Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

EΠΕΤΕΙΑΚΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.




Ο Επίτιμος ΑΥ/ΓΕΣ αντιστράτηγος (εα) ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΚΟΥΔΑΚΗΣ είναι επί χρόνια εκλεκτός προσωπικός φίλος και ιστορικός με ευρύτητα πνεύματος και ενδιαφέροντα. Έχουμε πολλές φορές συζητήσει και συνεργαστεί. Με συνδέει πολύχρονη προσωπική και οικογενειακή φιλία. Λόγω της 29-5-1453 και της συμπλήρωσης 557 χρόνων από τότε παραθέτω το άρθρο του και θα ήθελα απλά να προσθέσω ότι απαιτείται περισυλλογή . γιατί οι καιροί είναι πονηροί….
Δρ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ.Ε.ΔΡΟΥΓΟΣ


Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ (29 ΜΑΪΟΥ 1453)
ΑΙΤΙΑ, ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ
•••
Ιωάννης Δ. Κακουδάκης
Αντιστράτηγος ε.α.
Επίτιμος Α΄Υπαρχηγός ΓΕΣ,

πρώην Διευθυντής της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού/ΓΕΣ και

Πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Στρατιωτικής Ιστορίας/ΓΕΕΘΑ.
«Κωνσταντίνος γαρ, ευτυχής βασιλεύς, Ελένης υιός, ανέστησε τε ταύτην και εις άκρον ευδαιμονίας και τύχης επήρε, και πάλιν επί Κωνσταντίνου, δυστυχούς βασιλέως, Ελένης υιού, εάλω τε και εις εσχάτην δουλείαν τε και κακοδαιμονίαν κατήχθη.»
(Κριτόβουλος ο Ίμβριος-Υμνητής του Μωάμεθ Β΄)
Και έτσι επαληθεύτηκε η προφητεία, ότι η Πόλη θα πέσει, όταν θα είναι αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, γιος Ελένης.
Το 324 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος Α΄ αποφάσισε να δημιουργή­σει μια νέα πρωτεύουσα για να σώσει την Βυζαντινή Αυτοκρατο­ρία. Κατάλληλο μέρος για να στεγάσει το νέο αυτοκράτορα θεωρήθηκε η περιοχή της Κωνσταντινούπολης, της Νέας Ρώμης, μιας πόλης με στρατηγική θέση που ένωνε την Ανατολή με τη Δύση και το Βορρά με το Νότο. Όταν έγιναν τα εγκαίνια της, την 11η Μαΐου του 330 μ.Χ., κανείς δεν φανταζόταν ότι η πόλη αυτή θα αποτελούσε το κέντρο της οικουμένης που θα γοήτευε φίλους και εχθρούς με τη δόξα και το μεγαλείο της. Η «Επτάλοφος πόλη», με τις εκκλησίες της, τον πλούτο και τη μεγαλοπρέπειά της, αποτέλεσε μια συνεχή πρόκληση για όλους τους πολιτισμένους και μη λαούς, οι οποίοι κινούνταν στα βόρεια και ανατολικά σύνορά της. Όλοι όμως γνώριζαν και τα ισχυρά, απόρθητα, θεοδοσιακά τείχη που προστάτευαν τη Βασιλεύουσα, παρέχοντάς της προστασία, ασφάλεια και δύναμη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως και τις 22 φορές που η Πόλη πολιορκήθηκε, οι πολιορκητές της καταστράφηκαν. Λογικά, λοιπόν, είχε δημιουργηθεί ο θρύλος πως η Κωνσταντινούπολη δεν πρόκειται να αλωθεί ποτέ! Ακόμα και όταν η Πόλη πολιορκούνταν από τους Φράγκους σταυροφόρους το 1204 χρειάστηκε η προδοσία από Βυζαντινούς αξιωματούχους για να πέσει! Η άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 12 Απριλίου 1204 αποτέλεσε την αφετηρία του οριστικού της τέλους.
Η Η φρικτή λεηλασία τότε της Βασιλεύουσας από τους σταυροφόρους στέρησε την πόλη από τα συσσωρευμένα αμύθητα πλούτη και τους ανεξάντλητους θησαυρούς τέχνης που είχε. Στην περίοδο της Φραγκοκρατίας όλοι αυτοί οι θησαυροί αφαιρέθηκαν από το οργανικό τους σύνολο και κόσμησαν τα μεγάλα κέντρα της Δύσης. Ακόμα και όταν η Πόλη ανακτήθηκε από τον Στρατηγό Αλέξιο Στρατηγόπουλο το 1261 με Αυτοκράτορα τον Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο, δεν μπόρεσε να αποκτήσει την παλαιά της δύναμη. Αντίθετα, τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η Κωνσταντινούπολη ήταν τεράστια. στον στρατιωτικό και εμπορικό τομέα από τα λάθη των τελευταίων Βυζαντινών αυτοκρατόρων, που είχαν αντικαταστήσει τον εθνικό βυζαντινό στρατό, το φόβητρο των εχθρών του Βυζαντίου, με μισθοφόρους που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το χρήμα. Το Βυζάντιο άργησε να αντιληφθεί τον κίνδυνο και πλέον η κατάσταση είχε ξεφύγει από τον έλεγχό του. Το 1449 ο Κωνσταντίνος διαδέχθηκε στο θρόνο τον αδερφό του και προετοίμασε την Πόλη για τη διαφαινόμενη πολιορκία. Έμελλε να είναι ο τελευταίος αμύντορας της μακροβιότερης και ισχυρότερης αυτοκρατορίας!
Το 1451 τον Σουλτάνο Μουράτ Β΄ διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του Μωάμεθ Β΄, σε ηλικία 21 ετών, ο επονομαζόμενος «Πορθητής» και αποκαλούμε­νος από τους Τούρκους Μεχμέτ «Φατίχ», δηλαδή «κοντοπόδα­ρος». Ο Μωάμεθ ήταν ένας πολύ φιλόδοξος Σουλτάνος, που θα εκπλήρωνε το χρησμό του προφήτη Μωάμεθ, ότι «όποιος κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη, αυτός θα είναι και ο μεγαλύτερος στρατηγός!». Έτσι, ο Μωάμεθ άρχισε τις προετοιμα­σίες για την πολιορκία της Βασιλεύουσας. Η δημιουργία του ισχυρού φρουρίου Ρούμελη Χισάρ στον Εύξεινο Πόντο, η συγκέντρωση μεγάλων στρατιωτικών μονάδων, και η κατασκευή του ισχυρού πυροβόλου από τον ειδικό μηχανικό Ουρβανό για να καταστρέψει τα τείχη, ήταν σοβαρές ενδείξεις ότι δεν θα αργούσε ο νεαρός Σουλτάνος να επιτεθεί.
. Ο αυτοκράτορας, εκτός από τόλμη και γενναιότητα χαρακτηριζό­ταν και από σύνεση και, άρχισε να επισκευάζει τα τείχη της Πόλης, που είχαν μείνει παραμελημένα από τους προηγούμενους αυτοκράτορες. Απηύθυνε έκκληση βοήθειας στη Δύση, που, δυστυχώς, δεν έφτασε ποτέ. Ελάχιστοι ήταν οι εθελοντές που απάντησαν στο κάλεσμά του. Αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί ο ακριβής αριθμός των δυνάμεων, τόσο των Βυζαντινών, όσο και των Τούρκων, εντούτοις θεωρούμε σήμερα πως οι δυνάμεις των Τούρκων ήταν περίπου 260.000 άνδρες ή κατ’ άλλες πηγές 400.000 ή 700.000 άνδρες και 420 πλοία, ενώ των Βυζαντινών ήταν περίπου 9.000 μαχητές, από τους οποίους οι 4.000 ήταν ξένοι μισθοφόροι, και μόλις 39 πλοία, από τα οποία 12 μόνο ήταν ελληνικά (εξ ων 3 Κρητικά)
Αναλογία δυνάμεων 1:29 υπέρ των Τούρκων.
Ξημερώματα Τρίτης, 29 Μαΐου 1453, ο Μωάμεθ εξαπέλυσεμε ιχυρότατες δυνάμεις την γενική επίθεση. Πολλοί στρατιώτες, βλέποντας τους Τούρκους πίσω τους, νόμισαν πως η Πόλη έπεσε και τότε ακούστηκε η τραγική κραυγή, που έμελλε ακόμα και σήμερα να προκαλεί ρίγος στους Έλληνες: «Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!» Ο πανικός κυριάρχησε στις ψυχές των πολιορκη­μένων. Οι μισθοφόροι μαχητές πίστεψαν πως προδόθηκαν και εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, καταφεύγοντας στα πλοία για να σωθούν. Μάταια, ο Κωνσταντίνος όρμησε με λίγους γενναίους στρατιώτες πάνω στους εχθρούς, και τελικά, σαν απλός στρατιώτης μαχόμενος, έπεσε ηρωικά. Tην επόμενη μέρα οι Τούρκοι αναγνώρισαν το ακέφαλο πτώμα του, από τα αετοφόρα πορφυρά πέδιλά του, τον αετό, που ήταν κεντημένος στις κάλτσες και τυπωμένος στις περικνημίδες του. Ο Μωάμεθ, αναγνωρίζο­ντας τη γενναιότητα τού Κωνσταντίνου, τον έθαψε με αυτοκρατορικές τιμές! Το μεγαλείο του όμως ποτέ δεν πέθανε, συνεχίζει να ζει μέσα στις ελληνικές ψυχές, σαν ο «μαρμαρωμένος βασιλιάς», όπως τον διασώζει ο θρύλος.
. Δυστυχώς όμως, η Πόλη, ύστερα από 54 ημέρες και νύκτες αγώνα, δεν άντεξε. Έπεσε στις 14.30 της Τρίτης 29 Μαΐου 1453.
Το τι επακολούθησε, περιγράφεται από τον ιστορικό Φραντζή: «Έσφαξαν όσους απετόλμησαν να αντισταθούν. Αιχμαλώτισαν και άρπαξαν όσους και όσες βρέθηκαν στο δρόμο τους. Νέες κοπέλες, αρχόντισσες και μοναχές σέρνονταν από τα μαλλιά στους δρόμους έξω από τις εκκλησίες που είχαν καταφύγει για να σωθούν. Κλάματα παιδιών, βογγητά και οδυρμοί γυναικών. Ατίμασαν τις χρυσές και Άγιες Εικόνες των εκκλησιών. Έβγαζαν τις διακοσμήσεις και έκαναν τραπέζια και κρεβάτια. Με τα χρυσοκέντητα ιερατικά άμφια και τα χρυσοΰφαντα ενδύματα σκέπαζαν τα άλογά τους ή έτρωγαν πάνω τους. Έγιναν ανάρπαστα τα πολύτιμα αντικείμενα, τα ιερά κειμήλια και καταπατήθηκαν τα άγια λείψανα… Κραυγές πόνου, μοιρολόγια, βαρβαρότητες, λεηλασίες, βιασμοί, δολοφονίες, κακουργήματα, βεβηλώσεις, εξανδραποδισμοί…». Και συμπληρώνει στην εξιστόρησή του για την Άλωση ο αυτόπτης μάρτυρας Ιατρός Νικολό Μπάρμπαρο: «…Το αίμα έτρεχε στη γη σαν βρόχινο νερό, το οποίο πλημμύριζε τα ρείθρα των δρόμων».
.
Οι συνέπειες της Άλωσης ήταν μεγάλες και οδυνηρές, τόσο για τον Ελληνισμό, όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο. Τερματίστηκε ένας περίλαμπρος πολιτισμός, που φώτιζε τον κόσμο μέσα από το σκοτάδι του Μεσαίωνα, για χίλια και πλέον χρόνια. Με την Άλωση άρχισε μια περίοδος σκληρής σκλαβιάς για τους Έλληνες που κράτησε περίπου 400 χρόνια, από την οποία λίγο έλειψε να εξοντωθεί φυλετικά και πνευματικά το Γένος μας.
Η νέα τάξη πραγμάτων ανάγκασε τους περισσότερους Έλληνες λογίους να μεταναστεύσουν στη Δύση και να μεταλαμπαδεύσουν εκεί τη σοφία τους. Ο Εμμανουήλ Χρυσολωράς, ο Μιχαήλ Χωνιάτης και ο Γεώργιος Τραπεζούντιος είναι μερικοί από τους μεγάλους Έλληνες λόγιους που ξεκίνησαν την ελληνική διδασκαλία στη Δύση. Έτσι, η αναγέννηση της αρχαιότητας, που ξεκίνησε στην Κωνσταντινούπο­λη την εποχή των Παλαιολόγων και ανακόπηκε από τις τούρκικες κατακτήσεις, συνεχίστηκε τώρα στις μεγάλες πόλεις της Δύσης, από τους εκεί εγκατεστημένους Έλληνες, οι οποίοι αποτέλεσαν τους προδρόμους της ευρωπαϊκής αναγέννησης. Οι Τούρκοι, αναγνωρίζοντας τη σπουδαία μόρφωση των Κωνσταντινου­πολιτών, και τις διοικητικές τους ικανότητες, προτιμούσαν Έλληνες σε υψηλά διοικητικά αξιώματα. Παράλληλα, παρουσιάστηκε μια εθνική συνένωση του Ελληνισμού, που οδήγησε στη δημιουργία εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Είναι φανερό, πως οι Έλληνες, αμέσως μετά την Άλωση, αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο αλλοίωσης της φυλετικής φυσιογνωμίας τους από τους Τούρκους και βρήκαν τρόπους να ενωθούν μεταξύ τους, αφήνοντας πίσω τις διαφορές του παρελθόντος. Oι Έλληνες ενωμένοι αντιμετώπισαν τις δυσκολίες της σκλαβιάς. Στην ένωση αυτή σημαντικό ρόλο έπαιξε η Ορθόδοξη Εκκλησία, που αποτέλεσε το κέντρο της εθνικής και πνευματικής ύπαρξης και συντήρησης του Ελληνισμού. Η ίδρυση της Μεγάλης του Γένους Σχολής στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Σχολάριο, ήταν σημείο αναφοράς για την πνευματική ανάταση του Γένους. Και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, το 1821 σύσσωμο το Έθνος, μπόρεσε και αποτίναξε τον τούρκικο ζυγό.
Οι συνέπειες της Άλωσης έγιναν αισθητές και στον υπόλοιπο κόσμο. Η Δύση έχασε το προπύργιο της Ανατολής, που τόσους αιώνες αναχαίτιζε με επιτυχία τις εχθρικές διαθέσεις των βάρβαρων φυλών.
. Με την πτώση της Κωνσταντινούπολης, η Ανατολική Ευρώπη απομακρύνθηκε από τη Δύση, που αναδείχθηκε σε πρωτοπόρο εμπορική αλλά και πνευματική δύναμη. Σ’ αυτό συντέλεσε σε μεγάλο βαθμό και η μετακόμιση των λογίων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στη Δύση, αμέσως μετά την Άλωση. Οι άνθρωποι αυτοί του πνεύματος, με τις γνώσεις και τη σοφία που τους διέκρινε, γαλούχησαν τη μέχρι τότε άξεστη Δύση με τις αρχές της φιλοσοφίας, τις αξίες και τα ιδανικά του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού. Αποτέλεσαν με λίγα λόγια τους προδρόμους της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης. Ήταν οι βυζαντινοί λόγιοι εκείνοι που κατάφεραν να φέρουν σε άμεση πνευματική επαφή τους δύο κόσμους, Ανατολή και Δύση, που χωρίζονταν μέχρι τότε εξαιτίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της ζήλιας των Δυτικών προς αυτήν. Χάρη στους λογίους οι Δυτικοί αντελήφθησαν τον πραγματικό βαθμό της καταστροφής που επήλθε με την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
Οι συνέπειες της Άλωσης επέδρασαν σ’ όλο τον κόσμο, όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Στέφαν Τσβάιχ: «Η ανθρωπότητα δεν θα μπορέσει να εκτιμήσει ποτέ σ’ όλη του την έκταση το κακό που μπήκε από την Κερκόπορτα εκείνη τη μοιραία ώρα, ούτε το τι έχασε ο κόσμος του πνεύματος με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, της Αλεξάνδρειας και του Βυζαντίου…».
Από τη μικρή ανάλυση των αιτίων και των συνεπειών της Άλωσης προκύπτουν και τα γενικά διδάγματα που πολύ πυκνωτικά, γενικά και χωρίς ανάλυση,θα διατυπώσω:
- Οι ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις αποτελούν την εγγύηση της ζωής ενός έθνους, της ακεραιότητας, της ασφάλειας και της αποτροπής κάθε εχθρού και κάθε επιβουλέα από οπουδήποτε και αν προέρχεται. Δεν αρκούν το ηθικό, η ανδρεία, το θάρρος και οι άλλες στρατιωτικές αρετές, χρειάζεται και η δύναμη (το έμψυχο δυναμικό, τα μέσα και η εκπαίδευση).
- Το «ΟΧΙ» του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ήταν μια ιστορική συνέχεια και συνέπεια της αντίδρασης του Έθνους μας σε δύσκολες καταστάσεις.
- Η πνευματική δύναμη ενός λαού σφραγίζει την αιωνιότητα, τον πολιτισμό και το μεγαλείο του, διαχρονικά και ανεξίτηλα. Ο Άγγλος Βυζαντινολόγος Στήβεν Ράνσιμαν το αποτύπωσε στο βιβλίο του γράφοντας: «… όχι μόνο οι Έλληνες, αλλά και όλοι οι κληρονόμοι του Χριστιανικού πολιτισμού οφείλουμε να ενθυμούμε­θα με ευγνωμοσύνη την Αυτοκρατορία, η οποία έσβησε προ μισής χιλιετηρίδας…».
- Η διχόνοια και στην περίπτωση της Άλωσης υπήρξε «δολερή».
- Οι μεγαλύτερες συμφορές στην ανθρωπότητα προέκυψαν από τις θρησκευτικές αντιθέσεις. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 από τους Σταυροφόρους, υπήρξε το μοιραίο πλήγμα.
Έτσι, η Κωνσταντινούπολη, αφού διέγραψε μια πορεία 1123 ετών και 18 ημερών (11 Μαΐου 330 - 29 Μαΐου 1453), έπεσε την αποφράδα εκείνη Τρίτη στις 29 Μαΐου 1453, και μετά από μια ηρωική αντίσταση 54 ημερών (5 Απριλίου - 29 Μαΐου), εξαιτίας της παραμέλησης του στρατού και του ναυτικού, της υπερεμπιστο­σύνης και της πεποίθησης των τελευταίων αυτοκρατόρων ότι σε περίπτωση ανάγκης η Δύση θα βοηθούσε, και τέλος, εξαιτίας της εγκατάλειψης του απλού λαού που οδήγησε τελικά στην εξαθλίωση και στην αδιαφορία για το μέλλον της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά, η διχόνοια, η κατάρα της διαίρεσης, ο εγωισμός, η φιλοπρωτία, οι αχαλίνωτες φιλοδοξίες και οι προσωπικές αρχομανίες των τελευταίων κυρίως, αυτοκρατό­ρων, οδήγησαν στη μοιραία καταστροφή της Κωνσταντινούπολης.
Η Αιώνια Πόλη, η «πασών των Πόλεων κεφαλή», το «κέντρον των τεσσάρων μερών του κόσμου», η «Κωνσταντίνου Πόλις»:
«ε ά λ ω!». Ερημώθηκε, λεηλατήθηκε, βεβηλώθηκε και ατιμάστηκε. Ο νεκρός Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολό­γος, έβγαινε μέσα από τις στάχτες της ρημαγμένης Πόλης, σαν ο «Μαρμαρωμένος Βασιλιάς», που έγινε η Σημαία, ο Θυρεός και η ευχή «και στην Πόλη», που οδήγησαν στην ανάσταση του Γένους το 1821.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Α. Αλεξίου, Γενική Ιστορία.
2. Γεωργίου Φραντζή, «Εάλω η Πόλις», Τόμος 1, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα.
3. Ιστορία Εικονογραφημένη, Ιανουάριος 1978.
4. Ιστορία Εικονογραφημένη, Τόμος Α, Ιούνιος 1996.
5. «ΙΣΤΟΡΙΚΑ» Εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», Τεύχος 32, Αθήνα, 25 Μαΐου 2000.
6. Μιχαήλ Δούκα, «Εάλω η Πόλις», Τόμος 2, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα
7. Νικολό Μπάρμπαρο «Εάλω η Πόλις», Τόμος 2, Εκδόσεις Βεργίνα, Αθήνα.
8. Στήβεν Ράνσιμαν, «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης», Εκδόσεις Μπεργάδη, Αθήνα 1979.
9. Στρατιωτική Επιθεώρηση, Μάιος 1984.
10. Στρατιωτική Επιθεώρηση, Μάιος 1987.

Δεν υπάρχουν σχόλια: