Κυριακή 15 Απριλίου 2012

Παμπάλαια έθιμα του ρωσικού Πάσχα


Ντμίτρι Κίκοτ, Russia Beyond the Headlines
Ως το πιο γνωστό έργο αφιερωμένο στο Πάσχα της προεπαναστατικής εποχής, θεωρείται το βιβλίο του Ιβάν Σμελιόφ «Το θέρος του Κυρίου», το οποίο έγραψε κατά το διάστημα 1927-1948, όταν ζούσε στο εξωτερικό.

Το έργο είχε γραφτεί με τη μορφή ημερολογίου ενός μικρού παιδιού και περιλάμβανε αναμνήσεις από την παιδική ηλικία, τις εκκλησιαστικές εορτές που η ευκατάστατη οικογένεια εμπόρων στην οποία ανήκε, γιόρταζε με κάθε επισημότητα, καθώς και τον τρόπο ζωής, ο οποίος φαινόταν πως θα κρατούσε αιώνια.

Παμπάλαια έθιμα του ρωσικού Πάσχα
 
Η οικογένεια ενός εμπόρου έμοιαζε σαν κάτι μεταξύ εμπορικής εταιρίας και μεγάλης οικογένειας.
Παρόλο που την υλοποίηση των εντολών του εμπόρου πατέρα επιβλέπει ο επιδέξιος προϊστάμενος που έχει ορίσει, ωστόσο ο αρχηγός της οικογένειας αλλά και ο προϊστάμενος είναι έτοιμοι κάθε στιγμή να ακούσουν τον τεχνίτη, ο οποίος πέρασε εδώ όλη του τη ζωή, ανέθρεψε τον ίδιο τον έμπορο και τώρα μαθαίνει στο μικρό γιό πως να χαράζει τις εικόνες στην «πασότσνιτσα».
Εκείνο το ειδικό ξύλινο καλούπι για την κατασκευή του πασχαλιάτικου γλυκού «τβόρογκ» (πηχτό γαλακτοκομικό προϊόν το οποίο παράγεται από τη ζύμωση του γάλακτος με αφαίρεση του υγρού στοιχείου του).

Προετοιμασίες για τη μεγάλη γιορτή

Γενικά, το στάδιο της πιο έντονης προετοιμασίας για το Πάσχα ξεκινά μια εβδομάδα πριν.
Οι αρχές της πόλης δίνουν εντολή να καθαριστούν οι δρόμοι από το χιόνι, ενώ στο σπίτι του εμπόρου φτιάχνουν ξύλινα γείσα με εορταστικές επιγραφές και φωταψίες.
Το Μεγάλο Σάββατο, οι μεγάλοι πάγκοι στο σπίτι είναι γεμάτοι από πασχαλιάτικα τσουρέκια και γλυκά κέικ, τα οποία εκείνη τη μέρα έχουν αγιαστεί και μπορεί να τα φάει κανείς στη διάρκεια της γιορτής μαζί με το νόστιμο «πάσχα» (έτσι ονομάζεται το πασχαλιάτικο τβόρογκ).

Ωστόσο δεν είναι μόνο το σπίτι που προετοιμάζεται για τη γιορτή.
Στην εκκλησία φέρνουν κλάδους από κέδρο, ώστε κατά τη διάρκεια της γιορτινής νύχτας να βασιλεύει στην εκκλησία το φρέσκο άρωμα του κωνοφόρου δέντρου.
Παράλληλα, ο πατέρας του μικρού έχει επιφορτιστεί με μια σημαντική εργασία:
Η εταιρία του είναι αυτή που θα εγκαταστήσει το φωτισμό στο Κρεμλίνο (μικρό περιτοιχισμένο μοναστήρι στο κέντρο κάθε ρωσικής πόλης), όπου θα πραγματοποιηθεί η κύρια ιερά ακολουθία της πόλης με τη συμμετοχή του Μητροπολίτη.
Η λιτανεία γύρω από την εκκλησία, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη της πανηγυρικής θείας λειτουργίας, συνοδεύεται με πυροτεχνήματα πάνω από το θόλο του ναού τη στιγμή που θα ακουστεί για πρώτη φορά το τροπάριο του Πάσχα «Χριστός ανέστη εκ νεκρών».

Ανήμερα το Πάσχα

Το επόμενο πρωί, στη γιορτή του Πάσχα, όλο αυτό το μεγάλο νοικοκυριό γίνεται πραγματικά μια μεγάλη οικογένεια.
«Ο πατέρας, κομψά ντυμένος, σφυρίζει.
Στέκεται στον προθάλαμο δίπλα στα καλάθια με τα κόκκινα αυγά, φιλά τον καθένα τρεις φορές για τα χρόνια πολλά. Έρχονται από την κουζίνα ο ένας πίσω από τον άλλο.
Συμμαζεύουν τα μαλλιά, σκουπίζουν με τη γροθιά τα μουστάκια και φιλιούνται τρεις φορές.
«Χριστός Ανέστη!», «Αληθώς Ανέστη», «Χρόνια πολλά για την Άγια Γιορτή». Παίρνουν το αυγό και κατευθύνονται στα ενδότερα.
Καταφθάνουν συνεχώς οι ξυλουργοί, ξανθοί όλοι, οι μπογιατζήδες πιο ξερακιανοί, πιο κοκκινομάλληδες οι βαρκάρηδες γερά παλικάρια, οι δυνατοί σκαφτιάδες από την πόλη Μελενκί, σουλατσαδόροι, χτίστες, κεραμιδάδες, ναύτες, θερμαστές...». 

Το πιο σημαντικό όμως για τα παιδιά είναι ποια αυγά τους έτυχαν, μια και όλα τους είναι διαφορετικά, ενώ πολλά από αυτά – κρύβουν ένα «μυστικό»:
«Να ένα κρυστάλλινο-χρυσό, μέσα από αυτό τα πάντα φαίνονται μαγικά.
Να ένα άλλο, με ένα μακρύ σκουλήκι που έχει μαύρο κεφάλι, μαύρα μάτια σα χάντρες και μια κόκκινη γυαλιστερή γλώσσα. Άλλα με στρατιωτάκια, παπάκια, σκαλιστά κόκκαλα...
Και να, το πορσελάνινο του πατέρα. Μια εξαίσια εικόνα μέσα σε αυτό... Πίσω από τα ροζ και γαλάζια λουλουδάκια του αμάραντου και πίσω από τα βρύα, πίσω από το κομματάκι γυαλί που πλαισιωμένο με χρυσό στεφάνι, διακρίνεται στο βάθος μια εικόνα: Ο κατάλευκος Χριστός με το λάβαρο αναστήθηκε εκ του Τάφου.
Η νταντά μου διηγιόταν ότι αν κοιτάξεις στο μικρό γυαλί πολλή-πολλή ώρα, θα δεις ένα ζωντανό αγγελάκι».

Στη γιορτή, εκτός από την ευλάβεια, έχουν θέση και οι λαϊκές προλήψεις: «Μαζί με τον Γκόρκιν (τον γεράκο τεχνίτη) πιάσαμε την ευτυχία».
Υπάρχει η εξής πρόληψη:
Τι θα μας πει η φωλιά του μαυροπουλιού; Κατεβάσαμε την παλιά φωλιά και τι βλέπουμε μέσα σ’ αυτή; Δώρα! Ακόμη και ο Γκόρκιν δεν το περίμενε: Μια ασημένια δεκάρα κι ένα δαχτυλίδι!
Όλοι έλεγαν ότι αυτό είναι ευτυχία από το Θεό. Και μόνο ο ξυλουργός μου είπε: «Θα γίνεις πλούσιος, και σύντομα θα παντρευτείς».

Πανάρχαια έθιμα

Η πειθαρχία όμως πρέπει να τηρείται και το Πάσχα: Μέχρι το κοινό τραπέζι απαγορεύεται να φας, ακόμη και αν η νηστεία τελείωσε.
Ο γερο-τεχνίτης επιτηρεί αυστηρά το θέμα αυτό: «Αχ, παλιόπαιδα!», φωνάζει ξαφνικά ο Γκόρκιν, χτυπώντας με το δάχτυλο μια λιμνούλα με νερό.
«Σας έπιασα... αχ, άτιμα παλιόπαιδα! Φάγατε πριν της ώρας, αχρείοι!» Κοιτάζω μια στη λιμνούλα, μια στον Γκόρκιν.



Κάθονται όλοι στο τραπέζι κάτω από το υπόστεγο, όπως είναι το «αρχαίο» έθιμο.
Συνωστίζονται όλοι προς το υπόστεγο. Ο πατέρας κάθεται στην κεφαλή.
Δίπλα ο Γκόρκιν και Βασίλ-Βασίλιτς που μεταφέρει τις εντολές. Εγώ από την άλλη πλευρά του πατέρα ως ο νεότερος σπιτονοικοκύρης.
Και όλοι κατά σειρά. Χαίρεται το μάτι.
Τα πάντα είναι λαμπρά.
Τα τσουρέκια και τα πάσχα μέσα στα τριαντάφυλλα, δεν έχουν τέλος.
Τα βαμμένα αυγά κάθε χρώματος στα τραπέζια λες και σχηματίζουν μεγάλα νήματα.
Δίπλα στον πατέρα ένα τεράστιο καλάθι με κόκκινα.
Φιλιούνται και ανταλλάσσουν ευχές για ώρα. Στη συνέχεια τρώνε.
Τρώνε για πολλή ώρα και με ευπρέπεια.
Ο πατέρας φεύγει.
Φεύγει και ο Βασίλ-Βασίλιτς, φεύγει ο Γκόρκιν.
Ενώ όλοι οι υπόλοιποι τρώνε.
Γευματίζουν.
Πλέον δεν διακρίνονται ούτε τσουρέκια, ούτε πάσχα, ούτε μακριές σειρές από αυγά: Φαγώθηκαν όλα.
Η γη δεν φαίνεται, παντού τσόφλια χρωματιστά.
Αχνίζουν και τσιτσιρίζουν τα λουκάνικα στη θράκα, μυρίζουν τα τυλιγμένα στο λίπος ψητά.
Οι σκαφτιάδες και οι ξυλοκόποι ζητούν να τους βάλουν λίγο ακόμη.
Φέρνουν μια άμαξα.
Οι σκαφτιάδες ανεβαίνουν με κόπο, ενώ οι ξυλουργοί κάθονται ακόμη.
Κάθονται και οι ξυλοκόποι.
Ζητάνε να τους βάλουν κι άλλο.
Θέλουν κρέμα από στάρι.
Αλλά δεν υπάρχει.
Και η τελευταία πιατέλα με το ζελέ, άδειασε κι αυτή.
Οι ξυλοκόποι λένε μ’ έναν αναστεναγμό – και τα γιορτινά τραπέζια φτάνουν κάποτε στο τέλος τους! 
rbth.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: