Του Ανδρέα Ρομπόπουλου*
Η Τουρκία διέρχεται πλέον το δίμηνο προς το δημοψήφισμα που θα λύσει το γόρδιο δεσμό της διαμάχης για το προεδρικό σύστημα στη χώρα.
Μία διαμάχη που κρατεί από την εποχή του Τουργκούτ Οζάλ.
Αφού το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο ανακοίνωσε επίσημα την ημερομηνία του δημοψηφίσματος, ο πρωθυπουργός της χώρας, Μπιναλί Γιλντιρίμ, ανακοίνωσε την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου ότι η εκστρατεία του κόμματός του για το δημοψήφισμα θα ξεκινήσει στις 25 Φεβρουαρίου στην Άγκυρα.
Ουσιαστικά δηλαδή, αφήνει να περάσουν άλλες 11 μέρες.
Για ποιό λόγο όμως το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, αφού μάλιστα κινεί τα νήματα μέσω του Προέδρου, αποφάσισε να “σκορπίσει” 11 ακόμη πολύτιμες μέρες από τις συνολικά 60 μέχρι την ημέρα του δημοψηφίσματος;
Αναλυτές διερωτώνται αν αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη δεν έχει ετοιμαστεί η εκστρατεία, διότι ο αρχιτέκτονας όλων των εκστρατειών των επιτυχημένων εκλογικών αναμετρήσεων του κόμματος, Ερόλ Oλτσάκ, έχασε τη ζωή του μπροστά στα τανκς στις 15 Ιουλίου, κατά το αποτυχημένο πραξικόπημα στη γέφυρα του Βοσπόρου.
Μια άλλη πιθανή εξήγηση είναι ότι τα μέχρι στιγμής μηνύματα των δημοσκοπήσεων, που δεν έχουν ανακοινωθεί, δεν ικανοποιούν πλήρως τους Ερντογάν και Γιλντιρίμ ή ότι την ώρα που αυξάνονται αυτοί που σηκώνουν “μπαϊράκι” στο σύμμαχό τους στην αναθεώρηση ηγέτη των εθνικιστών Μπαχτσελί μέσα στο κόμμα του, θέλουν να αποφύγουν “το σύνδρομο της κόπωσης” στο ΑΚΡ.
Όλα ακούγονται λογικά, αλλά μια βολιδοσκόπηση στα παρασκήνια της Άγκυρας φανερώνει και μια άλλη εικόνα. Υπάρχουν άλλοι δύο καθοριστικοί παράγοντες που εξηγούν αυτήν την καθυστέρηση.
Ο πρώτος είναι σε τακτικό επίπεδο. Φαίνεται ότι το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης είχε υπολογίσει πως το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ως συνήθως θα προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο εσπευσμένα θα αποφάσιζε σε περίπου δέκα ημέρες.
Μια αρνητική για το Ρεπουμπλικανικό κόμμα απόφαση του δικαστηρίου θα εγκλώβιζε την αξιωματική αντιπολίτευση που θα βρισκόταν σε δυσμενή θέση. Θα πήγαινε στις κάλπες ηττημένη στη δικαστική μάχη, αφού φυσικά θα είχε δείξει ότι φοβάται την κρίση του λαού.
Ήδη ο πρωθυπουργός μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος του, είχε κατηγορήσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ότι φοβάται την λαϊκή βούληση και κρύβεται πάντα πίσω από τα δικαστήρια.
Όμως, λίγες μόλις ώρες μετά την ομιλία Γιλντιρίμ, ο ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Κιλιτσντάρογλου, απάντησε από το αντίστοιχο βήμα, ανακοινώνοντας την επιλογή να προσφύγει στην κρίση του λαού και όχι στα δικαστήρια, με τη βεβαιότητα ότι ο λαός θα απορρίψει το νέο Σύνταγμα που θα οδηγήσει σε «αυταρχικό καθεστώς».
Έτσι, όπως τώρα φαίνεται, στην πρώτη στροφή προς το δημοψήφισμα η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αποφύγει ένα σκόπελο, στερώντας ένα επιπλέον επιχείρημα εκστρατείας από το κυβερνών κόμμα.
Το δεύτερο στοιχείο ίσως είναι πιο στρατηγικό.
Οι Ερντογάν και Γιλντιρίμ μέχρι στιγμής δεν έχουν ακούσει αυτά που θα ήθελαν από τις ΗΠΑ.
Ούτε για τον εμφύλιο στην Συρία, ούτε για το μέλλον του Άσαντ, ούτε ξεκάθαρα για τον αγώνα κατά του ISIS, ούτε για τη στάση κατά των PYD/PKK, αλλά ούτε και για την οργάνωση του Γκιουλέν.
Μετά την πρώτη τηλεφωνική επικοινωνία στις 8 Φεβρουαρίου, αλλά και τις επαφές με το αρχηγό της CIA, αυτό που προκύπτει είναι ότι επί του παρόντος, μόνη προτεραιότητα του Τράμπ είναι οι τζιχαντιστές του ISIS με όποιον σύμμαχο βοηθήσει, συμπεριλαμβανομένων των PYD και Άσαντ.
Πρώτη κίνηση της κυβέρνησης στο φως των εξελίξεων ήταν να στείλει στην Ουάσιγκτον για υψηλού επιπέδου διπλωματικές τεχνικές διαβουλεύσεις τον γ.γ. του υπουργείου Εξωτερικών Ümit Yalçın.
Η κατάσταση όμως στην αμερικανική πρωτεύουσα είναι πιο πολύπλοκη από την περασμένη εβδομάδα.
Ο Τράμπ έχει νέους «πονοκεφάλους» μετά την παραίτηση του συμβούλου ασφαλείας Michael Flynn και την κατάσταση με την Ρωσία.
Στο μεταξύ χάνεται πολύτιμος χρόνος και η Ρωσία ενισχύει την θέση της και στο θέμα της Συρίας άλλα και στο Κουρδικό.
Έτσι αποδυναμώνονται τα ερείσματα της Τουρκίας που στήριξε την προώθησή της μέχρι και το El-Bab στο εσωτερικό της Συρίας στην συνεργασία με την Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Κατά συνέπεια, ίσως η Άγκυρα να χρειάζεται λίγο ακόμη χρόνο για να αποφασίσει την στρατηγική της στα επόμενα βήματα σε εσωτερικό και εξωτερικό.
Τα δύο αυτά στοιχεία μάλλον υπερτερούν από τα άλλα στην απόφαση αναβολής της εκστρατείας μέχρι την 25η του Φλεβάρη.
Στο μεταξύ ξεκαθαρίζει και η στάση του Κουρδικού κόμματος.
Μέχρι πρότινος, στο πολιτικό παρασκήνιο, η επικρατούσα άποψη ήταν ότι σε περίπτωση που οι συλλήψεις των στελεχών του θα οδηγούσαν στην αντίδραση της αποχής του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών από το δημοψήφισμα, θα μειωνόταν δραματικά τα “ΟΧΙ”.
Η παράλληλες σχεδόν δηλώσεις των Sırrı Süreyya Önder ve Filiz Kerestecioğlu από το HDP ξεκαθάρισαν ότι το κουρδικό κόμμα δεν θα επιλέξει την αποχή.
Όπως και να έχει, ήδη διαφαίνεται ότι οι προσεχείς 58 μέρες δεν θα είναι καθόλου εύκολες στην Τουρκία.
Στις 16 Απριλίου αναμένονται στις κάλπες 55 εκατομμύρια ψηφοφόροι εντός και αλλά 3 εκατομμύρια που θα ψηφίσουν σε κάλπες στο εξωτερικό.
Όσοι ψηφίσουν “ΝΑΙ” θα επικυρώσουν την κατάργηση της θέσης του πρωθυπουργού και την διοίκηση από έναν Πρόεδρο της Δημοκρατίας που θα είναι και αρχηγός του κυβερνώντος κόμματος.
Το κυβερνών ΑΚΡ και το ΜΗΡ των εθνικιστών αρνείται ότι αυτή η αλλαγή θα οδηγήσει σε ένα αντιδημοκρατικό καθεστώς, εξουσίας του ενός, όπως υποστηρίζει το Ρεπουμπλικανικό, αλλά αντιθέτως ότι θα ενισχύσει την δημοκρατία και θα επιταχύνει το κυβερνητικό έργο.
Μάλιστα ο ηγέτης των εθνικιστών Μπαχτσελί, αυτό το πιστεύει τόσο πολύ που ρισκάρει τα ρήγματα που προκαλούνται στο κόμμα του από αυτή την συνεργασία με το ΑΚΡ.
Πρακτικά, αφού το κουρδικό κόμμα, του οποίου πολλά στελέχη είναι φυλακισμένα με την κατηγορία της συνεργασίας με το παράνομο ΠΚΚ, συμπεριλαμβανομένων και των συμπροέδρών του Ντεμιρτάς και Γιουκσέκνταγ, δεν έχει την δύναμη να ακουστεί.
Η ενδοκοινοβουλευτική φωνή της αντιπολίτευσης είναι μόνο ο Κιλιτσντάρογλου και τα στελέχη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Ο Πρωθυπουργός Γιλντιρίμ πολλάκις είπε ότι βλέπει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα που θα κάνει εκστρατεία για το “ΟΧΙ”, «στην ίδια πλευρά με τις τρομοκρατικές οργανώσεις» όπως το ΡΚΚ, το DHKP-C και την οργάνωση Γκιουλέν.
Κάτι αντίστοιχο είπε και ο πρόεδρος Ερντογάν αναχωρώντας για το Μπαχρείν, στις 12 Φεβρουαρίου: «Η στάση αυτών που λένε ΟΧΙ ουσιαστικά από μια πλευρά σημαίνει ότι στέκονται δίπλα (στο πραξικόπημα) της 15ης Ιουλίου».
Δηλώσεις που προκάλεσαν την αντίδραση των Ρεπουμπλικανών βουλευτών Levent Gök ve Selin Sayek Böke που είπαν ότι δεν δύναται να χαρακτηρίζονται τρομοκράτες, εκατομμύρια πολίτες γιατί ψηφίζουν αυτό που πιστεύουν.
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΠΟΛΩΣΗ
Η πόλωση κορυφώνεται και πάλι επικίνδυνα.
Το κυβερνών κόμμα απαίτησε την παραίτηση του αντιπροέδρου του κόμματος Ozan Erdem γιατί σε ομιλία του είπε: «να είστε έτοιμοι για εμφύλιο αν δεν καταφέρουμε να περάσουμε το 50% στο δημοψήφισμα».
Υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης, οι εκκαθαρίσεις συνεχίζονται αδιακρίτως, μεταξύ άλλων και εκατοντάδων ακαδημαϊκών και καλλιτεχνών, ενώ καθημερινά βλέπουν το φως της δημοσιότητας καταθέσεις μαρτύρων, μυστικών και μη, που διοχετεύονται στον Τύπο και αποκαλύπτουν πτυχές του αποτυχημένου πραξικοπήματος και της πολυετούς προετοιμασίας του, κατά του Ερντογάν και της Δημοκρατίας.
Με τις συγκρούσεις στην Συρία σε εξέλιξη και τον Πρόεδρο Ερντογάν χθες να δηλώνει ότι επόμενος στόχος μετά το El-Bab είναι το Munbıc, την εθνικιστική ρητορική να κερδίζει έδαφος με προεκτάσεις και στο κλίμα των ελληνοτουρκικών και τις συχνές πυκνές απειλές για τρομοκρατικές επιθέσεις, η πορεία προς το δημοψήφισμα συνεχίζεται σε εκρηκτικό κλίμα που προκαλεί τριγμούς στην οικονομία με συνέπειες στην ισοτιμία της λίρας.
Επί του παρόντος, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα, “ΝΑΙ” ή “ΟΧΙ”, άμεσα, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι μέχρι τις πρώτες προεδρικές εκλογές του 2019.
Ο Ταγίπ Ερντογάν θα συνεχίσει να είναι Πρόεδρος Δημοκρατίας, με την ισχύουσα νομοθεσία και χωρίς διευρυμένες εξουσίες.
Με μια κυβέρνηση, που σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες ακόμη πληροφορίες από τα παρασκήνια της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, θα διαμορφωθεί μετά από ένα περιορισμένο ανασχηματισμό.
Εν ολίγοις ένα “ΝΑΙ” στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, ανήμερα του Πάσχα, θα σημάνει ανάσταση νέων διευρυμένων εξουσιών, του επόμενου όμως Προέδρου της Τουρκίας. Αυτού που θα εκλεγεί το 2019. Κανείς όμως δεν μπορεί να εγγυηθεί το ποιος θα είναι αυτός.
*Ανάλυση για το ΑΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου