Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Όταν οι ελέφαντες παλεύουν το γρασίδι υποφέρει

Παναγιώτης Ήφαιστος
«Οι ηγεμονικοί ελέφαντες είτε παλεύουν είτε κάνουν έρωτα το γρασίδι (στις περιφέρειες του πλανήτη) υποφέρει». 

Στην στρατηγική ανάλυση αυτή είναι μια πολύ γνωστή φράση.

Προειδοποιεί τα περιφερειακά κράτη να αποφεύγουν τις συμπληγάδες των ηγεμονικών διενέξεων.

Με δεδομένη την αέναη ακατάπαυστη αντιπαράθεση των ηγεμονικών δυνάμεων οι σχέσεις μαζί τους είναι ίσως το σημαντικότερο ζήτημα κάθε λιγότερο ισχυρού περιφερειακού κράτους.
Βέβαια εύλογα κανείς διερωτάται: Στην Ελλάδα ποιος θα ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα αυτό, όταν το κυρίαρχο δόγμα εδώ και δεκαετίες είναι «ανήκουμε στην Δύση» αντί του ορθού «είμαστε ενταγμένοι στις Δυτικές συμμαχίες ως ισότιμο μέλος». Το «ανήκουμε», εξάλλου, εξελίχθηκε περίπου, στο «ηδονιζόμαστε να είμαστε υποτελείς, πιόνια και ιδανική αριστερή (συν ολίγο δεξιά) νομιμοποίηση της εξάρτησης».
 
Ο τερματισμός του Ψυχρού Πολέμου και η έλευση της Μεταψυχροπολεμικής ιστορικής φάσης των πολλών αναδυόμενων δυνάμεων ενός πολυπολικού πλέον διεθνούς συστήματος, προκάλεσε μεγάλες ανακατανομές ισχύος, ακόμη περισσότερες περιφερειακές συγκρούσεις, ανακατατάξεις συνόρων, μετακινήσεις πληθυσμών ή και κατεδαφίσεις κρατών.

Επειδή οι ηγεμονικές δυνάμεις κατέχουν πυρηνική ισχύ, τουτέστιν είναι αδύνατο να πολεμήσουν μεταξύ τους, εκτός και εάν αποφασίσουν να αυτοκτονήσουν, το «γρασίδι» πάνω στο οποίο παλεύουν ή συναλλάσσονται δεν μπορεί παρά να είναι οι περιφέρειες του πλανήτη.

Επιπρόσθετα, ενώ πλανητική σταθερότητα σημαίνει πλανητική ισορροπία δυνάμεων, λόγω διλημμάτων ασφαλείας (Θουκυδίδης), όσο διεισδύουμε βαθύτερα στον 21ο αιώνα  οι αντιπαραθέσεις συνεχίζονται και εντείνονται ακατάπαυστα. Σκοπός κάθε ηγεμονικής δύναμης είναι η ευνοϊκή γι’ αυτή κατανομή ισχύος, η κατάκτηση γεωπολιτικών ερεισμάτων και ο έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πόρων.

Ήττες χωρίς διαπραγμάτευση

Λιγότερο ισχυρά κράτη όπως η Ελλάδα, βέβαια, έπρεπε ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 να αντιληφθούν τα επερχόμενα και να μεριμνήσουν:
 
  • Πρώτον, να δυναμώσουν το κράτος τους.
  • Δεύτερον, να διαφυλάξουν την φιλοπατρία των πολιτών ως κόρη οφθαλμού και ως προϋπόθεση κοινωνικοπολιτικής συνοχής.
  • Τρίτον, να παλέψουν για ισχυρή περιφερειακή θέση και ρόλο.
  • Τέταρτον, να αποκρούσουν αξιόπιστα τις αναθεωρητικές απειλές.
  • Πέμπτον, να φροντίσουν να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του διεθνούς δικαίου για την επικράτειά τους.
  • Έκτον, να επιτύχουν ισορροπία συμφερόντων στις συναλλαγές εντός των συμμαχιών τους («patron-client relations»: εξισορροπημένες-συμμετρικές σχέσεις και συναλλαγές).

Ένα σημαντικό έρεισμα ενός λιγότερο ισχυρού κράτους είναι η διαπραγματευτική δεινότητα των αντιπροσώπων του και οι υποστηρικτικοί επιτελικοί κρατικοί θεσμοί. Πασίδηλα, χωρίς να διαπραγματεύεται η Ελλάδα οδηγείται από την μια ήττα στην άλλη με αποκορύφωμα τα διαδοχικά μνημόνια.

Της επέβαλαν μια άδηλη χρεωκοπία, την οδήγησαν σε υπέρ-δανειοδότηση και έξωθεν «επιτηρητές» ακύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. Οι αποφάσεις εδώ και καιρό δεν είναι υπόθεση του κράτους και της κοινωνίας του, αλλά των μελών ενός αδιαφανούς και κοινωνικοπολιτικά ανεξέλεγκτου ανελέητου μεταμοντέρνου συστήματοςτεχνοκρατών, ηγεμονικών υπαλλήλων, κερδοσκόπων και τοκογλύφων.

Συντομογραφικά λέμε ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα μείνει άφωνος όταν γίνουν πιο κατανοητά τα αίτια της συμφοράς της δεκαετίας του 2010. Διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν πάλευαν διαπραγματευτικά, όπως θα άρμοζε σε ένα κυρίαρχο κράτος μέλος της ΕΕ.

Ο ένας μετά τον άλλο οι υψηλόβαθμοι τεχνοκράτες της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών ομολογούν δημόσια ότι ρούφηξαν το αίμα των Ελλήνων για να πληρωθούν οι τράπεζες που κινδύνευαν.

Εκπλήττει, λοιπόν, το γεγονός ότι κανείς δεν εγείρει αυτό το μείζον ζήτημα, απαιτώντας νέες ριζικά διαφορετικές ρυθμίσεις, ή ακόμη και αποζημίωση για τις ζημιές που προκλήθηκαν από την γραφειοκρατία των Βρυξελλών εις βάρος ενός κράτους-μέλους.

Κραυγαλέο έλλειμμα γνώσης

Καθημερινά καταμαρτυρείται έλλειμμα ακόμη και στοιχειώδους γνώσης για την διεθνή πολιτική και ιδιαίτερα για τις μορφικά πανομοιότυπες προσεγγίσεις της διπλωματίας και στρατηγικής των ηγεμονικών δυνάμεων.

Για να μην απορούμε για τους στρατηγικούς ελιγμούς των ΗΠΑ με την Τουρκία θα αναφερθούν στην συνέχεια μερικά στοιχεία των κατά βάση πανομοιότυπων στρατηγικών προσεγγίσεων των ηγεμονικών δυνάμεων. Στην Ελλάδα το έλλειμμα γνώσης για την διπλωματία και στρατηγική των η ηγεμονικών δυνάμεων είναι κραυγαλέο.

Τα προαναφερθέντα σημαίνουν ότι  η υπερατλαντική υπερδύναμη αλλά και οι άλλες μεγάλες δυνάμεις θεωρούν την Ελλάδα αναλώσιμο κράτος. Ανάλογα με το πώς εξελίσσονται τα πράγματα και το πώς εμείς οι ίδιοι στεκόμαστε, σημαίνει ότι εάν συνεχίσουμε τα λάθη θα βρεθούμε πάνω στην κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων όπου αναλώσιμα κράτη κατακρεουργούνται και διασκορπίζονται.

Συνοψίζοντας την τυπολογία της στρατηγικής των μεγάλων δυνάμεων, των οποίων οι αντιπαραθέσεις αναμένεται να καταστήσουν την διεθνή πολιτική ακόμη πιο συγκρουσιακή, υπογραμμίζεται ότι, λόγω πυρηνικού όπλου οι ηγεμονικές δυνάμεις είναι αδιανόητο να διεξάγουν κατευθείαν πόλεμο μεταξύ τους. Με κριτήριο την κατανομή ισχύος πλανητικά και περιφερειακά εναλλάσσουν εξισορροπητικές συμμαχίες και παρεμβαίνουν με διάφορους τρόπους στις περιφέρειες του πλανήτη.

Έτσι, παλεύοντας ή συναλλασσόμενοι πάνω στο «περιφερειακό γρασίδι» επιχειρούν αδιάλειπτα να ελέγξουν την κατανομή ισχύος και να θέσουν όσο περισσότερους πλουτοπαραγωγικούς πόρους μπορούν υπό τον έλεγχό τους. Μείζον ζήτημα επίσης είναι η παρεμπόδιση μιας περιφερειακής δύναμης να καταστεί περιφερειακός ηγεμόνας. Εάν αυτό συμβεί, εκτιμούν, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εις βάρος τους παγκόσμια ηγεμονία.

Οι μεγάλες δυνάμεις κατά Mearsheimer

Οι κύριες τακτικές και στρατηγικές προσεγγίσεις των μεγάλων δυνάμεων, όπως τις αποτύπωσε αριστουργηματικά ο John Mearsheimer είναι συντομογραφικά οι εξής: Μια μεγάλη δύναμη με συχνά δυσδιάκριτο τρόπο και για να αναχαιτίσει μια αντίπαλη δύναμη, ή για να αντικρούσει την στρατηγική ενός περιφερειακού κράτους, μεταφέρει το βάρος της διένεξης σε άλλους, ενώ η ίδια «παραμένει θεατής».

Αυτό κάνοντας οι μέθοδοι εξισορρόπησης τρίτων ποικίλουν και είναι ρευστοί. Για παράδειγμα, υιοθετούν μείγμα τυπικών και άτυπων συμμαχικών συναλλαγών και διαρκώς αλλάζουν αυτές τις συμμαχίες ανάλογα με το πώς εξελίσσονται οι στρατηγικές των άλλων.

Συναλλάσσονται και συνεννοούνται ακόμη και με αντίπαλα κράτη, με τα οποία σε άλλα μέτωπα και για άλλα θέματα ενδέχεται να αντιπαρατίθενται. Συχνά, υπάρχουν και φαινόμενα προσωρινής παραχώρησης ισχύος σε μελλοντικούς εχθρούς για να εκπληρωθούν μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στρατηγικοί σκοποί.

Επίσης, εκτοξεύουν απειλές χρήσης βίας και παρακάμπτουν επιδεικτικά τους διεθνείς θεσμούς (οι μεγάλες δυνάμεις έχουν την πολυτέλεια να το κάνουν χωρίς συνέπειες μιας και διαθέτουν βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας).

Ακόμη πιο σημαντικό για να προκαλέσουν κατατριβή τρίτων με σκοπό ευνοϊκή ρύθμιση της κατανομής ισχύος, συχνά παντελώς αδιαφανώς προκαλούν περιφερειακές διενέξεις με σκοπό την εξασθένιση, αποδυνάμωση και έλεγχο «εχθρών» και/ή «φίλων».

Για να παρεμποδίσουν άλλες μεγάλες δυνάμεις να έχουν γεωπολιτικό πλεονέκτημα και πρόσβαση σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους, εάν χρειαστεί χρησιμοποιούν δικά τους στρατεύματα, φροντίζοντας πάντα να αποφύγουν ευθεία σύγκρουση με άλλες μεγάλες και πυρηνικές δυνάμεις.

Υποχρεωτικά παραλείποντας πολλά, ο Mearsheimer αναφέρεται στο soft power. Το soft power είναι από καιρό όπλο πρώτης γραμμής και καθημερινής χρήσης των ηγεμονικών δυνάμεων. Για να επιτύχουν το ίδιο αποτέλεσμα χωρίς στρατιωτικά μέσα και έτσι να εξοικονομήσουν πόρους, επιδιώκουν να χαλιναγωγήσουν την πολιτική σκέψη των πολιτών και ηγετών κρατών-στόχων.

Εφαρμόζουν μεθόδους «μαλακώματος του μυαλού» των πολιτών των κοινωνιών-στόχων. Προκαλούν χείμαρρους οικουμενίστικων σαπουνόφουσκων, όπως για παράδειγμα ο όρος «παγκοσμιοποίηση» και ενθαρρύνουν καλλιέργεια εθνομηδενιστικών παραδοχών.

Συχνά, διαμέσου φορέων επιστημονικών τίτλων, καλλιεργούν ανυπόστατα ιδεολογήματα και θεωρήματα που αποπροσανατολίζουν, αποδυναμώνουν ή και μηδενίζουν το φρόνημα και την πνευματική υπόσταση των πολιτών.

Αβάσταχτοι ερασιτεχνισμοί

Με δεδομένες τις προαναφερθείσες πρακτικές της διπλωματίας και της στρατηγικής όλων των ηγεμονικών δυνάμεων, κράτη όπως η Ελλάδα μεριμνούν να καλλιεργηθεί η γνώση. Η ελληνική εξωτερική πολιτική των τελευταίων δεκαετιών και ιδιαίτερα των τελευταίων χρόνων επέδειξε ανεπάρκεια να διαπραγματευτεί με τους εντολοδόχους θεσμούς της ΕΕ και με τα υπόλοιπα-κράτη μέλη. Επιπλέον, η βαθύτατη άγνοια του πολιτικού προσωπικού αποδείχθηκε αβάσταχτη και κύριο αίτιο των συμφορών που έπληξαν το ελληνικό κράτος και την κοινωνία του.

Ολοφάνερα κυριαρχεί άγνοια για τα στρατηγικά παίγνια στα εγγενώς ρευστά και ευπαθή Βαλκάνια. Αποτέλεσμα: Αβάσταχτοι ερασιτεχνισμοί. Εκτιμάται ότι για λόγους που σχετίζονται με τις φρικτές εμφύλιες εμπειρίες και την εξάρτηση της χώρας επί δύο αιώνες, σε όλο το ανάμεικτο πλέον και ρευστό αριστεροδεξιό πολιτικό φάσμα επενεργούν ιδεολογήματα, νομικισμός, ανυπόστατοι διεθνισμοί και ξενολαγνεία.

Άγνοια υπάρχει, επίσης, για το τι σημαίνει για τις μεγάλες δυνάμεις το γεγονός ότι επί δεκαετίες -εντονότερα πρόσφατα- δεν διαθέτουμε μια ισχυρή και αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική απόκρουσης της τουρκικής απειλής. Ο κατευνασμός είναι πάντα η προτεραιότητα όποιου και να κυβερνά στην Αθήνα.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η αδιαφορία για το πώς οι ηγεμονικές δυνάμεις ερμηνεύουν και το πώς συνδέουν με τα συμφέροντά τους  την στρατηγικά εγκληματική απάθεια της Αθήνας για την Κύπρο, με αποτέλεσμα να βρίσκεται στα πρόθυρα να μετατραπεί σε υποχείριο της Άγκυρας.

Κι αυτό, όταν η Μεγαλόνησος, πέραν των πλουτοπαραγωγικών πόρων της, είναι ένα από τα σημαντικότερα γεωπολιτικά σημεία του πλανήτη. Μια τέτοια συμφορά πέραν άλλων κριτηρίων θα προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου και πέραν κάθε φαντασίας στρατηγική παγίδευση της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Δεν φαίνεται επίσης να είναι κατανοητό τι συμπεράσματα συνάγει μια ηγεμονική δύναμη, επειδή η Ελλάδα δεν διαθέτει επιτελικούς κρατικούς θεσμούς χάραξης και εφαρμογής στρατηγικής. Αυτό καταμαρτυρείται τόσο από την κυριαρχία ενός αβάστακτου νομικισμού όσο και από την απίστευτα χαώδη εικόνα του Υπουργικού Συμβουλίου του περασμένου Οκτώβρη.

Όπως ήδη γράψαμε στο SLpress, ίσως να έχουμε δεχθεί την χαριστική βολή, όταν εσχάτως κυβερνητικό στέλεχος, το οποίο εξ αντικειμένου και ολοφάνερα είναι άσχετο με τις στρατηγικές υποθέσεις και που τοποθετήθηκε από τον πρωθυπουργό στο υπουργείο Εξωτερικών, συνάντησε τα ιερά τέρατα των επιτελείων χάραξης στρατηγικής των ΗΠΑ. Μήπως, εν τέλει, ήταν λογικό και αναμενόμενο την επομένη ο Πρόεδρος Τραμπ να τηλεφωνήσει στον πρόεδρο Ερντογάν;

πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια: