Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Σταύρος Λυγερός και Κώστας Μελάς για τις εξελίξεις στην Τουρκία

Στιγμιότυπο από τα σημερινά επεισόδια στην πλατεία Ταξίμ της Κωνσταντινούπολης.

Βαθύ ρήγμα στην τουρκική κοινωνία και πλήγμα στην έπαρση που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση Ερντογάν, η οποία, μετά τη δεκαετή αντιπαράθεση με το κεμαλικό καθεστώς, θεώρησε πως μπορεί επιτέλους να ξεδιπλώσει μια ισλαμική – αυταρχική ατζέντα. 


Αυτά βλέπουν οι συγγραφείς Σταύρος Λυγερός και Κώστας Μελάς στις κινητοποιήσεις που παρακολουθούμε να εκτυλίσσονται στην Τουρκία την τελευταία εβδομάδα και οι οποίες, σύμφωνα με τους ιδίους, επιφέρουν ήδη σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα της γείτονος χώρας.

Στο βιβλίο τους «Μετά τον Ερντογάν, τι;» οι Λυγερός και Μελάς προσφέρουν μια λεπτομερή εικόνα της Τουρκίας σε μια κομβική στιγμή της ιστορίας της, προσπαθώντας να ανιχνεύσουν τόσο τις προοπτικές της, όσο και τις επιπτώσεις που μπορεί αυτές να έχουν στις διμερείς σχέσεις της και τον διεθνή της ρόλο.

Η κοινωνική αναταραχή και ο μετεωρισμός που επιφέρει δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ανασυγκρότηση προοδευτικών πολιτικών ταυτοτήτων, οι οποίες μέχρι σήμερα παρέμειναν καταπιεσμένες.

Σταυρός Λυγερός: Η δυτικότροπη Τουρκία αμφισβητεί τον νέο-οθωμανισμό του Ερντογάν

Έπειτα από μια δεκαετία κυριαρχίας του Ερντογάν, μάλλον δεν ήταν πολλοί αυτοί που περίμεναν μια κοινωνική έκρηξη. Πώς φτάσαμε ως εδώ και για ποιο λόγο;

Φτάσαμε στην κοινωνική έκρηξη επειδή μεγάλα τμήματα καταπιέζονται, με αποτέλεσμα να αμφισβητούν ανοικτά πλέον τη δεξιά και ισλαμική ατζέντα του Ερντογάν.

Για να καταλάβουμε πώς έφτασαν ώς εδώ τα πράγματα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η στρατογραφειοκρατία, όπως διαμορφώθηκε μέσα από τέσσερα πραξικοπήματα (’60, ’71, ’80 και ’97) είναι ο παραδοσιακός εγγυητής του κεμαλισμού, ο οποίος και είναι κάτι παραπάνω από κρατική ιδεολογία στην Τουρκία.

Στο απόγειο της τουρκικής οικονομικής κρίσης το 2002, τα 4/5 του πληθυσμού είχαν εισοδήματα που δεν ξεπερνούσαν τα 500 ευρώ τον μήνα και αυτό οδήγησε σε μια σοβαρή απαξίωση του κεμαλισμού. 

Η κρίση, βεβαίως, δεν ήταν απλώς οικονομική, αλλά ήταν και κρίση αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος.

Ο Ερντογάν και οι νεο-ισλαμιστές κέρδισαν τις εκλογές, με ποσοστό 36% και απόλυτη πλειοψηφία, εκφράζοντας τη νεωτεριστική πτέρυγα του κόμματός τους.

 Εξέφρασαν το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη και εκδημοκρατισμό, ενώ ταυτόχρονα υιοθετούσαν την εκσυγχρονιστική ατζέντα. 

Αυτή η αντίφαση βρίσκεται στην καρδιά του τουρκικού προβλήματος και σήμερα. 

Το ισλαμικό κόμμα, AKP, υπερασπίστηκε από τη μια πλευρά τις ισλαμικές παραδοσιακές αξίες και από την άλλη την ένταξη στην Ε.Ε. και τον νεοφιλελευθερισμό.

Και το έκανε πολύ πετυχημένα μάλλον, αν κρίνουμε από το ότι παρέμεινε σταθερά στην εξουσία για περισσότερα από δέκα χρόνια.

Πράγματι, όμως τα χρόνια που μεσολάβησαν από το 2002 ως το 2012 δεν ήταν ανέφελα. 

Αντίθετα σημαδεύτηκαν από έναν διαρκή ανταγωνισμό με το κεμαλικό κατεστημένο, ήταν γεμάτα ίντριγκες, συνωμοσίες και απειλές πραξικοπημάτων. 

Αυτό που έσωσε τον Ερντογάν, όλα αυτά τα χρόνια ήταν η κεντροδεξιά στρατηγική αποδυνάμωσης του κεμαλισμού και οι εγγυήσεις που παρείχε στους Αμερικανούς για το Ιράκ. 

Ήταν σαν να έλεγε στους στρατηγούς ότι η βασική του ατζέντα είναι ο εκσυγχρονισμός και όχι ο ισλαμισμός, ενώ ταυτόχρονα άφησε τους Αμερικανούς να συγκροτήσουν κουρδικό κρατίδιο στο βόρειο Ιράκ. 

Σε κάθε μικρή νίκη που πετύχαινε απέναντί τους, χρησιμοποιούσε σαν δικαιολογία τις απαιτήσεις της Ε.Ε. και τον δυτικό προσανατολισμό της Τουρκίας. 

Έτσι κατόρθωσε να φέρει κοντά του τόσο τα εργατικά – παραδοσιακά στρώματα της Ανατολίας, όσο και τα αστικά μεσοστρώματα που υπέφεραν από τον αυταρχισμό του κεμαλικού καθεστώτος. 

Έγινε το όχημα του εκδημοκρατισμού αυξάνοντας τα ποσοστά του σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.

 Όμως σήμερα κατηγορείται από μεγάλα τμήματα για αυταρχισμό και αντιδημοκρατικές πρακτικές. Ποιοι βρίσκονται στους δρόμους;

Στους δρόμους είναι οι Αλεβίτες, οι οποίοι είναι παραδοσιακά προοδευτικοί, οι νέοι των πόλεων και τα αστικά στρώματα που καταπιέζονται από την ισλαμική-αυταρχική ατζέντα, την οποία άρχισε να ξεδιπλώνει το 2012, όταν θεώρησε πως νίκησε τον ακήρυχτο πόλεμο με τους κεμαλιστές.

Ο Ερντογάν του 2012 δεν έχει μεγάλη σχέση με τον Ερντογάν του 2002. Τώρα πια χτίζει το δικό του καθεστώς, καταστέλλοντας και ελέγχοντας τα ΜΜΕ με διεφθαρμένα στελέχη, ενώ ο αυταρχισμός εντείνεται μέσω των απαγορεύσεων για χάρη του ισλαμισμού.

Έφτασαν στο σημείο να κάνουν μηνύσεις σε πολίτες που απλώς έβριζαν τον Ερντογάν, ποινικοποίησαν το αλκοόλ στον δημόσιο χώρο και απαγόρευσαν τα φιλιά στον δρόμο.

Έτσι κάπως ράγισαν οι συμμαχίες που είχε πετύχει τα προηγούμενα χρόνια.

Η δυτικότροπη Τουρκία, η οποία είναι μειονοτική μεν, αλλά είναι παρούσα, φοβάται.

Οι Αλεβίτες πρωτοστατούν στις διαδηλώσεις επειδή ακούνε ότι πρόκειται σύντομα να γίνουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και μάλιστα ταπεινωμένοι.

Αυτοί, μαζί με ό,τι έχει απομείνει από την Αριστερά, βρίσκονται σήμερα στον δρόμο.

Το αποτέλεσμα αυτής της κινητοποίησης είναι ότι συρικνώνεται η εικόνα του μεγάλου ηγέτη κι αυτό είναι κάτι που θα έχει επιπτώσεις και στο κόμμα του το ίδιο.

Η εσωτερική αμφισβήτηση θα θέσει σε κίνδυνο το νεο-οθωμανικό σχέδιο της Τουρκίας και την προσπάθειά της να ηγεμονεύσει στην περιοχή.

Κώστας Μελάς: Ο ισλαμικός νεοφιλελευθερισμός έφτασε στα όριά του

Φαίνεται πως ο μετριοπαθής ισλαμισμός, τον οποίο μάλιστα η Τουρκία ήθελε να εξάγει στον αραβικό κόσμο, έχει προβλήματα. Ποιες είναι οι αντιφάσεις που οδηγούν την κοινωνική έκρηξη;

Είναι η αντίφαση που προκύπτει από τον συνδυασμό του ισλαμισμού με το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα. 

Το 2000 ο Ερντογάν και οι νεοϊσλαμιστές έκαναν μια πρωτότυπη παραδοχή: είπαν ότι ο ισλαμισμός δεν έρχεται σε αντίθεση με τον νεοφιλελευθερισμό. 

Ο ισλαμισμός ήταν ένα μεταμοντέρνο πολιτισμικό φαινόμενο, ενώ η οικονομία εντασσόταν στην παγκοσμιοποίηση.

Όπως φαίνεται σήμερα όμως, δεν μπορείς να έχεις μαζική κατανάλωση και να απαγορεύεις να φιλιούνται οι άνθρωποι στον δρόμο. 

Απλώς δεν γίνεται. 

Βέβαια εκείνη την εποχή το ιδεολόγημα Ερντογάν ήταν πετυχημένο και οδηγούσε σε μια αποτελεσματική οικονομική και πολιτική στρατηγική. 

Ιδιωτικοποιώντας δημόσια περιουσία, ο Ερντογάν έδιωχνε από το κράτος το κεμαλικό καθεστώς. 

Μέσα σε δέκα χρόνια ιδιωτικοποίησε περιουσία του δημοσίου αξίας 45 δισ. δολαρίων.

Αυτά προκάλεσαν εισροή κεφαλαίων της τάξης των 120 δισ. σε άμεσες επενδύσεις.

Αυτά, πάλι, συνοδεύτηκαν από 200 δισ. επενδύσεις χαρτοφυλακίου.

Το τραπεζικό σύστημα έγινε ο μοχλός της εισροής κεφαλαίου και της πολλαπλάσιας πιστωτικής επέκτασής του στη συνέχεια.

Μέσα σε τέσσερα χρόνια αυξήθηκε δέκα φορές ο δανεισμός των νοικοκυριών. 

Σήμερα, όμως, που η κρίση αρχίζει να πλήττει και την Τουρκία, προκύπτει ένα μεγάλο ερώτημα: έχει ενσωματωθεί στην εγχώρια οικονομία το δυναμικό που έφεραν οι μεγάλες επιχειρήσεις;

Αυτό δεν έχει απαντηθεί ακόμα.

Η τουρκική εμπειρία προηγήθηκε της ελληνικής σε αυτό το επίπεδο, αφού η χώρα λειτούργησε υπό τις οδηγίες του ΔΝΤ για πολλά χρόνια. 

Πώς αποσβέστηκαν οι κοινωνικοί κράδασμοι της βαριάς λιτότητας;

Ολόκληρη η οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας στηρίχτηκε στην πολιτική σταθερότητα που εξασφάλιζε ο Ερντογάν, την αυταρχικότητα και τη σιγουριά του – στον ίδιο προσωπικά. 

Ήταν όμως ανάπτυξη με ανεργία και χαρακτηριστικά φούσκας, όπως για παράδειγμα στην αγορά ακινήτων, και υψηλό πληθωρισμό. Τους τριγμούς του νεοφιλελεύθερου μετασχηματισμού και της απορρύθμισης τους αντιμετώπισε με ένα ευρύ ισλαμικό δίκτυο κοινωνικής πρόνοιας το οποίο λειτούργησε παράλληλα και έξω από το κράτος.

Το ισλαμικό κεφάλαιο έδινε πολλά χρήματα υπέρ του δικτύου, αφού το θεωρούσε πολιτική και ηθική υποχρέωση. 

Έτσι μπόρεσε να επιτύχει το ιδεολόγημα του Ερντογάν.

Ποιοι βρίσκονται στον δρόμο σήμερα και γιατί;

Είναι στον δρόμο όσοι πιστεύουν στη λαϊκή μορφή του κράτους και όχι απλώς οι αριστεροί ή οι κεμαλιστές.

Η εξουσία στην Τουρκία εκφράζεται αφήνοντας το αποτύπωμά της στον δημόσιο χώρο και μερικά από αυτά που έχει επιλέξει να αφήσει ο Ερντογάν είναι απολύτως ενδεικτικά του διχασμού και της έπαρσης που τον διακατέχει. 

Δεν είναι μόνο το πάρκο Γκεζί, το οποίο ήταν κεμαλικός στρατώνας και στο οποίο επέλεξε να αφήσει το στίγμα του χτίζοντας ένα τζαμί και ένα εμπορικό κέντρο. 

Είναι ακόμα οι δύο νέες γέφυρες του Βοσπόρου: ονόμασε τη μια Σουλεϊμάν για να συμβολίσει το άνοιγμα προς τη Δύση και την άλλη Σελίμ, για να σηματοδοτήσει το άνοιγμα προς την Ανατολή.

 Όμως ο Σελίμ ήταν ο σφαγέας των Αλεβιτών το 1514. 

Ο λόγος για τον οποίο ο Κεμάλ ίδρυσε ένα λαϊκό κράτος είναι γιατί κατάλαβε ότι δεν μπορεί να παίξει ρόλο η Τουρκία στον αραβικό κόσμο. Το βασικό πρόταγμα στις μέρες μας είναι η ισότητα και εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο από χώρα σε χώρα. 

Στην Τυνησία ήταν το αίτημα της πείνας, στη Σουηδία πρόσφατα ήταν το να μην υπάρχουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας και στην Τουρκία είναι το αίτημα για δημοκρατία. 

Δεν σημαίνει ότι κινδυνεύει η κυβέρνηση, όμως δημιουργείται χώρος για την ανασυγκρότηση διαφορετικών πολιτικών ταυτοτήτων.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: