας δολοφόνοι» είναι πολύ πιασάρικο κάθε χρόνο τέτοια εποχή (πανό με αυτό το σύνθημα βρίσκεται αναρτημένο στο οίκημα του συνδέσμου «δημοκρατικών αντιστασιακών» στη Λεμεσό) και αποπροσανατολίζει με σκαιότητα την κοινή γνώμη.
Ενώ το νησί μας υπέστη φοβερά δεινά από το πραξικόπημα και την επακόλουθη τουρκική εισβολή, εντούτοις κανείς δε δικάστηκε ούτε καταδικάστηκε για τα γεγονότα εκείνα. Ο Γεώργιος Γρίβας φορτώθηκε σαν αποδιοπομπαίος τράγος τις αμαρτίες των συνταγματαρχών της Χούντας και των εδώ φερεφώνων τους. Εξάλλου ήταν νεκρός και δεν μπορούσε να μιλήσει. Ήταν γνωστή η κόντρα του Γρίβα με τη Χούντα, καθώς η τελευταία τον έθεσε υπό κατ’ οίκον περιορισμό όταν επέστρεψε στην Αθήνα, μετά τα γεγονότα της Κοφίνου. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, ο Γρίβας να ενεργεί με βάση εντολές των χουντικών, με τους οποίους βρισκόταν σε ρήξη; Η ΕΟΚΑ-Β’ έκανε λάθη και ορισμένα στελέχη της υπερέβησαν τα εσκαμμένα, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθούν ως πιόνια από τους πραγματικούς υπευθύνους του πραξικοπήματος. Η εμπλοκή και οι βαρύτατες ευθύνες της αθηναϊκής Χούντας είναι αδιαμφισβήτητες. Ωστόσο, κατά την εκδήλωση του πραξικοπήματος τα περισσότερα στελέχη της ΕΟΚΑ-Β’ βρίσκονταν στη φυλακή, όσοι ήταν εκτός είχαν διχαστεί γιατί μερικοί ήθελαν να πολιτικοποιήσουν τον αγώνα τους, ο αρχηγός της ήταν από μήνες νεκρός και μετά από αλλεπάλληλες αλλαγές ηγετών (Καρούσος, Λευτέρης Παπαδόπουλος και Κροίσος Χριστοδουλίδης σαν συναρχηγοί), στις 9 Ιουλίου 1974 παραιτήθηκε ο Χριστοδουλίδης και απέμεινε μόνος στην ηγεσία ο Παπαδόπουλος. Όμως, την 11η Ιουλίου 1974 ο Λευτέρης Παπαδόπουλος συνελήφθη και μέχρι τις 15 Ιουλίου, όταν και εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, η ΕΟΚΑ-Β’ ήταν ακέφαλη! Άρα λοιπόν, μπορεί η ΕΟΚΑ-Β’ να είχε ευθύνη για την αποσταθεροποίηση της κατάστασης, αλλά η εικόνα της οργάνωσης όταν έγινε το πραξικόπημα δε δείχνει ότι μπορούσε να κάνει και πολλά. Γι’ αυτό οι μεγαλύτερες ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν αλλού.
Σε μια συνέντευξή του το 1997, ο στρατηγός Φαίδων Γκιζίκης, που εκτελούσε χρέη Προέδρου της Δημοκρατίας στη χουντική κυβέρνηση, ανέφερε ότι η τελική απόφαση για τη διενέργεια πραξικοπήματος ελήφθη 15 μέρες προηγουμένως, την 1η Ιουλίου 1974. Προηγουμένως, στις 5 Μαΐου 1974, ο αμερικανός πρόεδρος Richard Nixon συναντήθηκε με τους διευθυντές των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ (CIA, FBI, NSA, DIA) και έδωσε το πράσινο φως για το πραξικόπημα. Ο Νίκος Σαμψών προέβη στην καταγγελία ότι το πραξικόπημα αποφασίστηκε στο Παρίσι από τους Καραμανλή, Μακάριο και Ετζεβίτ, με σκοπό να πέσει η Χούντα. Η καταγγελία αυτή θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά, καθώς θέτει νέα δεδομένα. Κι αν κάποιος εύκολα μπορεί να κατηγορήσει το Σαμψών και να μη λάβει υπόψιν τους ισχυρισμούς του, τότε πρέπει να δούμε κι ένα άλλο στοιχείο: ότι ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί παραβίαση του Νόμου Προστασίας Μνήμης Τεθνεώτος, που θεσπίστηκε για να προστατεύει το Μακάριο. Εντούτοις, κανείς δεν εγκάλεσε το Σαμψών (ο ισχυρισμός έγινε το 1997) ούτως ώστε να τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου για το ποινικό αδίκημα της προσβολής της μνήμης του Μακαρίου. Μήπως είχε τα στοιχεία να το αποδείξει, γι’ αυτό και δε διώχθηκε; Δε γνωρίζουμε την απάντηση, αλλά όλοι αυτοί που καμώνονται τους δημοκράτες θα ‘πρεπε ν’ αποκρυσταλλώσουν αυτό το σοβαρό θέμα.
Επίσης, ο πρώτος πολιτικός αρχηγός που επισκέφθηκε το Σαμψών ήταν ο Δημήτρης Χριστόφιας το 1990, τότε σαν Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ. Ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ανέφερε στον έγκλειστο Σαμψών πως γνώριζε ότι ήταν αθώος, αλλά δεν μπορούσε να το αναφέρει, καθώς τόσα χρόνια έκτισε την πολιτική του κόμματός του πάνω σ’ αυτή την ιστορία. Κάπως έτσι γράφεται η Ιστορία στην Κύπρο, σύμφωνα με τα πολιτικά συμφέροντα. Ο Μακάριος γνώριζε το πραξικόπημα (και αν ευσταθούν οι ισχυρισμοί Σαμψών, τότε συναίνεσε σ’ αυτό) και δεν έκανε τίποτα για να το αποφύγει. Επεδίωξε τη μετωπική σύγκρουση με τη Χούντα. Μάλιστα, είναι ψέμα το ότι μαθητές από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου βρίσκονταν στο Προεδρικό τη μέρα του πραξικοπήματος και αυτό επιβεβαιώθηκε και από την Αιγυπτο.
Πλήθος φληναφημάτων συσσωρεύθηκε εδώ και χρόνια, με αποτέλεσμα οι πραγματικοί υπεύθυνοι να μείνουν ανέγγιχτοι. Αντ’ αυτών, στιγματίστηκαν ως πραξικοπηματίες οι 18χρονοι καταδρομείς που στάληκαν στο Προεδρικό κατά το πραξικόπημα, έχοντας οδηγίες ότι πήγαιναν σε άσκηση. Στην εποχή μας, πραξικοπηματίας χαρακτηρίζεται κάποιος που κρατά την ελληνική σημαία, εναντιώνεται στην ομοσπονδιακή λύση, ενστερνίζεται το ενωτικό ιδεώδες, που διεκδικεί την εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο και ζητά την απόδοση δικαιοσύνης. Όλα αυτά χρησιμοποιούνται για να χαρακτηρίσουν μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι στολίζονται και με άλλα επίθετα όπως, «απορριπτικοί», «φασίστες», «οπαδοί της διχοτόμησης» και άλλα παρεμφερή. Είναι αβάσταχτη η ελαφρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται το θέμα αυτό. Δεν είναι δυνατόν να ενοχοποιούνται συγκεκριμένες απόψεις επειδή τις καπηλεύτηκαν οι χουντικοί και στο όνομα αυτών προκάλεσαν την καταστροφή. Δεν είναι οι ιδέες που έκαναν το πραξικόπημα, αλλά άνθρωποι ξενοκίνητοι, που μάλλον τις χρησιμοποιούσαν ως εύηχα συνθήματα παρά τις πίστευαν. Έχουμε και τους διάφορους «ήρωες» του εφεδρικού να μεγαλαυχούν γιατί δήθεν υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία. Όταν όμως η μπότα του Τούρκου εισβολέα έσπερνε τον όλεθρο και τα λεβεντόπαιδα, Έλληνες της Κύπρου και Ελλαδίτες άφηναν τα κόκκαλά τους ως θεμέλια στον τύμβο της ελευθερίας μας, ο διοικητής του εφεδρικού αυτοτραυματιζόταν για να αποφύγει τη μάχη. Κάτι τέτοιοι δεν μπορούν να μας μιλούν για ιδανικά και αγώνες.
Εν κατακλείδι, το όλο σκηνικό δεν είναι τυχαίο. Έχει μεθοδευτεί η καλλιέργεια της ηττοπάθειας, η νοοτροπία του ωχαδερφισμού και της εξίσωσης ευθυνών. Μεγαλώνοντας οι νέες γενιές των Ελλήνων της Κύπρου δεν ακούν για απελευθέρωση από την κατοχική Τουρκία, αλλά για επανένωση, σαν να πρόκειται για δύο ξεχωριστά κομμάτια που χρειάζεται να συγκολληθούν. Κάθε μορφή πατριωτισμού στιγματίζεται ως ακραία και η κυρίαρχη τάση είναι εκείνη του αυτομαστιγώματος. «Εμείς φταίμε που κάναμε το πραξικόπημα και ήρθαν οι Τούρκοι, άρα πρέπει να δεχθούμε οδυνηρό συμβιβασμό» λένε οι κομματοπατέρες και μηρυκάζουν οι με πολτοποιημένες συνειδήσεις υπήκοοι. Να όμως που τα πράγματα δε φαίνεται να είναι ακριβώς έτσι. Κάποιοι αποκρύπτουν γεγονότα σκοπίμως για να μας δημιουργήσουν ενοχές και ν’ αποδεχθούμε την παράλογη λογική της συλλογικής ευθύνης. Είναι αδόκιμο οι δήθεν «δημοκρατικοί» να είναι υπέρμαχοι αντιδημοκρατικών και ρατσιστικών λύσεων για το Κυπριακό. Εξάλλου, ειρήνη χωρίς δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει, εκτός αν ο σκοπός τους είναι η διατήρηση της διαμάχης στο διηνεκές. Κάποιος αποδέχεται ένα αποτέλεσμα όταν το επιδοκιμάζει και όταν συμβιβάζεται με αυτό. Δε θα εισακούσουμε τα κελεύσματα των ριψασπιδών για «οδυνηρό συμβιβασμό» και μια νέα ανταλκίδειο ειρήνη γιατί ούτε επιδοκιμάζουμε όυτε συμβιβαζόμαστε με την κατοχή, τον εποικισμό, τον ξεριζωμό χιλιάδων προσφύγων, τις εν ψυχρώ δολοφονίες, τους βιασμούς και το ότι αγνοούνται τόσοι άνθρωποι. Αυτές είναι ακραίες απόψεις; Τουλάχιστον εμείς ψάχνουμε την αλήθεια και δεν εκχωρούμε την κριτική μας σκέψη στους εκάστοτε κομματικούς ταγούς. Γιατί, όταν πάψεις να καθορίζεις ο ίδιος το είναι σου, τότε καταλήγεις εξανδραποδισμένος, έρμαιο στις ορέξεις αυτών που δε στα ‘χουν πει έτσι όπως είναι.
(Σημαντικά στοιχεία λήφθηκαν από το βιβλίο του Φώτη Παπαφώτη «Πραξικόπημα-Εισβολή», Λεμεσός 2008 σσ. 510-522)
Ηλεκτρονική διεύθυνση άρθρου: http://www.efylakas.com/archives/7340
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου