Ως γνωστόν την περασμένη δεκαετία οι 7 Πυροβολαρχίες Α/Α συστημάτων Ι-HAWK (τρεις εκ των οποίων ενισχυμένης σύνθεσης) με 42 τριπλούς εκτοξευτές, υπεβλήθησαν σε πρόγραμμα αναβάθμισης από την εταιρεία Raytheon, βάσει συμβάσεως ύψους 153 εκατ. δολαρίων.
Αδιευκρίνιστο παραμένει το αν τελικά ασκήθηκε και η προβλεπόμενη προαίρεση ύψους 46,2 εκατ. δολαρίων για την αναβάθμιση πρόσθετων συστημάτων Ι-HAWK (3 πυροβολαρχίες με 11 εκτοξευτές συνολικά και ανάλογο αριθμός λοιπών απαρτιών, κατά πληροφορίες) από εκείνα που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα στο ΠΒΚ, με σκοπό να ενισχύσουν περαιτέρω την σύνθεση των προαναφερθέντων επιχειρησιακών πυροβολαρχιών.
Σε κάθε περίπτωση το σημαντικότερο στοιχείο του προγράμματος αναβάθμισης ήταν η υιοθέτηση νέου προηγμένου FDC της νορβηγικής Kongsberg.
Σημαντικές εργασίες αναβάθμισης εφαρμόστηκαν επίσης και στο σύνολο των λοιπών ηλεκτρονικών απαρτιών του συστήματος ενώ παράλληλα ψηφιοποιήθηκαν και οι εκτοξευτές.
Ωστόσο, και σε αντίθεση με ότι έπραξε η Τουρκία την ίδια περίπου περίοδο, δεν προχώρησε δυστυχώς το αρχικώς προβλεφθέν πρόγραμμα για την προμήθεια 7 (+2 option) νέων τρισδιάστατων ραντάρ εμβέλειας ανίχνευσης 75χλμ. της κατηγορίας του AN/MPQ-64 Sentinel, τα οποία και θα αναβάθμιζαν κάθετα τις συνολικές δυνατότητες του συστήματος και θα μεγιστοποιούσαν τα οφέλη του προγράμματος εκσυγχρονισμού τους.
Ανεξάρτητα από τα προαναφερθέν κύριο πρόγραμμα
πάντως, ο Ε.Σ. εκμεταλλεύτηκε την οριστική απόσυρση του συστήματος
I-HAWK από τα οπλοστάσια άλλων χωρών χρηστών την περίοδο εκείνη, και
προμηθεύτηκε με ελάχιστο κόστος μια σειρά περιφερειακών υλικών και μέσων
για το εν λόγω σύστημα, τα οποία αντικατέστησαν παλαιότερο αντίστοιχο
εξοπλισμό ή συμπλήρωσαν κάποια υφιστάμενα κενά.
Το ζήτημα των βλημάτων
Τα κατευθυνόμενα βλήματα που απέκτησε αρχικά ο Ε.Σ.
ήταν της έκδοσης MIM-23A ενώ αργότερα προστέθηκαν και τουλάχιστον 96
ΜΙΜ-23Β με ταυτόχρονη αναβάθμιση των προηγούμενων στο ίδιο επίπεδο.
Σε
κάθε περίπτωση, ήδη από την περίοδο υλοποίησης του προγράμματος
αναβάθμισης του συστήματος εκφράστηκαν ανοικτά οι προβληματισμοί για την
επικείμενη λήξη του ορίου ζωής των βλημάτων του.
Σημειώνεται πως την
ίδια περίπου περίοδο αποκτήθηκαν για τη συμπλήρωση των αποθεμάτων άλλα
30 βλήματα, κόστους 9 εκατ. δολαρίων, τα οποία πιθανότατα άνηκαν σε
κάποια νεότερη έκδοση (ΜΙΜ-23D/E/F;).
Επιπρόσθετα, προσωρινή ανακούφιση
έδωσε και το γεγονός της εξεύρεσης από την διεθνή αγορά συνολικά 108
πολεμικών κεφαλών (και) με αντιβαλλιστικές δυνατότητες (ΑΤΒΜ).
Υπενθυμίζεται ότι τέτοιες κεφαλές (που φέρουν προσχηματισμένα θραύσματα
μεγαλύτερου μεγέθους για αυξημένη φονικότητα) χρησιμοποιούν τα βλήματα
των εκδόσεων MIM-23J/K που εισήγαγαν και την εν λόγω ικανότητες στο όλο
σύστημα.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το
ζήτημα της λήξης του ορίου ζωής είναι αρκετά πολύπλοκο και αφορά σχεδόν
κάθε είδους πυρομαχικό.
Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για πυραυλικά συστήματα το
όριο ζωής αφορά εξίσου τον πυραυλοκινητήρα των βλημάτων τους (που τις
περισσότερες φορές αντικαθίσταται προληπτικά όταν αυτά υποβάλλονται σε
επαναπιστοποίηση) και την ακεραιότητα/σταθερότητα του περιεχομένου της
πολεμικής κεφαλής και (αν πρόκειται για κατευθυνόμενα βλήματα) των
καλωδιώσεών τους.
Το αν το ελληνικό απόθεμα βλημάτων ΜΙΜ-23 μπορεί να
υποβληθεί εκ νέου σε κάποιο πρόγραμμα επαναπιστοποίησης αποτελεί ένα
ερωτηματικό.
Σε κάθε περίπτωση όμως, και παρά τις περί του αντιθέτου
φήμες, τέτοια προγράμματα εξακολουθούν να προσφέρονται στην αγορά.
Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το Αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε μόλις
προ ολίγων ημερών την ανάθεση συμβολαίου στην Aerojet Rocketdyne, ύψους
12,6 εκατομμυρίων δολαρίων για νέους κινητήρες βλημάτων MIM-23 για την
Αίγυπτο (186 τεμάχια) και την Ιορδανία (114 τεμάχια).
Εξάλλου, τον
Φεβρουάριο του 2013, η ελληνική
εταιρία Sielman, που εδρεύει στο Βόλο, παρουσίασε στη διεθνή έκθεση
αμυντικών συστημάτων «IDEX 2013» τη συμμετοχή της σε πρόγραμμα επέκτασης
της επιχειρησιακής ζωής του αντιαεροπορικού συστήματος μέσου βεληνεκούς
Ι-HAWK του Στρατού του Μπαχρέιν σε συνεργασία με την τοπική εταιρεία Al
Kowary Industries, και είχε καταθέσει ανάλογες προσφορές και σε άλλους
χρήστες του συστήματος (Σαουδική Αραβία, Ιορδανία κ.ά.).
Αξίζει τέλος να
σημειωθεί ότι την περίοδο αναβάθμισης των ελληνικών συστημάτων είχε
εξεταστεί από τον κατασκευαστή ακόμη και το ενδεχόμενο επανέναρξης της
γραμμής παραγωγής των βλημάτων ΜΙΜ-23, για την κάλυψη τόσο των ελληνικών
αναγκών, όσο και των αναγκών της Τουρκίας και της Ρουμανίας που
αποτελούσαν νέους χρήστες του συστήματος.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι
διάφορα «πακέτα» αποκατάστασης των βλημάτων είναι διαθέσιμα στην αγορά.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν εκείνοι που προτείνουν την αντικατάσταση των ΜΙΜ-23 από ένα νεότερο βλήμα όπως το AMRAAM (επιλογή που πρώτη είχε προτείνει η δανέζικη εταιρεία Terma).
Όμως, χωρίς να τίθεται καμία αμφιβολία για τις δυνατότητες αυτού καθ’
αυτού του βλήματος, μια τέτοια κίνηση θα ήταν αδύνατη από απόψης κόστους
σήμερα, καθώς η δαπάνη για την απόκτηση ενός σημαντικού αριθμού τέτοιων
βλημάτων θα είναι σημαντικότατη.
Από την άλλη, ο ισχυρισμός ότι θα
μπορούσαν να αξιοποιηθούν (προφανώς κατόπιν μετατροπής) βλήματα από τα
ήδη διαθέσιμα της Π.Α. δεν επιδέχεται σοβαρής κριτικής για τον
απλούστατο λόγω ότι τα αποθέματά της είναι περιορισμένα και προορισμένα
για τις δικές της ανάγκες.
Σε κάθε περίπτωση πάντως η υιοθέτηση του AMRAAM για το σύστημα I-HAWK στην πραγματικότητα θα το υποβάθμιζε στην κατηγορία ενός απλού SHORADS με
βεληνεκές 20-25χλμ.
Το σύστημα αυτό θα διατηρούσε όλα τα εγγενή
μειονεκτήματά του (πολύ περιορισμένη κινητικότητα, περίπλοκη και
χρονοβόρα διαδικασία ανεφοδιασμού των εκτοξευτών με βλήματα, μεγάλος
αριθμός υποσυστημάτων και προσωπικού κλπ.) τα οποία το καθιστούν
ακατάλληλο για τέτοια αποστολή.
Ανάλογα προβλήματα και περιορισμούς θα
αντιμετώπιζε και η υιοθέτηση κάποιου άλλου βλήματος όπως το ESSM.
Γενικότερα
οι λύσεις αυτές δεν έχουν να προσφέρουν ουσιαστικά καμία νέα δυνατότητα
στην ελληνική αεράμυνα.
Κατά συνέπεια, η επαναπιστοποίηση του
αντίστοιχου ελληνικού αποθέματος -αν είναι τεχνικώς είναι εφικτή- θα
ήταν ίσως η μοναδική και σίγουρα η οικονομικότερη λύση.
Επειδή όμως και
πάλι αυτή θα ήταν προσωρινή, παρακάτω θα αναφερθούμε και σε μια άλλη
πρόταση για το μεσοπρόθεσμο μέλλον (με την ελπίδα έως τότε να έχουν
εξευρεθεί τα απαραίτητα κονδύλια για περαιτέρω επεμβάσεις στο σύστημα I-HAWK).
Το μέλλον
Ήδη επισημάναμε πως τα εγγενή χαρακτηριστικά του I-HAWK το
περιορίζουν σε έναν στατικό ρόλο που προφανώς αποτελεί εμπόδιο για την
χρήση του συστήματος για α/α προστασία δυνάμεων ελιγμού του Ε.Σ.
Αυτό
απεδείχθη και σε σχετικές δοκιμές για χρήση του σε αντίστοιχες
αποστολές, οι οποίες έλαβαν χώρα στο πλαίσιο ασκήσεων προ μερικών ετών.
Το I-HAWK όμως
παραμένει χρησιμότατο και ικανότατο στην άμυνα στατικών στόχων.
Αυτός ο
τομέας της επίγειας α/α άμυνας (θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε
«στρατηγικό») -πρέπει να- είναι αρμοδιότητα της Π.Α. για ευνόητους
λόγους που έχουν να κάνουν με την επιχειρησιακή διασύνδεση και τον
καλύτερο συντονισμό του σχετικού δικτύου.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου πως
στελέχη των Μοιρών HAWK του
Ε.Σ. βρίσκονται μόνιμα στα ΚΕΠ της Π.Α. γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.
Και
σήμερα άλλωστε η Π.Α. είναι αυτή που ασκεί ουσιαστικά τον επιχειρησιακό
έλεγχο των συστημάτων.
Συνεπώς, πιστεύουμε ότι το παράδοξο αυτής της
υπαγωγής πρέπει να λήξει και τα I-HAWK να περάσουν άμεσα υπό τον πλήρη έλεγχο της Π.Α., με τον Ε.Σ. να «περιορίζεται» στα συστήματα SHORADS/V-SHORADS για την προστασία των δυνάμεών του.
Το ίδιο άλλωστε έχουν πράξει και άλλοι χρήστες του συστήματος, όπως η Τουρκία και το Ισραήλ.
Σίγουρα η εξαρχής εκπαίδευση προσωπικού της Π.Α. στη χρήση των HAWK
θα απαιτήσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι η
προσφορότερη λύση θα ήταν το επιχειρησιακό προσωπικό που θα τα
χειρίζεται, να παραμείνει αρχικά το υπάρχον του Ε.Σ. και σταδιακά μόνο
να αντικαθίσταται από αντίστοιχο της Π.Α. που θα έχει ολοκληρώσει την
σχετική εκπαίδευση.
Κάτι τέτοιο θα διασφάλιζε την απαραίτητη ομαλότητα
αλλά και την διατήρηση και μεταλαμπάδευση της υπάρχουσας πολύτιμης
εμπειρίας.
Σε πρώτη φάση προτείνεται η διατήρηση της παρούσας γεωγραφικής κατανομής των πυροβολαρχιών HAWK, αλλά με στενότερη συνεργασία τους με τις ΜΚΒ PatriotPAC-3,
από τα ραντάρ των οποίων θα μπορούσαν να λαμβάνουν δεδομένα σε μόνιμη
βάση.
Αυτομάτως έτσι οι δυνατότητες του συστήματος στην αποκάλυψη στόχων
θα πολλαπλασιαζόταν, δεδομένης και της αδυναμίας απόκτησης σήμερα νέων 3D ραντάρ γι΄ αυτά.
Τα ήδη υπάρχοντα (και εκσυγχρονισμένα) ραντάρ των HAWK θα μπορούσαν να διατηρηθούν ως συμπληρωματικά.
Επισημαίνεται ότι στα συστήματα Patriot προβλεπόταν εξαρχής η δυνατότητα συνεργασίας με τα προϋπάρχοντα HAWK στα πλαίσια ενός διαστρωματικού δικτύου αεράμυνας.
Στην δική μας περίπτωση μάλιστα, η ύπαρξη του σύγχρονου FDC της Kongsberg εγγυάται ακόμη καλύτερες προδιαγραφές.
Οι παραπάνω αλλαγές θεωρούμε πως δημιουργούν το υπόβαθρο και για την επέκταση του χρονικού ορίζοντα χρήσης των HAWK.
Αυτό όμως, όπως ήδη σημειώσαμε θα απαιτήσει και την αλλαγή βλημάτων
μεσοπρόθεσμα και με την προϋπόθεση να έχουν εξευρεθεί τα αναγκαία
κονδύλια για κάτι τέτοιο.
Κατά προτίμηση τα (όποια) νέα βλήματα θα
πρέπει να προσφέρουν αυξημένες επιδόσεις αλλά και δυνατότητες που σήμερα
απουσιάζουν σε μεγάλο βαθμό από το ελληνικό οπλοστάσιο αλλά τείνουν να
γίνουν αναγκαίες.
Αναφερόμαστε στην αντιμετώπιση των συνεχώς
πολλαπλασιαζόμενων βαλλιστικών βλημάτων Yildirim-I/II και των αεροεκτοξευόμενων βλημάτων cruiseSOM
και, κυρίως, στα μελλοντικά βαλλιστικά βλήματα μεγάλου βεληνεκούς που
δεδηλωμένα σχεδιάζει να αποκτήσει η Τουρκία.
Μια τέτοια δυνατότητα θα
προσέφερε ένα βλήμα όπως το ΜΙΜ-104F Patriot PAC-3/MSE.
Το βλήμα αυτό προσφέρει εμβέλεια αναχαίτισης 35-40χλμ. εναντίον
βαλλιστικών στόχων, ενώ το βάρος του (312 κιλά, έναντι 590 κιλών του
ΜΙΜ-23) εξασφαλίζει την δυνατότητα τοποθέτησής του μαζί με το
προστατευτικό κάνιστρο στους υπάρχοντες τριπλούς εκτοξευτές Μ-192
(ψηφιοποιημένοι και αναβαθμισμένοι πλέον στο επίπεδο DLN) χωρίς ιδιαίτερες μετατροπές.
Μια πιο προωθημένη λύση θα ήταν η υιοθέτηση του νέου ισραηλινού βλήματος δύο σταδίων Stunner
το οποίο προσφέρει ακόμη μεγαλύτερες επιχειρησιακές ικανότητες εναντίον
μιας μεγάλης γκάμας στόχων.
Το βλήμα εξοπλίζει το σύστημα David’sSling (που, μεταξύ άλλων, αναπτύχθηκε και ως αντικαταστάτης των HAWK στο ισραηλινό οπλοστάσιο)αλλά έχει ήδη επιλεγεί και για το σύστημα PAAC-4 που αναπτύσσει η Raytheon.
Αξίζει να σημειωθεί πως σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της εταιρείας τον
περασμένο Ιούλιο, το σύστημα αποτελείται από ένα ραντάρ AN/MPQ-53/65 (του συστήματος Patriot) και ένα FDC της Kongsberg.
Συνεπώς η συμβατότητα με τα ήδη υπάρχοντα μέσα στη χώρα μας είναι
εξασφαλισμένη και το μόνο που θα απέμενε θα ήταν η σχετική τροποποίηση
των εκτοξευτών DLN.
Η χρήση του βλήματος Stunner θα επέτρεπε πιθανότατα και την απαλοιφή
των ραντάρ καθοδήγησης (HPIR) που χρησιμοποιούνται σήμερα, ενώ τα
υφιστάμενα ραντάρ έρευνας θα μπορούσαν να διατηρηθούν σε
επικουρικό/εφεδρικό ρόλο (π.χ. σε προωθημένες θέσεις ή για την κάλυψη
νεκρών τομέων).
Με την υιοθέτηση μιας τέτοιας επιλογής και με ορισμένες ακόμη τροποποιήσεις (αναβάθμιση λογισμικού και ενσωμάτωση Link-16 στο υπάρχον FDC) είναι προφανές ότι οι Πυροβολαρχίες HAWK θα μπορούν να ενσωματωθούν πλήρως πλέον στις Μοίρες Patriot,
δημιουργώντας μικτές μονάδες βολής με ένα ευρύτατο φάσμα δυνατοτήτων.
Ταυτόχρονα η κατάργηση των δύο υφιστάμενων ανεξάρτητων Μοιρών HAWK
θα εξασφάλιζε μείωση του απαιτούμενου προσωπικού αλλά και των
λειτουργικών δαπανών.
Τέλος, η εγκατάσταση των διαφόρων απαρτιών σε
φορτηγά οχήματα (κατά το παράδειγμα του Ιράν) ίδιου τύπου με εκείνα που
χρησιμοποιούνται σήμερα στο σύστημα Patriot, θα προσέφερε αυξημένη κινητικότητα αλλά και ομοιοτυπία.
Συμπέρασμα
Το Ι-HAWK είναι
ένα σύστημα που, με τις προϋποθέσεις που είδαμε και πιο πάνω, θα
μπορούσε να προσφέρει πολλά ακόμη στην ελληνική αεράμυνα.
Ορισμένες
έξυπνες και στοχευμένες κινήσεις αρκούν για αποφευχθεί η
αχρήστευση/απαξίωσή του αλλά και για να αποσβεστεί πλήρως η δαπάνη που
καταβλήθηκε προ μερικών ετών για την αναβάθμισή του.
Το κυριότερο όμως
θα είναι η αξιοποίηση της υποδομής που έχει αναπτυχθεί και της πολυετούς
εμπειρίας που έχει αποκτηθεί από την χρήση του.
***εδώ,
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου