Το αποτυχημένο ολιγόωρο πραξικόπημα στην Τουρκία και το προεδρικό «πραξικόπημα” Ερντογάν που ακολούθησε με την προκήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης, έχει προκαλέσει μακράς πνοής ερωτηματικά για τις εν δυνάμει ανατροπές στην ευρύτερη περιοχή και την Ελλάδα.
Τα νέα δεδομένα είναι ότι από την περασμένη Πέμπτη, με «εργαλείο” νόμο του 1983 (επί προεδρίας του πραξικοπηματία Κενάν Εβρέν), ο οποίος προβλέπει την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης, ο κ. Ερντογάν μπορεί να κυβερνά με προεδρικά διατάγματα χωρίς κανένα περιορισμό από συνταγματικά θεσμικά όργανα όπως το κοινοβούλιο, τα δικαστήρια, κ.λ.π.
Στην πραγματικότητα, το πραξικόπημα που επιχειρήθηκε το Σάββατο τα ξημερώματα από μερίδα του στρατού κατέληξε σε λιγότερο από μία εβδομάδα να μετατραπεί σε ένα προεδρικό πραξικόπημα του κ. Ερντογάν με 60 χιλιάδες τουλάχιστον διωκόμενους στρατιωτικούς, αστυνομικούς, δικαστικούς, εκπαιδευτικούς, οπαδούς του αυτοεξόριστου κ. Γκιουλέν και των κομμάτων και οργανώσεων της αριστεράς.
Στην ευρωπαϊκή διπλωματία των Βρυξελλών υπάρχει η βεβαιότητα ότι το καθεστώς που επιχειρεί να επιβάλει πλέον ο κ. Ερντογάν υπό το πλαίσιο της συνταγματικής νομιμότητας απέναντι στους αποτυχόντες πραξικοπηματίες θα σκληρύνει τόσο στο «εσωτερικό” απέναντι σε όλες τις μερίδες των αντιπάλων του κυρίως όμως μέσα στον στρατό και στο εκπαιδευτικό σύστημα όσο και στο «εξωτερικό” με παραδοσιακά προτιμητέο στόχο το Αιγαίο…
Η απαίτησή του κ. Ερντογάν για έκδοση του Γκιουλέν από τις ΗΠΑ για να δικασθεί στην Τουρκία ως υπεύθυνο του πραξικοπήματος, θα ενταθεί τις επόμενες ημέρες φέρνοντας σε δύσκολη θέση την Ουάσιγκτον.
Η εκτίμηση του Βερολίνου
Στο επιτελείο της Καγκελαρίας επικρατεί η άποψη πως ο Ερντογάν «έστησε” το πραξικόπημα με την έννοια ότι έκανε ότι χρειαζόταν για να προκαλέσει την εξέγερση της μερίδας των στρατιωτικών που ήθελε να εκκαθαρίσει τόσο από τον στρατό όσο και από τον κρατικό μηχανισμό.
Η άποψη αυτή, αν και είναι η επικρατούσα στην γερμανική διπλωματία, δεν εκφράζεται ούτε αποτυπώνεται για προφανείς λόγους στην επίσημη στάση και δημόσια θέση του Βερολίνου. Αποδίδουν δε ευθέως την άρον – άρον αποκατάσταση των σχέσεων της Τουρκίας με την Ρωσία και το Ισραήλ από την πλευρά του Ερντογάν δύο εβδομάδες πριν από το πραξικόπημα, στον σχεδιασμό αυτό του Τούρκου προέδρου.
Από τα γερμανικά ΜΜΕ άλλωστε διέρρευσε – χωρίς όμως να επιβεβαιωθεί ποτέ – ότι ο πρόεδρος Πούτιν παρείχε τις σχετικές πληροφορίες για το ακριβές χρονοδιάγραμμα των πραξικοπηματιών, ενώ αποδίδεται και στο Ισραήλ κάποιος ανάλογος ρόλος.
Η μεγαλύτερη ανησυχία του επιτελείου της κας Μέρκελ είναι η εν δυνάμει απειλή «αναστολής” ή και ακύρωσης της Συμφωνίας Ε.Ε. – Τουρκίας για το προσφυγικό και ο κίνδυνος μιας εκ νέου πλημμυρίδας προσφύγων στο Αιγαίο.
Το ενδεχόμενο να παραμείνει για καιρό μετέωρο ή ακόμα και να καταρρεύσει το θέμα της Συμφωνίας, αποτελεί μία ωρολογιακή βόμβα για την πλειονότητα των χωρών της Ευρώπης και κυρίως της Γερμανίας. Διπλωματικοί κύκλοι στις Βρυξέλλες εκτιμούν ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο σε συνδυασμό με τις δραματικές επιπτώσεις που θα είχε για την Ελλάδα, είναι πολύ πιθανό να δρομολογούσε δομικές αλλαγές στην αρχιτεκτονική της Ευρώπης σε ένα περιβάλλον που ήδη το εύρος των συνεπειών του Brexit ακόμα δεν μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν.
Ο τουρκικός στρατός και η Ελλάδα
Για την Δύση και ειδικά για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ «ανέκαθεν ο τουρκικός στρατός ήταν δομικό στοιχείο της σταθερότητας στην περιοχή”.
Χαρακτηριστικό του βάθους αυτής της αντίληψης είναι το γεγονός ότι όταν ο Κενάν Εβρέν προχωρούσε στο πραξικόπημα το 1980 το Στέητ Ντιπάρτμεντ δήλωνε ότι πρόκειται για «εσωτερική υπόθεση” της Τουρκίας ενώ το ΝΑΤΟ έστειλε αμέσως τον Γ. Σαρπ (διοικητή της Νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ) στην Άγκυρα για να δηλώσει την υποστήριξή του στο καθεστώς το οποίο άφησε πίσω του 650 χιλιάδες διώξεις, 517 επίσημες θανατικές καταδίκες και άγνωστο αριθμό νεκρών…
Η «απαλλοτρίωση” του Κεμαλικών παραδόσεων στρατού από αυτό το στοιχείο σταθερότητας τώρα από τον Ερντογάν έχει ταράξει τα νερά για το Στέητ Ντιπαρτμεντ και το γεγονός αυτό, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του «Κ”, έγινε αντικείμενο των κατ’ ιδίαν συζητήσεων του έλληνα Πρωθυπουργού με τον κ. Τζάκ Λιού κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα.
Η ανησυχία των ΗΠΑ έχει τροφοδοτηθεί ιδιαίτερα από το γεγονός ότι το επιτελείο του κ. Ερντογάν απέκοψε και απομόνωσε την βάση του Ιντσιρλίκ στην οποία σταθμεύει η ισχυρότερη δύναμη παρέμβασης του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή με εξοπλισμό ιδιαίτερα ευαίσθητο (πυρηνικές κεφαλές) σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους την γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας. Για τον λόγο αυτό ανοικτά πλέον η αμερικανική πλευρά μιλάει για την ανάγκη οικονομικής σταθεροποίησης της Ελλάδας μέσω της ελάφρυνσης του χρέους.
Ο κ. Λιού για δεύτερη φορά στην Αθήνα (μετά την συνέντευξή του στους FT) συνέδεσε την ανάγκη σταθεροποίησης της Ελλάδας μέσω του χρέους χρησιμοποιώντας «λεξιλόγιο” ΔΝΤ, παρά το γεγονός ότι απέφυγε να θίξει δημόσια των θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων που δεν συζητά ακόμα η Ευρωζώνη.
Διπλωματικοί κύκλοι στις Βρυξέλλες στους οποίους απευθύνθηκε το Capital.gr αναφέρουν ότι το Βερολίνο και η κα Μέρκελ έχουν αντιληφθεί πλέον λόγω των γεωπολιτικών κινδύνων που αναδύονται πλέον με τα γεγονότα στην Τουρκία ότι «η Ελλάδα πρέπει να σταθεροποιηθεί και να παίξει ένα διαφορετικό ρόλο στους συσχετισμούς της επόμενης ημέρας…”.
Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι σ’ αυτό τον κύκλο αβεβαιότητας που έχει διευρυνθεί μετά τα γεγονότα στην Τουρκία, έρχεται να εμπλακεί και το Brexit.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι το Brexit έχει στερήσει την Ε.Ε. από τον «έμπειρο” βρετανικό διπλωματικό παράγοντα στην περιοχή με συνέπειες που ενδέχεται να αποδειχθούν σοβαρές άμεσα καθώς το Brexit επηρεάζει την ευρωπαϊκή συνεργασία στο ΝΑΤΟ για την Τουρκική κρίση.
Γ. Αγγέλης, capital
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου