100 άοπλοι πολίτες καίγονται ζωντανοί και άλλοι εκτελούνται από τους Γερμανούς κατακτητές.
Τα λάθη του ΕΛΑΣ και οι ντόπιοι ταγματασφαλίτες
Με την διατύπωση Σφαγή του Αιγάλεω, έχει γίνει γνωστή και έχει καταγραφεί η δολοφονία τουλάχιστον 65 αθώων και αόπλων κατοίκων της συνοικίας του Αγίου Γεωργίου Αιγάλεω, από τις δυνάμεις των Γερμανών κατακτητών, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1944.
Κάποιες άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών σε εκατό, ενώ στο χώρο της θυσίας (επί της σημερινής λεωφόρου Κηφισσού, στο ρεύμα προς Πειραιά) ο δήμος Αιγάλεω έχει τοποθετήσει μνημείο στο οποίο τελείται κάθε χρόνο επιμνημόσυνη δέηση.
Ως αιτία της σφαγής, αναφέρεται προηγηθέν επεισόδιο μεταξύ Γερμανών στρατιωτών και εμπροσθοφυλακής του Ε.Λ.Α.Σ., το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό δύο Γερμανών αξιωματικών.
Ο Αιγαλιώτης Αντιστασιακός και συγγραφέας Νίκος Μιχιώτης κατέγραψε όλο το χρονικό στο βιβλίο του με τίτλο “Χρέος Τιμής”, ενώ παράλληλα ξεκίνησε έναν αγώνα για την πλήρη διαλεύκανση του συμβάντος και την απόδοση ευθυνών στο γερμανικό κράτος, το οποίο ουδέποτε πλήρωσε για την ηθική αποκατάσταση των θυμάτων και των συγγενών τους.
Τι προηγήθηκε
Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1944 ο Γιάννης Μπατζακίδης, μέλος του ΚΚΕ και πολιτικός καθοδηγητής του ΕΑΜ, εκλέγεται δια βοής δήμαρχος Αιγάλεω έπειτα από ανοιχτή λαϊκή συνέλευση των κατοίκων στην Πλατεία Εσταυρωμένου.
Οι διορισμένες (δοτές) δημοτικές αρχές απομακρύνονται.
Την επομένη, απεσταλμένοι του ΕΛΑΣ που μάχεται να προστατεύσει τις περιοχές της Αθήνας από τις γερμανικές ωμότητες, ζητούν από την τοπική χωροφυλακή είτε να προσχωρήσει στις τάξεις των ανταρτών, είτε να εγκαταλείψει την πόλη.
Οι Γερμανοί, θορυβημένοι από τις δραστηριότητες του ΕΛΑΣ, αναζητούν εναγωνίως τρόπους ώστε να εξασφαλισθεί η επικείμενη αποχώρηση των τμημάτων τους από την ελληνική πρωτεύουσα, μέσω της μοναδικής διόδου που υπάρχει, της Ιεράς Οδού. Ουσιαστικά επιδιώκουν να τους δοθεί ένα πρόσχημα, για να εκκαθαρίσουν την περιοχή του Αιγάλεω από οποιαδήποτε για αυτούς απειλή.
Η αφορμή προκύπτει το πρωί της αποφράδας 29ης Σεπτεμβρίου. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες κατοίκων αλλά και μελών της αντίστασης, εκείνη τη μέρα σημειώθηκε μια ασήμαντη αψιμαχία μεταξύ Ελλήνων ανταρτών (που βρίσκονταν σε φυλάκιο του ΕΛΑΣ δίπλα στη γέφυρα του ποταμού Κηφισού στη διασταύρωση με την οδό Παλαιάς Καβάλας) και δύο Γερμανών μοτοσικλετιστών.
Σύμφωνα με κάποιες άλλες μαρτυρίες τις οποίες όμως απορρίπτει ο ΕΛΑΣ, ακολούθησε μια εκτεταμένη σύρραξη τμήματος του ΕΛΑΣ με γερμανικές δυνάμεις που είχαν καταφθάσει ενισχυμένες και με ταγματασφαλίτες.
Ασάφεια επικρατεί σχετικά με το αν υπήρξαν γερμανικές απώλειες.
Κάποιες πηγές κάνουν λόγο για έναν ή και δύο νεκρούς αξιωματικούς, καθώς και αρκετούς τραυματίες και από τις δύο πλευρές.
Κατά άλλες εκτιμήσεις, το επεισόδιο ήταν αμελητέο, αφού ο ΕΛΑΣ είχε αποφασίσει να μην προβεί σε ενέργειες που ενδέχεται να προκαλούσαν εχθρικά αντίποινα.
Η επιδρομή
Την ίδια εκείνη ημέρα, ένα επίλεκτο γερμανικό τάγμα (των στρατιωτικών εγκαταστάσεων της περιοχής Μαρκόνι) διατάχθηκε να προχωρήσει σε εκκαθάριση της περιοχής.
Οι Γερμανοί κατέφθασαν στο Αιγάλεω και αρχικά εκτέλεσαν επί τόπου 31 άοπλους και αμέτοχους στο προηγηθέν συμβάν πολίτες, όσους είχαν την ατυχία να βρεθούν στο δρόμο τους.
Εν συνεχεία, απέκλεισαν το συνοικισμό του Αγίου Γεωργίου και επέτρεψαν την αποχώρηση μόνο κάποιων γυναικόπαιδων.
Τους άνδρες άνω των 15 ετών που εγκλωβίστηκαν στις κατοικίες τους, έβαλαν φωτιά και τους έκαψαν ζωντανούς.
Περίπου εκατό οικίες πυρπολήθηκαν και καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Ο Μανώλης Γλέζος στο δεύτερο τόμο του βιβλίου του για την Εθνική Αντίσταση 1940-45, κάνει λόγο για 65 νεκρούς που είναι από ότι φαίνεται ο επίσημος αριθμός μόνο των καμένων και όχι και των αρχικά εκτελεσθέντων Αιγαλιωτών.
Ο αριθμός των απωλειών, επομένως, πλησιάζει στους εκατό νεκρούς (31+65).
Η σφαγή τερματίσθηκε ή περιορίσθηκε όταν, όπως φημολογείται, στην πόλη έφθασε εσπευσμένα ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας κ. Δαμασκηνός που φέρεται να ικέτεψε γονατιστός των επικεφαλής Γερμανό διοικητή.
Ο Δαμασκηνός ειδοποιήθηκε από τον συνονόματο αρχιμανδρίτη ανιψιό του (μετέπειτα μητροπολίτη Φθιώτιδας Δαμασκηνό), ο οποίος υπηρετούσε ως ιεροκήρυκας στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα.
Υπάρχει και μια ακόμη εκδοχή, η οποία ωστόσο το πιθανότερο είναι να αποτελεί αστικό μύθο: Πως ήταν η όμορφη Ελληνίδα ερωμένη του Γερμανού διοικητή, αυτή που τον έπεισε να σταματήσει τη θηριωδία.
Ο απόηχος
Την επομένη ημέρα (30-9-1944) και ενώ ο ΕΛΑΣ προχώρησε σε εγκατάσταση πολυβόλων για να αποτρέψει νέα ενδεχόμενη επιδρομή, 41 απανθρακωμένα πτώματα θάφτηκαν δίπλα στον Άγιο Σπυρίδωνα, εν μέσω θρήνων και οδυρμών των φίλων και συγγενών τους.
Άλλοι νεκροί μεταφέρθηκαν για ταφή στο Γ’ Νεκροταφείο και μερικοί ακόμη στον Άγιο Βασίλειο Περιστερίου.
Οι δολοφόνοι και οι ντόπιοι συνεργοί τους εντούτοις, παρέμειναν μέχρις σήμερα, ατιμώρητοι.
Τα ονόματα των θυμάτων, χαραγμένα σε μαρμάρινη στήλη
Μία (ενδεικτική μόνο) κατάσταση θυμάτων προκύπτει από τα επισήμως εκδοθέντα πιστοποιητικά θανάτου που συμπλήρωσαν Αιγαλιώτες γιατροί, διαπιστώνοντας «θάνατο από βολή πυροβόλου όπλου», «ακατάσχετη αιμορραγία από πυροβολισμό στην κεφαλή» ή «στην κοιλιακή χώρα», «εκτέλεση υπό του εχθρού» και άλλες αιτίες.
Κουρτέσης Γεώργιος (ετών 22), Σταυρίδης Γεώργιος (15), Μοσχάκης Φώτης (34), Κοντογιάννης Γεώργιος (30), Σταύρου Βασίλειος (21), Κακούρης Δημήτριος (36), Λυμπερόπουλος Χαράλαμπος (20), Νονεμβασιός Σταμάτης (38), Παπανικολάου Αριστείδης (37), Σαπουναδέλης Ανδρέας (16), Μαζλουμίδης Κωνσταντίνος (38), Ζαμπαράς Κλέαρχος (22), Καμπούρογλου Κυριάκος (38), Χαλβατζίδης Παύλος (38), Ασλανίδης Γεώργιος (49).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου