Δραστικά μέτρα του Ουζμπεκιστάν εναντίον Γκιουλέν και τουρκικής διείσδυσης
O πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν Islam Κarimov απαγόρευσε την προβολή τηλεοπτικών σειρών τουρκικής παραγωγής από όλα τα κρατικά και ιδιωτικά τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας.
Σε αντίθεση με την χαρακτηριστική αδράνεια των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων ετών στην αντιμετώπιση της τουρκικής διεισδύσεως στην Ελλάδα με την εφαρμογή της γνωστής στρατηγικής της «ηπίας ισχύος» (βλ. Κυριακάτικη Δημοκρατία 29.1.2012 και 25.3.2012 και βιβλίο “Η Μυστική Δράση των Τούρκων στην Ελλάδα και η Σύγχρονη ΜΙΤ”), η «συγγενική» με την Τουρκία κεντρασιατική δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν, συνεχίζει να λαμβάνει δραστικά μέτρα εναντίον των προσπαθειών των Τούρκων να διεισδύσουν στην χώρα, μέσω επενδύσεων, εμπορικών σχέσεων, δημιουργίας σχολείων του Γκιουλέν, υποτροφιών σε Ουζμπέκους φοιτητές κ.λπ.
Όπως έχει επισημάνει στα προαναφερθέντα δημοσιεύματα η Κυριακάτικη Δημοκρατία, οι κύριοι φορείς της τουρκικής διεισδύσεως σε όλες σχεδόν τις χώρες των Βαλκανίων, του Καυκάσου και της Αφρικής, είναι το κίνημα Γκιουλέν, με παράλληλη διείσδυση των επιχειρηματιών-οπαδών του, οι οποίοι είναι οργανωμένοι στην επιχειρηματική ένωση «TUSKON», γνωστή για την υποστήριξή της προς το ισλαμικό κόμμα του Ερντογάν και την κυβέρνησή του, που με την σειρά της έχει πάντα την υποστήριξη της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ.
Το πρώτο κύμα αντιδράσεως της κυβερνήσεως του Ουζμπεκιστάν για την αντιμετώπιση της τουρκικής διεισδύσεως στην χώρα, σημειώθηκε στις αρχές του 2010.
Η αντίδραση αυτή εκδηλώθηκε με δραστικά μέτρα εναντίον των τουρκικών επιχειρήσεων, προβαίνοντας σε μία σειρά επιδρομών σε αρκετές από αυτές, οι οποίες κατηγορήθηκαν ότι ενεργούσαν ως προκάλυμμα για το κίνημα του Φ. Γκιουλέν.
Η δραστηριότητα αυτή είχε επισημανθεί από καιρό, αλλά το ορόσημο για την δραστική αυτή αντιμετώπιση των Τούρκων ήταν η προβολή, τον Μάρτιο του 2011, ντοκιμαντέρ στην κρατική τηλεόραση, σχετικά με την υπόγεια δράση των οπαδών του Γκιουλέν.
Σε ένα από αυτά ανεφέρετο ότι τα τελευταία δύο χρόνια, πάνω από 54 Τούρκοι υπήκοοι οδηγήθηκαν στην δικαιοσύνη για παράνομες δραστηριότητες, ότι απαγορεύτηκε η λειτουργία 50 τουρκικών επιχειρήσεων για παραβίαση των νόμων του κράτους, ενώ με μία μόνο απόφαση δικαστηρίου της Τασκένδης κατασχέθηκαν μετρητά και εμπορεύματα τουρκικών εταιρειών άνω των 500 εκατ. δολαρίων.
Μεταξύ αυτών, δύο από τα μεγαλύτερα πολυκαταστήματα της χώρας, «Turkuaz» και «Demir», αμφότερα τουρκικών συμφερόντων.
Σε άλλες εκπομπές αργότερα, η κρατική τηλεόραση του Ουζμπεκιστάν είχε αναφέρει ότι οι τουρκικές εταιρείες είχαν δημιουργήσει μία σκιώδη οικονομία, χρησιμοποιώντας διπλά βιβλία, και ότι είχαν εμπλακεί στην διάδοση τουρκικών εθνικιστικών και εξτρεμιστικών ιδεολογιών.
Οι εκπομπές αυτές προφανώς βασίστηκαν σε στοιχεία από εφόδους που πραγματοποίησαν ομάδες των δυνάμεων ειδικών επιχειρήσεων των αρχών ασφαλείας στο τέλος του 2010, στο προαναφερθέν πολυκατάστημα “Turkuaz”, που είναι το παλαιότερο και μεγαλύτερο της χώρας.
Ταυτόχρονα, ένα από τα μεγαλύτερα και πλέον σύγχρονα σχολεία της χώρας, που παρείχε εκπαίδευση στην αγγλική γλώσσα και λειτουργούσε με την χρηματοδότηση του κινήματος Γκιουλέν, έκλεισε με εντολή των αρχών «για λόγους ασφαλείας».
Στα ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεοράσεως κατηγορήθηκαν Τούρκοι επιχειρηματίες για διανομή προπαγανδιστικού υλικού του κινήματος Γκιουλέν και για την ίδρυση οίκων προσευχής (σ.σ.: κάτι που ξεκίνησε υπό κάλυμμα στην Θράκη και στήνεται ήδη και στην Αθήνα), οι οποίοι είναι παράνομοι στην χώρα.
Σε μία άλλη εκπομπή, στο δεύτερο κρατικό κανάλι Υoslar (Νεολαία) ανεφέρθη ότι άνω των 12 τουρκικών εκπαιδευτικών εταιρειών που λειτουργούσαν στην χώρα, εργάζονταν για την δημιουργία μυστικών πυρήνων του κινήματος Γκιουλέν (σ.σ. : ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην Ελλάδα).
Στην ίδια εκπομπή, ανεφέρθη επίσης ότι ο Τούρκος επιχειρηματίας Μεχμέτ Ζεκί χρηματοδοτούσε την δράση της εν λόγω θρησκευτικής οργανώσεως στο Ουζμπεκιστάν, ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση 16 ετών.
Παράλληλα, ο όμιλος δικαιωμάτων «Ezgulik» ανέφερε ότι τα τελευταία χρόνια άνω των 50 Ουζμπέκοι είχαν συλληφθεί και είχαν μπει στην φυλακή, με την κατηγορία ότι ανήκαν στο κίνημα Γκιουλέν και ότι διένειμαν υλικό το οποίο αποτελούσε απειλή για την δημόσια τάξη και ασφάλεια.
Όπως ανέφερε η παραπάνω πηγή, οι περισσότεροι των καταδικασθέντων είχαν αποφοιτήσει από τουρκικά σχολεία τα οποία χρηματοδοτούσαν ιδιωτικές τουρκικές οργανώσεις και επιχειρήσεις, προσκείμενες στο κίνημα Γκιουλέν. Πέραν των δραστικών αυτών μέτρων, το Ουζμπεκιστάν έκλεισε όλα τα τουρκικά σχολεία στην χώρα και διέταξε την επιστροφή των Ουζμπέκων φοιτητών που σπούδαζαν σε τουρκικά πανεπιστήμια.
Θα περίμενε κανείς ότι μετά από όλα αυτά, οι Τούρκοι θα συμμορφώνονταν.
Τούτο όμως δεν συνέβη, διότι με το σύνηθες πείσμα και εμμονή στον στόχο τους συνέχισαν.
Το αποτέλεσμα ήταν στο τέλος του περασμένου Φεβρουαρίου, να ακολουθήσει μία νέα σειρά μέτρων, με πρώτο μεταξύ αυτών την απαγόρευση προβολής από την κρατική τηλεόραση των γνωστών δακρύβρεκτων τουρκικών τηλεοπτικών σειρών, τα οποία έχουν κατακλύσει και τις δικές μας τηλεοράσεις, στα πλαίσια του οργανωμένου σχεδίου πολιτιστικής διεισδύσεως σε χώρες του άμεσου ενδιαφέροντός τους.
Σύμφωνα με πρόσφατο (3 Απριλίου) δημοσίευμα του γνωστού EurasiaNet, η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν έχει εντείνει τον τελευταίο καιρό τις προσπάθειές της να περιορίσει την τουρκική οικονομική και πολιτιστική επιρροή στην χώρα (σ.σ.: αυτό ακριβώς που επιδιώκει να επισημάνει η «κυριακάτικη δημοκρατία με επανειλημμένα δημοσιεύματα από τον περασμένο Ιανουάριο).
Κατά το EurasiaNet, οι λόγοι πίσω από την έντονη αντίδραση της κυβερνήσεως του Ουζμπεκιστάν είναι η αυξανόμενη δυσπιστία της προς τον ισλαμιστικό προσανατολισμό της κυβερνήσεως του ΑΚΡ και η ανησυχία της ουζμπεκικής ηγεσίας ότι το ΑΚΡ δεν επιχειρεί απλώς την προώθηση του Ισλάμ στην Τουρκία, αλλά σε όλες τις δημοκρατίες της κεντρικής Ασίας.
Ανάμεσα στα μέτρα που άρχισαν να εφαρμόζονται από τον περασμένο Φεβρουάριο, ήταν η προβολή από τα δύο κανάλια της κρατικής τηλεοράσεως ενός νέου ντοκιμαντέρ με σκοπό την αποδόμηση της τουρκικής προπαγάνδας και την υπονόμευση της τουρκικής παρουσίας στην χώρα.
Το ντοκιμαντέρ, με τον ευρηματικό τίτλο «Έγκλημα και Τιμωρία», ανέφερε ότι οι συλληφθέντες Τούρκοι επιχειρηματίες εκμεταλλεύτηκαν «το ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον της χώρας μας για να διαπράξουν οικονομικά εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένων της εμπορίας προϊόντων παράνομης αντιγραφής (μαϊμού) και την χρήση ανέντιμων λογιστικών πρακτικών για την απόκρυψη των κερδών τους».
Το ντοκιμαντέρ, το οποίο περιελάμβανε και ομολογίες ορισμένων εκ των κατηγορουμένων, ανέφερε ότι αρκετοί από τους συλληφθέντες είχαν δεσμούς με το κίνημα Γκιουλέν.
Επίσημη αντίδραση από την πλευρά της Τουρκίας δεν υπήρξε.
Τον περασμένο Οκτώβριο, πάντως, η τουρκική βουλή απέφυγε να προσκαλέσει το Ουζμπεκιστάν στην προσπάθεια για την δημιουργία επιτροπών φιλίας των κοινοβουλίων των χωρών της Κ. Ασίας.
Έντονη αντίδραση, όμως, προήλθε από τον κατευθυνόμενο τουρκικό τύπο. Για παράδειγμα, στο τέλος Φεβρουαρίου η Hurriyet Daily News δημοσίευσε μία συνέντευξη του Βαχίτ Γκιουνές, εκ των ιδιοκτητών του ομίλου Turkuaz, o οποίος ίδρυσε 6 καταστήματα στο Ουζμπεκιστάν και πέρασε 9 μήνες στην φυλακή πριν του δοθεί αμνησία και απελαθεί, κατήγγειλε μεταξύ άλλων ως τελείως ανεδαφικές τις κατηγορίες των ουζμπεκικών αρχών και προσέθεσε ότι «Περίπου 60 εκατ. δολάρια κατασχέθηκαν παράνομα από τις αρχές του Ουζμπεκιστάν».
Παράλληλα, στο τέλος Φεβρουαρίου επίσης, ο πρόεδρος της προσκείμενης προς το κίνημα Γκιουλέν Συνομοσπονδίας Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων της Τουρκίας «Tuskon», δήλωσε έντονα ότι «η κακομεταχείριση των Τούρκων επιχειρηματιών πρέπει να τερματισθεί αμέσως».
Έναν μήνα πριν (Κυριακάτικη Δημοκρατία, 25 Μαρτίου) είχαμε αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία για την πολιτιστική, οικονομική και θρησκευτική διείσδυση της Τουρκίας στην Ελλάδα (σ.σ.: για περισσότερα, βλ. πρόσφατο βιβλίο του συντάκτη του παρόντος για την «Μυστική Δράση των Τούρκων στην Ελλάδα και την σύγχρονη ΜΙΤ», κλείνοντας με το ερώτημα «Εάν στο ΥΠΕΞ και γενικότερα στην κυβέρνηση υπάρχει κανείς που να διαβάζει τις αλλεπάλληλες εκθέσεις και αναφορές των ελληνικών υπηρεσιών πληροφοριών και ασφαλείας».
Κρίνοντας από τις πληροφορίες μας, το ερώτημα αυτό εξακολουθεί να ισχύει.
Μάνος Ηλιάδης, Kυριακάτικη Δημοκρατία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου