Γράφει ο Πολυδεύκης
Η Ε.Ε. βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή για την διατήρηση της ένωσής της.
Τούτο δε φάνηκε μόνο με το δημοψήφισμα στη Μ. Βρετανία και το πολυαναμενόμενο BREXIT, αλλά και στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Bratislava, όπου τα κράτη-μέλη δε συμφώνησαν σε κανένα θέμα, ούτε περί της οικονομικής κρίσης και της χάραξης κοινής οικονομικής πολιτικής, αλλά ούτε καν στο μεταναστευτικό.
Σήμερα (27-09-2016) ακολουθεί μία νέα σύνοδος στα ίδια λημέρια (σ.σ. Bratislava), που οι αρχηγοί κρατών ξιφομάχησαν διατυμπανίζοντας τις εθνικές τους θέσεις, με τους ΥΠΑΜ των κρατών-μελών να επιχειρούν να διασώσουν ότι έχει απομείνει από την έννοια της «Ένωσης».
Το αντικείμενο της συνάντησης των ευρωπαίων ΥΠΑΜ είναι η δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού στρατού.
Η Γερμανία και η Γαλλία επιδιώκουν στενότερη συνεργασία στον τομέα της άμυνας.
Το γεγονός κρίνεται καθόλα αναμενόμενο μιας και οι δύο αυτές χώρες αποτελούν τις δύο ισχυρότερες αμυντικές βιομηχανίες της Ευρώπης.
Η Ιταλία, από την πλευρά της σπεύδει να στηρίξει το εγχείρημα φιλοδοξώντας να αποκομίσει όσα περισσότερα μπορεί από αυτή την ενέργεια, ως χώρα με, επίσης, σημαντική αμυντική βιομηχανία.
Αντίθετη προς τα σενάρια αυτά δεν είναι άλλη από το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης, την Αγγλία, η οποία επιθυμεί να δυναμιτίσει αυτό το σχέδιο, παρά τη βούληση των πολιτών της για έξοδο από την Ένωση.
Ωστόσο μέχρι την υλοποίηση της απόφασης αυτής η Μ. Βρετανία παραμένει μέλος της Ε.Ε. και μπορεί να συμμετέχει στις αποφάσεις αυτής.
Ήδη στα μέσα Σεπτεμβρίου η Γερμανία και η Γαλλία ανέλαβαν την πρωτοβουλία να συσφίξουν τους στρατιωτικούς δεσμούς , ενώ η ιταλική κυβέρνηση με έγγραφο διατύπωσης θέσεων ανακοίνωσε πως η ενίσχυση της συνεργασίας είναι εκ των ουκ άνευ, προκειμένου να μην χαθεί το νόημα της ύπαρξης της Ένωσης.
Εφαλτήριο αυτών των ισχυρισμών είναι η διαπίστωση πως τα προβλήματα στην άμυνα και την ασφάλεια, σήμερα, είναι τόσο περίπλοκα, ώστε κάθε κράτος από μόνο του είναι αδύνατο να τα αντιμετωπίσει.
Ο λόγος έγκεινται κυρίως στην οικονομική κρίση και κατά δεύτερον στις προκλήσεις που έχουν παρουσιαστεί στην ευρύτερη περιοχή της ΜΕΝΑ (Middle East- North Africa), η οποία ενδιαφέρει γεωπολιτικά τις ευρωπαϊκές δυνάμεις.
Για τη δημιουργία κοινής ευρωπαϊκής άμυνας υπάρχουν τρία ζητούμενα:
1 Αξιόπιστες κοινές δυνατότητες, ήτοι εγκαταστάσεις που θα ανήκουν στην Ε.Ε. και των οποίων η λειτουργία και το κόστος θα αποτελούν μέριμνα της Ευρώπης.
2 Μία ισχυρή βιομηχανική και τεχνολογική βάση.
3 Κατάλληλος μηχανισμός για τη λήψη αποφάσεων αναφορικά με την ενεργοποίηση των δυνατοτήτων της ευρωπαϊκής άμυνας.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να δούμε που στέκεται η Ελλάδα.
Η χώρα μας ήδη κλείνει αρκετές από τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις, από την εποχή που ΥΠΑΜ ήταν ο κ. Μπεγλίτης.
Τούτο σημαίνει ότι ελαχιστοποιούνται οι εγκαταστάσεις που θα αποτελέσουν μέρος της κοινής ευρωπαϊκής μέριμνας, παρά τις προκλήσεις που διαθέτει ο ελλαδικός χώρος και οι οποίες είναι υψηλότερες, ποσοτικά και ποιοτικά, από κάθε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε.
Επίσης η αμυντική βιομηχανία μας πνέει τα λοίσθια με άγνωστο παρόν και μέλλον και αρκετούς μνηστήρες από το εξωτερικό προκειμένου να την αφαιρέσουν από τον κρατικό έλεγχο, όπως αφαιρέθηκε και ο έλεγχος της οικονομίας.
Όσο για τη συμμετοχή μας σε κοινό μηχανισμό ενεργοποίησης της ευρωπαϊκής άμυνας, αυτή εξαρτάται από το ύψος της εθνικής κυριαρχίας του κάθε κράτους-μέλους, η οποία ως γνωστό εδώ και χρόνια έχει απολεσθεί από μερικώς έως και ολικώς.
Μπορεί αυτή τη στιγμή να υφίστανται, ήδη από το 2005, οι Ομάδες Μάχης της Ε.Ε., αποτελούμενες από 1500-2000 άντρες, ωστόσο αυτές δεν κλήθηκαν ποτέ να επιχειρήσουν σε κάποιο πεδίο.
Οι Ιταλοί επιθυμούν την αλλαγή αυτού του σκηνικού, απαιτώντας τη συλλογική δυνατότητα στρατηγικού σχεδιασμού από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EEAS), υπό τον έλεγχο των κρατών-μελών της «Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας».
Η πρόταση περιλαμβάνει ακόμα και την προώθηση της κοινοτικής έρευνας αναφορικά με στρατιωτικά εγχειρήματα και για ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος σχετικά με την άμυνα.
Οι τρεις μεγάλες δυνάμεις της Ε.Ε. φιλοδοξούν ότι με την στρατιωτική συνεργασία, όχι μόνο θα εξοικονομηθεί το απαραίτητο κεφάλαιο, αλλά θα επέλθει και η σταθερότητα σε περιοχές πολύ σημαντικές για την ασφάλεια της Ευρώπης, αφού η κοινή άμυνα θα έχει σημαντική πολιτική επίδραση, εκφράζοντας την ετοιμότητα της Ε.Ε. για επανεκκίνηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Τούτο όμως τι σημαίνει;
Ότι η Άμυνα, ένας τόσο σημαντικός και νευραλγικός χώρος για την Ευρώπη, ιδίως δε για τη χώρα μας, χρησιμοποιείται για μικροπολιτικές επίδειξης της εμμονής και υποστήριξης της Ένωσης από τα κράτη-μέλη!
Η αλήθεια είναι πως μόνο εύλογα ερωτηματικά μπορεί να προκύψουν από την εκφραζόμενη «πεποίθηση» πως τα προβλήματα διάσπασης της Ευρώπης μπορούν να λυθούν από τη συγκέντρωση των θεμάτων άμυνας των κρατών μελών σε ένα και μόνο συγκεντρωτικό όργανο λήψης αποφάσεων.
Ο Βρετανός ΥΠΑΜ έχει ήδη εκφράσει τις αντιρρήσεις του, δηλώνοντας πως ο διπλασιασμός αυτών που ήδη παρέχει το ΝΑΤΟ δεν είναι απαραίτητος και παρά τη σκοπιμότητα των λόγων του, αυτή η δήλωση είναι αληθής.
Διότι ένας ευρωπαϊκός στρατός, θα ήταν η αιτία της διάσπασης του ΝΑΤΟ, αφού τα κράτη-μέλη δε θα είχαν την ανάγκη των ΗΠΑ, με τις οποίες η Γερμανία έχει ψυχραθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω εκατέρωθεν επιχειρηματικών κυρώσεων και σκανδάλων κατασκοπίας.
Επίσης από τη στιγμή που σκοπός της κίνησης αυτής είναι η εξοικονόμηση κεφαλαίων, τούτο θα σήμαινε ακόμα μικρότερη οικονομική συμμετοχή των κρατών αυτών στους αμυντικούς προϋπολογισμούς της συμμαχίας, τη στιγμή που ήδη τα περισσότερα μέλη του ΝΑΤΟ δεν αγγίζουν το προαπαιτούμενο ποσοστό επί του ΑΕΠ τους για τις αμυντικές τους δαπάνες.
Ένας δεύτερος σκόπελος είναι οι χώρες της Βαλτικής, οι οποίες πρέπει να πειστούν από τη στρατιωτική ισχύ της Ευρώπης, έναντι της Ρωσίας, από την οποία απειλούνται.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο πως αυτά τα κράτη-μέλη θα εγκατέλειπαν το αμερικανικό άρμα για χάρη της Γερμανίας, η οποία έχει επιδείξει θετική διάθεση προς τη Μόσχα, ενώ παράλληλα σε καμία περίπτωση η ευρωπαϊκή στρατιωτική ισχύς δε συγκρίνεται με την κόκκινη αρκούδα.
Το σημερινό εγχείρημα της Bratislava φιλοδοξεί να αποφέρει ακόμα περισσότερα οικονομικά οφέλη στις σημαντικές αμυντικές βιομηχανίες Γερμανίας και Γαλλίας.
Ωστόσο πέραν της επιφάνειας υποβόσκει μία ακόμα τρομακτικότερη αλήθεια.
Αν τελεσφορήσει αυτό το δύσκολο εγχείρημα, καμία χώρα της Ε.Ε. δε θα μπορέσει στο μέλλον να επαναλάβει το παράδειγμα της Μ. Βρετανίας και να αποχωρήσει έχοντας απολέσει εθνική κυριαρχία, οικονομικά περιουσιακά στοιχεία και την άμυνά της ταυτόχρονα.
Διότι η απαίτηση της Γερμανίας δεν είναι να συμμετέχουν τα κράτη-μέλη με τους υπάρχοντες στρατούς τους.
Απαίτηση είναι η ύπαρξη ενόπλων δυνάμεων μόνο από τις χώρες που μπορούν να συντηρήσουν αυτές και οι υπόλοιπες απλά θα συνεισφέρουν οικονομικά.
Θα μπορούσαμε να πούμε σε μία γενικευμένη εκτίμηση, ότι η Γερμανία επιθυμεί τα άλλα κράτη-μέλη να συντηρούν το στρατό της μαζί με αυτούς της Γαλλίας και της Ιταλίας.
Σε περίπτωση που κάποιος σκέφτεται ότι η Ελλάδα μπορεί να απαντήσει με την ποιότητα του έμψυχου δυναμικού, θα προσθέσω ότι αυτός είναι ένα παράγοντας που ενδιαφέρει ελάχιστα τις τρεις αυτές δυνάμεις.
Πρώτον διότι ουδέποτε θα βρουν το σθένος να παραδεχτούν την ανωτερότητα των Ενόπλων Δυνάμεών μας σε έμψυχο υλικό.
Δεύτερον διότι δεν φιλοδοξούν να κερδίσουν πολέμους με ισχυρότερους αντιπάλους, αλλά αντιθέτως να καταπολεμήσουν αντάρτες και αδύναμους στρατούς της περιφέρειάς τους κατά συνέχεια της αποικιοκρατικής τους λογικής και πολιτικής.
Τρίτον κανένας εκ των κατεχόντων σημαντική στρατιωτική βιομηχανία δε θα δεχόταν να πληρώσει την ύπαρξη ενός ξένο στρατού, όσο ποιοτικότερος κι αν αυτός είναι, εις βάρος του δικού του.
Τέταρτον το κεντρικό νόημα της κίνησης αυτής δεν είναι πώς θα δημιουργηθεί ένας πιο ισχυρός κοινός στρατός, αλλά πώς θα αποδυναμωθούν τα αδύναμα «στελέχη» αυτής της «κοινοπραξίας» προς όφελος των «μεγαλοπαραγόντων».
Πρόκειται ξεκάθαρα για υπεξαίρεση εθνικού κεφαλαίου σε μία ένωση ανίσων όπου προωθείται το μονοπώλιο όχι μόνο στο εμπόριο αλλά και στη λήψη των αποφάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου