Συμφωνήσαμε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ότι χρειάζεται να ξοδεύουμε περισσότερα χρήματα για την εθνική άμυνα απ’ ό,τι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες (δυστυχώς δεν φροντίσαμε και για τον έλεγχο των δαπανών, με αποτέλεσμα τον παράνομο πλουτισμό διαφόρων).
Σταδιακά οι αμυντικές δαπάνες μειώθηκαν (ενώ το ΑΕΠ μεγάλωνε) και από 6,5% τη δεκαετία του 1990, φθάσαμε στο 4% στις αρχές της δεκαετίας του 2000, και τώρα, λόγω κρίσης, βρισκόμαστε στο 2%.
Εφόσον η αίσθηση απειλής έχει ίσως μεταβληθεί ποιοτικά αλλά όχι ποσοτικά και η ανάγκη για ισχυρές Ενοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.) παραμένει, κάτι πρέπει να αλλάξει στην κεντρική εξίσωση ασφαλείας (αποτρεπτική ισχύς = έμψυχο δυναμικό+οικονομικοί πόροι+οπλικά συστήματα+επιχειρησιακό δόγμα+συμμαχίες) για να μπορεί η χώρα να διατηρήσει την αποτρεπτική της ικανότητα.
Η ανάγκη για μια πιο συμμαζεμένη και ταυτόχρονα πιο αποτελεσματική δομή δυνάμεων προηγείται χρονικά της κρίσης.
Οι σχετικές μελέτες όμως έμειναν για χρόνια στα συρτάρια λόγω συντεχνιακών ή τοπικιστικών αντιδράσεων.
Η εγκριθείσα από το ΚΥΣΕΑ νέα δομή δυνάμεων αποτελεί ένα πρώτο βήμα σε μια διαδικασία μείωσης της σπατάλης πόρων, διαδικασία που θα πρέπει να συνεχιστεί αν θέλουμε να έχουμε ισχυρές Ε.Δ. με ανεκτό οικονομικό κόστος.
Η νέα δομή αποτελεί μια προσπάθεια εξορθολογισμού και κωδικοποιεί ορισμένες αυτονόητες παραδοχές, π.χ. ότι σε περίπτωση που κάποιος δεν το έχει προσέξει, ο Εμφύλιος τελείωσε και άρα δεν χρειαζόμαστε στρατόπεδα στην Πελοπόννησο (πλην ενός συγκεκριμένου νομού που εξαιρείται!).
Επίσης, ότι δεν υφίσταται στρατιωτικής φύσης απειλή από την Αλβανία, την ΠΓΔΜ και τη Βουλγαρία και άρα οι σχετικές μονάδες πρέπει να μετακινηθούν προς τη Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου. Αλλά και ότι, εκτός αν κανείς έχει καταφέρει να κατασκευάσει το «αεικίνητο», οφείλουμε να επιδιώξουμε οικονομίες κλίμακας μέσω της συγχώνευσης ομοειδών μονάδων και υπηρεσιών ή της κατάργησης όσων δεν προσφέρουν πλέον χρήσιμο έργο.
Ασφαλώς η προτεινόμενη νέα δομή δεν διεκδικεί το αλάθητο.
Αλλωστε συχνά η θεωρία απέχει από την πράξη και μόνο η υλοποίηση θα δείξει τις τυχόν αδυναμίες του νέου συστήματος. Εδώ η καλόπιστη και τεκμηριωμένη κριτική μπορεί να είναι εξαιρετικά χρήσιμη.
Για παράδειγμα, με τη νέα δομή επιδιώκεται η ενίσχυση της ικανότητας ταχείας αντίδρασης με τη δημιουργία Διακλαδικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων, θεωρώντας ότι η σημαντικότερη προτεραιότητα είναι η αντιμετώπιση επεισοδίου στο Αιγαίο.
Ορθά, κατά την άποψή μου, αλλά κάποιοι θα ισχυριστούν ότι θα πρέπει να βρεθεί η χρυσή τομή όσον αφορά και την ικανότητα κινητοποίησης εφεδρειών.
Ο γράφων είναι ενθουσιώδης οπαδός της ρήσης του Κλεμανσό ότι ο πόλεμος είναι εξαιρετικά σημαντική υπόθεση για να αφεθεί αποκλειστικά στους στρατηγούς.
Από την άλλη, ως λαός είμαστε επιρρεπείς σε συμπεριφορές τύπου «Δεξιότερα Κουροπάτκιν».
Αρα, το στρατηγικό πλαίσιο πρέπει να διαμορφώνεται από την πολιτική ηγεσία και οι τεχνοκράτες δικαιούνται να έχουν άποψη, αλλά η οργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων και λοιπά αμιγώς επιχειρησιακά ζητήματα πρέπει να ανατεθούν στα [άριστα] στελέχη των Ε.Δ.
Σε αυτή τη λογική, θα αποτολμήσω τρεις προτάσεις:
1. Ο εξορθολογισμός επιβάλλεται να συνεχιστεί με διορθωτικές κινήσεις όπου κριθεί απαραίτητο, π.χ. περαιτέρω μείωση του αριθμού ανωτάτων αξιωματικών (12 αντιστράτηγοι στον Στρατό Ξηράς!), μετακίνηση στελεχών από τα Επιτελεία και τις υπηρεσίες του Λεκανοπεδίου προς μάχιμες μονάδες, αλλά ταυτόχρονα και αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος και, ενδεχομένως, μείωση της συχνότητας μεταθέσεων στον Στρατό Ξηράς.
2. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα της χώρας μας είναι το έμψυχο δυναμικό.
Η βέλτιστη αξιοποίηση αυτού του κρίσιμου πολλαπλασιαστή ισχύος απαιτεί τομές στον τομέα της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης στελεχών, συνεκπαίδευση με τους καλύτερους (εκτός συνόρων), αλλά και πρόνοιες για την άμβλυνση οικονομικών προβλημάτων στο μέτρο του δυνατού.
3. Χώρες με μάλλον αξιόλογη στρατιωτική ικανότητα και οργάνωση (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, οσονούπω και η Ε.Ε.) υλοποιούν διαδικασίες αμυντικής αναθεώρησης σε τακτικά χρονικά διαστήματα. Εχει καθυστερήσει μια ουσιαστική συζήτηση των ζητημάτων εθνικής άμυνας με κεντρικό στόχο τη διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας.
Θάνος Ντόκος, γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου