27 Αυγούστου- Το μαρτύριο του +Aγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης (συγκλονιστικές μαρτυρίες)
Προφητικά λόγια του Χρυσοστόμου κατά την ώρα της χειροτονίας του σε Μητροπολίτη Δράμας το 1902
«Ζητώ μεγάλον Σταυρόν, επί του οποίου θα δοκιμάσω την ευχαρίστησιν, καθηλούμενος και μη έχω έτερον τι να δώσω προς σωτηρίαν της ημετέρας λατρευτής πατρίδος, να δώσω το αίμα μου.
Ούτως εννοώ το έπ” εμοί την ζωήν και την αρχιερωσίνην»… «…και η μίτρα, έλεγε, την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται, να απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της θα μεταβληθεί εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου».
Έτσι κι έγινε. Άγιε και μαρτυρικέ Ιεράρχα πρέσβευε στον Κύριο και Θεό μας υπέρ της σωτηρίας του έθνους μας,
Η μαρτυρiα του ακαδημαϊκού Γ. Μυλωνά
Από παλαιούς κατοίκους της Σμύρνης, που έζησαν την τραγωδία της Καταστροφής, είχαμε πολλές διηγήσεις για το μαρτύριο του Χρυσοστόμου. Όμως υπήρχε πάντα μια επιφύλαξη ως προς την ακρίβεια των εξιστορουμένων. Ο πόνος και το μέγεθος της συμφοράς μεγεθύνουν ως την υπερβολή τα εξιστορούμενα.
Προσωπικά όλες οι επιφυλάξεις μου παραμερίσθηκαν, όταν στις 14 Δεκεμβρίου 1982, με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 60 χρόνων από την καταστροφή, σε έκτακτη συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών, ο διαπρεπής ακαδημαϊκός Γ. Μυλωνάς, τελείωσε την ομιλία του με μία συγκλονιστική -ίσως την πιο συγκλονιστική απ” όσες έχουμε- περιγραφή του μαρτυρίου και της θανατώσεως του Χρυσοστόμου.
Ο Γ. Μυλωνάς ήταν από τη Σμύρνη, μετείχε στην αθλητική και πνευματική ζωή της πόλης και γνώρισε από κοντά τον Χρυσόστομο, από την πρώτη μέρα που έφθασε στην Ιωνία ως τις τελευταίες ώρες της μεγάλης αγωνίας.
Η σοβαρότητα, η εγκυρότητα και η διεθνής αναγνώριση της επιστημονικής βαρύτητος του Γ. Μυλωνά, δίνουν στην μαρτυρία του αξία ντοκουμέντου. Την παραθέτουμε:
«Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω την ομιλία μου με μία προσωπική μαρτυρία, που για πρώτη φορά εξομολογούμαι.
»Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μια ομάδα φοιτητών του International College της Σμύρνης και εγώ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ” ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης.
Σ” αυτό ήταν ασφυκτικά στριμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προωρισμένοι για θάνατο. Τις βραδυνές ώρες φύλακες μ” επικεφαλής Τουρκοκρήτα παρελάμβανον θύματα που ετυφεκίζοντο.
Στις 5 το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ο Τουρκοκρής εκείνος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. Είσαι δάσκαλος» με ρωτά. «Αυτήν την τιμή είχα» του απαντώ.
«Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;» -»Ναί», του λέγω. «Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους εδώ». – «Ελάτε μαζί μου έξω», λέγω στους συντρόφους μου. «Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος».
Ποια ήταν η έκπληξή μας όταν ακούσαμε τον Τουρκο-Κρητικό να λέει: «Δεν θα σας σκοτώσω, θα σας σώσω. Απόψε θα θανατωθούν όλοι όσοι είναι στο μπουντρούμι, γιατί έφεραν και άλλους που δεν έχουμε χώρο να τους στοιβάξουμε.
Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει να λησμονήσω μια τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος».
Και συνέχισε «Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ” εκείνους που τον τύφλωσαν, που του “βγάζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλά,τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν.
Βαθειά εντύπωση μου έκανε και αξέχαστος παραμένει η στάση του.
Στα μαρτύρια που τον υπέβαλαν δεν απήντα με φωνές, με παρακλήσεις, με κατάρες.
» Το πρόσωπό του το κατάχλωμο, το σκεπασμένο με το αίμα των ματιών του, το πρόσωπό του είχε εστραμμένο προς τον Ουρανό και διαρκώς κάτι ψιθύριζε που δεν ηκούετο πέρα από την περιοχή του. Ξέρεις εσύ, δάσκαλε, τι έλεγε;»
– «Ναι ξέρω» του απήντησα.«Έλεγε: Πάτερ Άγιε, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τί ποιούσι». – «Δεν σε καταλαβαίνω, δάσκαλε, μα δεν πειράζει. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε, ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του.
Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει την χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δυό χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε που με δύο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα.
Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα ελπίζω πως θα ησυχάσω.
Γι” αυτό σας χάρισα τη ζωή «. «Και πού τον έθαψαν;» ρώτησαμε αγωνία. «Κανείς δεν ξέρει πού έρριξαν το κομματιασμένο του κορμί»»*.
Και μόνο η περιγραφή αυτή αρκεί για την κατάρριψη κάποιων ενδοιασμών ή δισταγμών ως προς την αγιότητα του Χρυσοστόμου. Ο Χρυσόστομος πέθανε ευλογώντας τους βασανιστές και δημίους του.
* Ο ίδιος Τουρκοκρητικός πολύ αργότερα επανέλαβε την περιγραφή αυτή σε Έλληνα Ιεράρχη που είχε επισκεφθεί την Σμύρνη.
ΤΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
(ΤΟ ΕΚΟΥΣΙΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ Η ΠΙΟ ΖΩΝΤΑΝΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ)
Η πιο επίσημη περιγραφή για την τραγική δολοφονία του Εθνάρχη-ιεράρχη της Σμύρνης Χρυσοστόμου είναι αυτή πού μας δίνει ο ιερωμένος βουλευτής των Παρισίων αββάς Εδουάρδος Σουλιέ.
«Το απόγευμα, είπε της 9ης Σεπτεμβρίου δηλαδή 27η Αυγούστου (παλ. ημερολογίου), το γαλλικό προξενείο ειδοποιήθηκε, ότι ο ελληνορθόδοξος μητροπολίτης Χρυσόστομος, διέτρεχε έσχατο κίνδυνο και ότι θα έπρεπε να σταλεί άγημα από Γάλλους ναύτες για να προστατεύσουν την απειλούμενη ζωή του.
O επικεφαλής του αγήματος πρότεινε στον ιεράρχη να τον οδηγήσει στην εκκλησία της «Sacre Coeur», ή στο Γαλλικό Προξενείο.
O Χρυσόστομος δεν ανήκει στην Εκκλησία της Γαλλίας, αλλά αυτό δεν μ” εμποδίζει να εκφράσω τον βαθύτατο σεβασμό προς την μνήμην του.
Με ωραιότητα ψυχής αρνήθηκε να δεχθεί το προσφερόμενο καταφύγιο λέγων ότι το καθήκον του είναι να μείνει για να συγκακοπαθήσει με το ποίμνιόν του.
Όταν το Γαλλικό άγημα απεχώρησε, κατέφθασε με στρατιωτική άμαξα τούρκος αξιωματικός, συνοδευόμενος από δύο στρατιώτες και ζήτησε από τον Χρυσόστομο να τον ακολουθήσει.
Οδήγησαν τότε τον ιεράρχη εις τα άκρα των ευρωπαϊκών συνοικιών εμπρός σ” ένα κουρείο.
Εκεί του φόρεσαν άσπρη μπλούζα, ίσως για να διακρίνεται καλύτερα και εκεί διαδραματίσθηκε το φρικτό έγκλημα.
Του ξερρίζωσαν τα γένεια, τον κτύπησαν με μαχαίρι πισώπλατα και στη συνέχεια λυσσασμένες ανθρώπινες ύαινες του έκοψαν μύτη κι αυτιά.
Στο πλευρό των ανδρών συναγωνίζονταν μαινόμενες τουρκάλες πού ενθάρρυναν με άρες και κατάρες τους λυσσασμένους άνδρες τους.
Αφού έριξαν χάμω τον ιεράρχη και τον καταπάτησαν ο επικεφαλής αξιωματικός διέταξε χαμάληδες να σύρουν το πτώμα και αφού το πρόσδεσαν σε μια σακαράκα το” βαλαν μπροστά κι άρχισε να τρέχει σβαρνίζοντας το άγιο λείψανο του μάρτυρα ιεράρχη πού σήκωσε στους ώμους του τις αμαρτίες του ελληνικού διχασμού και την υπεροψία των λεγόμενων χριστιανικών δυνάμεων πού απεδείχθησαν και του Πόντιου Πιλάτου χειρότεροι!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου