Ο Γιάννης Κορδάτος ανατρέχοντας σ’ όλες τις ιστορικές πηγές γράφει στην ιστορία του (εδώ περιληπτικά):
Λίγο πριν το πάρσιμο της Πόλης από το σουλτάνο Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή στο Βυζάντιο υπήρχε μεγάλο μίσος ανάμεσα στους ενωτικούς και τους ανθενωτικούς.
Οι μεν ενωτικοί με το βασιλιά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο κυρίως από ανάγκη, καθώς έβλεπαν το μεγάλο κίνδυνο από τους Τούρκους, ήθελαν την ένωση με τη Δυτική εκκλησία (με τον πάπα) ή δε ανθενωτικοί, με πολιτικό αρχηγό το Δούκα Νοταρά και θρησκευτικό τον Γενάδιο Σχολάριο (αμέσως μετά την άλωση ο σουλτάνος τον έκανε πατριάρχη) δεν ήθελαν καν ν’ ακούσουν για ένωση των εκκλησιών.
Το μίσος ήταν μεγάλο σε βαθμό που οι ανθενωτικοί, που τους ακολουθούσε η πλειοψηφία του λαού ένεκα του μίσους που έτρεφε κατά των δυτικών λόγω και των σταυροφοριών, έλεγαν: «Κρειττότερον βασιλεύσαι εν μέση Πόλει φακιόλιον Τούρκων παρά καλύπτρα λατινικήν»!
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος βλέποντας το μεγάλο κίνδυνο για να κολακευτεί ο Πάπας που είχε στείλει μια μικρή βοήθεια με 200 πολεμιστές διέταξε να γίνει στην Αγιά Σοφιά στις 12 Δεκέμβρη του 1452 η ενωτική λειτουργία στην οποία μνημονεύτηκε ο Πάπας.
Μικρή βοήθεια επίσης από τους δυτικούς είχαν στείλει και οι Βενετσιάνοι (5 γαλέρες= πολεμικά πλοία), όπως και οι Γενοβέζοι που από τη Χίο έστειλαν 700 στρατιώτες με επικεφαλής τον ικανό αξιωματικό Ιουσινιάνη.
Η επίσημη αυτή πράξη του Παλαιολόγου όσο κι αν επιβαλλόταν από πολιτική ανάγκη έριξε λάδι στη φωτιά κι ο αγώνας μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών άρχισε τώρα με μεγαλύτερη λύσσα!
Οι καλόγεροι μάλιστα με επικεφαλής το Γεννάδιο ήθελαν ν’ ανοίξουν οι πόρτες των κάστρων για να αληθέψουν οι προφητείες μιαν…ώρα αρχύτερα. Γι αυτό φώναζαν: «Ανοίξατε τις πόρτες του Κάστρου, αντί να περιμένετε να τις καταστρέψει ο άπιστος (= Τούρκος), αφήστε αυτόν να μπει μέσα και να περάσει στη μέση της Πόλης. Τότες άγγελος εξολοθρευτής θα σας σώσει…»!
Η πολιορκία της Πόλης όλο και γινόταν και πιο στενή, κάθε μέρα που περνούσε ήταν για τον Παλαιολόγο αληθινή τραγωδία. Η βοήθεια του Πάπα, στην οποία πίστευε, δεν ερχόταν. Τα τρόφιμα σώνονταν και οι ανθενωτικοί ξεσηκώνονταν και έκαναν ταραχές.
Παραμονές της μεγάλης επίθεσης….
Ο Κορδάτος διασταυρώνοντας όλες τις ιστορικές πηγές γράφει:
Παραμονές της μεγάλης επίθεσης έγιναν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στο Σουλτάνο και τον Παλαιολόγο για συνθηκολόγηση και παράδοση της Πόλης. Οι ιστορικοί της εποχής είτε ανοιχτά είτε συγκαλυμμένα μιλούν γι αυτό.
Φαίνεται ότι, σημειώνει ο Κορδάτος, στις παραμονές της μεγάλης επίθεσης έγιναν τέτοιες προτάσεις όχι από το Σουλτάνο αλλά από τον Παλαιολόγο. Οι ανθενωτικοί τις ημέρες εκείνες όχο μόνο έφευγαν και παραδίνονταν στους Τούρκους, μα και μέσα στην Πόλη στενοχωρούσαν τον αυτοκράτορα ή να παραδοθεί ή να φύγει. Ενδεικτικό της έντασης μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών είναι το παρακάτω γεγονός:
Ο Ιουστινιάνης (είχε οριστεί φρούραρχος της Πόλης) βλέποντας ότι από την πύλη του Ρωμανού είχε χαλάσει το κάστρο ζήτησε από το Νοταρά να του στείλει κανόνια για να ενισχύσει την άμυνα. Ο Νοταράς όμως αρνήθηκε με πείσμα. Τότε κατά τους χρονικογράφους ο Ιουστινιάνης δε βάσταξε και είπε στο Νοταρά: «ε, προδότη, δεν ξέρω τι με κρατεί να σε σφάξω μ’ αυτό το μαχαίρι»!
Ο φρούραρχος της Πόλης, ο γενοβέζος Ιουστινιάνης, που, η παλικαριά του ήταν ακουστή και που ίσαμε τότες έδειξε αφοσίωση στον αυτοκράτορα, το πρωί της τελευταίας τούρκικης επίθεσης έφυγε. Είναι αλήθεια, πως οι περισσότεροι χρονογράφοι, λένε πως πληγώθηκε…Δύο πράγματα μπορούμε να υποθέσουμε. Ή ο Ιουστινιάνης βρήκε αφορμή την πληγή κι έφυγε, ξέροντας πως κάθε αντίσταση ήταν μάταιη, ή, οι ίδιοι οι ανθενωτικοί (με τη στάση τους) τον ανάγκασαν να φύγει.
Η Κερκόπορτα…
Ας έρθουμε τώρα σ’ ένα άλλο γεγονός. Ο χρονογράφος Δούκας λέει πως το πρωί στις 29 του Μάη, άμα άρχισε η μάχη και καιγόταν ο τόπος από τις κανονιές, μια πύλη του κάστρου που την έλεγαν Κερκόπορτα κι ήταν στο βορεινό μέρος, βρέθηκε ανοιχτή.
Από την πόρτα αυτή μπήκαν στην αρχή καμιά πενηνταριά Τούρκοι κι ύστερα και άλλοι κι άρχισαν να χτυπούν τους υπερασπιστές από μέσα και αναγκάζονταν ολοένα να υποχωρούν…
Όταν μαθεύτηκε η είδηση της συνθηκολόγησης ήταν φυσικό να δημιουργηθεί μεγάλη σύγχυση. Οι ενωτικοί μαζεύτηκαν προς το μέρος της Αγιά Σοφιάς και της πύλης του Ρωμανού για να φύγουν. Οι ανθενωτικοί όμως έμειναν στα σπίτια τους και έβαλαν τα συμφωνημένα σημάδια στις πόρτες και έπεσαν να κοιμηθούν ήσυχοι, όπως μας πληροφορεί ο Δούκας!
Όταν όμως το πρωί στις 29 του Μάη διαδόθηκε πως ο Παλαιολόγος αρνήθηκε να δεχτεί τους νέους επαχθείς όρους του Μωάμεθ, αυτοί (οι ανθενωτικοί) πήγαν και άνοιξαν την Κερκόπορτα, ή, κατά τον Κριτόβουλο, την πυλίδα Ιουστίνου, για να μπουν οι Τούρκοι. […]
Η τύχη των αρχηγών των ανθενωτικών Νοταρά και Γεννάδιου Σχολάριου μετά την άλωση της Πόλης…
Ο μεγάλος δούκας ο Νοταράς, ο αρχηγός των ανθενωτικών, βρέθηκε «σώος και αβλαβής». Το ίδιο και ο Γεννάδιος Σχολάριος βρέθηκε στην Ανδριανούπολη χωρίς να πάθει τίποτα. Κι ακόμα στο σπίτι του Νοταρά ούτε μισός Τούρκος στρατιώτης δεν μπήκε γιατί είχε βάλει ο Μωάμεθ τιμητική φρουρά να το φυλάνε!
Είναι όμως αλήθεια ότι ο Νοταράς δεν πρόφτασε να χαρεί τις τιμές και τις δόξες που του ετοίμαζε ο Μωάμεθ. Σε λίγο, επειδή ο μεγάλος βεζύρης Χαλίλ τον συκοφάντησε, και τον διέβαλε, ο Σουλτάνος τον σκότωσε, μαζί με τα παιδιά του.
Ο άλλος αρχηγός των ανθενωτικών ο Γεννάδιος Σχολάριος, στάθηκε πιο τυχερός. Μόλις μπήκαν οι Τούρκοι μέσα στην πόλη, κάποιος φίλος του Τούρκος πήγε και τον βρήκε και τον πήρε μαζί του στην Ανδριανούπολη.
Ο Μωάμεθ, από τις πρώτες μέρες, «ευθύς μετά την άλωση», γράφει ο Κριτόβουλος, ζήτησε το Γεννάδιο, αλλά δεν τον έβρισκε. Όταν όμως ο Μωάμεθ έμαθε που βρισκόταν ο Γεννάδιος τον κάλεσε κοντά του και επειδή ο πατριαρχικός θρόνος χήρευε και οι κληρικοί παραπονιόνταν, αλλά και για δικούς του πολιτικούς λόγους, τον έκανε Πατριάρχη!!!!
Όπως λένε οι Βυζαντινοί ιστορικοί, ο Μωάμεθ δέχτηκε το Γεννάδιο με μεγάλες τιμές. Ο Φραντζής γράφει πως όχι μόνο τον υποδέχτηκε σαν ηγεμόνα, αλλά του έδωκε «δεκανίκιον»- δείγμα της εξουσίας του- και όταν έφυγε από το παλάτι, τον συνόδεψε ως την πόρτα, «ανεβίβασεν αυτόν εις ίππον ευπρεπισμένον» και πρόσταξε να τον ακολουθήσει τιμητική φρουρά ως την εκκλησία Αγίων Αποστόλων που ήταν το Πατριαρχείο.
Ο Φραντζής προσθέτει ακόμα πως ο Μωάμεθ, με διατάγματα αναγνώρισε την εκκλησιαστική και δικαστική εξουσία του Πατριάρχη.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι από την πρώτη στιγμή της άλωσης ο σουλτάνος Μωάμεθ σταμάτησε τις κακοποιήσεις χριστιανών αφού διόρισε Πατριάρχη τον Γενάδιο Σχολάριο με τις ίδιες και περισσότερες τιμές απ’ ό,τι οι Βυζαντινοί και έδωσε στους καινούργιους υπηκόους του (ραγιάδες) δικαιώματα που ονομάστηκαν «προνόμια».
Ο Πατριάρχης ορίστηκε ανώτατος άρχων των χριστιανών «ραγιάδων» (έτσι ονόμαζαν οι Οθωμανοί τους λαούς που είχαν υποτάξει), απόλυτος ρυθμιστής των εκκλησιαστικών ζητημάτων, αλλά και με δικαστικά και άλλα δικαιώματα.
Επίσης, η νέα εξουσία συνεργάστηκε και χρησιμοποίησε σε υψηλές θέσεις την αριστοκρατία των Φαναριωτών. Μάλιστα, σύμφωνα με το κοράνι και την υπόσχεση που έδωσε ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Κατακτητής, δεν πείραξαν ούτε την ιδιωτική, ούτε την κοινοτική, ούτε τη μοναστηριακή περιουσία των μερών που υποτάχτηκαν θεληματικά.
Οι μεν ενωτικοί με το βασιλιά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο κυρίως από ανάγκη, καθώς έβλεπαν το μεγάλο κίνδυνο από τους Τούρκους, ήθελαν την ένωση με τη Δυτική εκκλησία (με τον πάπα) ή δε ανθενωτικοί, με πολιτικό αρχηγό το Δούκα Νοταρά και θρησκευτικό τον Γενάδιο Σχολάριο (αμέσως μετά την άλωση ο σουλτάνος τον έκανε πατριάρχη) δεν ήθελαν καν ν’ ακούσουν για ένωση των εκκλησιών.
Το μίσος ήταν μεγάλο σε βαθμό που οι ανθενωτικοί, που τους ακολουθούσε η πλειοψηφία του λαού ένεκα του μίσους που έτρεφε κατά των δυτικών λόγω και των σταυροφοριών, έλεγαν: «Κρειττότερον βασιλεύσαι εν μέση Πόλει φακιόλιον Τούρκων παρά καλύπτρα λατινικήν»!
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος βλέποντας το μεγάλο κίνδυνο για να κολακευτεί ο Πάπας που είχε στείλει μια μικρή βοήθεια με 200 πολεμιστές διέταξε να γίνει στην Αγιά Σοφιά στις 12 Δεκέμβρη του 1452 η ενωτική λειτουργία στην οποία μνημονεύτηκε ο Πάπας.
Μικρή βοήθεια επίσης από τους δυτικούς είχαν στείλει και οι Βενετσιάνοι (5 γαλέρες= πολεμικά πλοία), όπως και οι Γενοβέζοι που από τη Χίο έστειλαν 700 στρατιώτες με επικεφαλής τον ικανό αξιωματικό Ιουσινιάνη.
Η επίσημη αυτή πράξη του Παλαιολόγου όσο κι αν επιβαλλόταν από πολιτική ανάγκη έριξε λάδι στη φωτιά κι ο αγώνας μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών άρχισε τώρα με μεγαλύτερη λύσσα!
Οι καλόγεροι μάλιστα με επικεφαλής το Γεννάδιο ήθελαν ν’ ανοίξουν οι πόρτες των κάστρων για να αληθέψουν οι προφητείες μιαν…ώρα αρχύτερα. Γι αυτό φώναζαν: «Ανοίξατε τις πόρτες του Κάστρου, αντί να περιμένετε να τις καταστρέψει ο άπιστος (= Τούρκος), αφήστε αυτόν να μπει μέσα και να περάσει στη μέση της Πόλης. Τότες άγγελος εξολοθρευτής θα σας σώσει…»!
Η πολιορκία της Πόλης όλο και γινόταν και πιο στενή, κάθε μέρα που περνούσε ήταν για τον Παλαιολόγο αληθινή τραγωδία. Η βοήθεια του Πάπα, στην οποία πίστευε, δεν ερχόταν. Τα τρόφιμα σώνονταν και οι ανθενωτικοί ξεσηκώνονταν και έκαναν ταραχές.
Παραμονές της μεγάλης επίθεσης….
Ο Κορδάτος διασταυρώνοντας όλες τις ιστορικές πηγές γράφει:
Παραμονές της μεγάλης επίθεσης έγιναν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στο Σουλτάνο και τον Παλαιολόγο για συνθηκολόγηση και παράδοση της Πόλης. Οι ιστορικοί της εποχής είτε ανοιχτά είτε συγκαλυμμένα μιλούν γι αυτό.
Φαίνεται ότι, σημειώνει ο Κορδάτος, στις παραμονές της μεγάλης επίθεσης έγιναν τέτοιες προτάσεις όχι από το Σουλτάνο αλλά από τον Παλαιολόγο. Οι ανθενωτικοί τις ημέρες εκείνες όχο μόνο έφευγαν και παραδίνονταν στους Τούρκους, μα και μέσα στην Πόλη στενοχωρούσαν τον αυτοκράτορα ή να παραδοθεί ή να φύγει. Ενδεικτικό της έντασης μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών είναι το παρακάτω γεγονός:
Ο Ιουστινιάνης (είχε οριστεί φρούραρχος της Πόλης) βλέποντας ότι από την πύλη του Ρωμανού είχε χαλάσει το κάστρο ζήτησε από το Νοταρά να του στείλει κανόνια για να ενισχύσει την άμυνα. Ο Νοταράς όμως αρνήθηκε με πείσμα. Τότε κατά τους χρονικογράφους ο Ιουστινιάνης δε βάσταξε και είπε στο Νοταρά: «ε, προδότη, δεν ξέρω τι με κρατεί να σε σφάξω μ’ αυτό το μαχαίρι»!
Ο φρούραρχος της Πόλης, ο γενοβέζος Ιουστινιάνης, που, η παλικαριά του ήταν ακουστή και που ίσαμε τότες έδειξε αφοσίωση στον αυτοκράτορα, το πρωί της τελευταίας τούρκικης επίθεσης έφυγε. Είναι αλήθεια, πως οι περισσότεροι χρονογράφοι, λένε πως πληγώθηκε…Δύο πράγματα μπορούμε να υποθέσουμε. Ή ο Ιουστινιάνης βρήκε αφορμή την πληγή κι έφυγε, ξέροντας πως κάθε αντίσταση ήταν μάταιη, ή, οι ίδιοι οι ανθενωτικοί (με τη στάση τους) τον ανάγκασαν να φύγει.
Η Κερκόπορτα…
Ας έρθουμε τώρα σ’ ένα άλλο γεγονός. Ο χρονογράφος Δούκας λέει πως το πρωί στις 29 του Μάη, άμα άρχισε η μάχη και καιγόταν ο τόπος από τις κανονιές, μια πύλη του κάστρου που την έλεγαν Κερκόπορτα κι ήταν στο βορεινό μέρος, βρέθηκε ανοιχτή.
Από την πόρτα αυτή μπήκαν στην αρχή καμιά πενηνταριά Τούρκοι κι ύστερα και άλλοι κι άρχισαν να χτυπούν τους υπερασπιστές από μέσα και αναγκάζονταν ολοένα να υποχωρούν…
Όταν μαθεύτηκε η είδηση της συνθηκολόγησης ήταν φυσικό να δημιουργηθεί μεγάλη σύγχυση. Οι ενωτικοί μαζεύτηκαν προς το μέρος της Αγιά Σοφιάς και της πύλης του Ρωμανού για να φύγουν. Οι ανθενωτικοί όμως έμειναν στα σπίτια τους και έβαλαν τα συμφωνημένα σημάδια στις πόρτες και έπεσαν να κοιμηθούν ήσυχοι, όπως μας πληροφορεί ο Δούκας!
Όταν όμως το πρωί στις 29 του Μάη διαδόθηκε πως ο Παλαιολόγος αρνήθηκε να δεχτεί τους νέους επαχθείς όρους του Μωάμεθ, αυτοί (οι ανθενωτικοί) πήγαν και άνοιξαν την Κερκόπορτα, ή, κατά τον Κριτόβουλο, την πυλίδα Ιουστίνου, για να μπουν οι Τούρκοι. […]
Ο μεγάλος δούκας ο Νοταράς, ο αρχηγός των ανθενωτικών, βρέθηκε «σώος και αβλαβής». Το ίδιο και ο Γεννάδιος Σχολάριος βρέθηκε στην Ανδριανούπολη χωρίς να πάθει τίποτα. Κι ακόμα στο σπίτι του Νοταρά ούτε μισός Τούρκος στρατιώτης δεν μπήκε γιατί είχε βάλει ο Μωάμεθ τιμητική φρουρά να το φυλάνε!
Είναι όμως αλήθεια ότι ο Νοταράς δεν πρόφτασε να χαρεί τις τιμές και τις δόξες που του ετοίμαζε ο Μωάμεθ. Σε λίγο, επειδή ο μεγάλος βεζύρης Χαλίλ τον συκοφάντησε, και τον διέβαλε, ο Σουλτάνος τον σκότωσε, μαζί με τα παιδιά του.
Ο άλλος αρχηγός των ανθενωτικών ο Γεννάδιος Σχολάριος, στάθηκε πιο τυχερός. Μόλις μπήκαν οι Τούρκοι μέσα στην πόλη, κάποιος φίλος του Τούρκος πήγε και τον βρήκε και τον πήρε μαζί του στην Ανδριανούπολη.
Ο Μωάμεθ, από τις πρώτες μέρες, «ευθύς μετά την άλωση», γράφει ο Κριτόβουλος, ζήτησε το Γεννάδιο, αλλά δεν τον έβρισκε. Όταν όμως ο Μωάμεθ έμαθε που βρισκόταν ο Γεννάδιος τον κάλεσε κοντά του και επειδή ο πατριαρχικός θρόνος χήρευε και οι κληρικοί παραπονιόνταν, αλλά και για δικούς του πολιτικούς λόγους, τον έκανε Πατριάρχη!!!!
Όπως λένε οι Βυζαντινοί ιστορικοί, ο Μωάμεθ δέχτηκε το Γεννάδιο με μεγάλες τιμές. Ο Φραντζής γράφει πως όχι μόνο τον υποδέχτηκε σαν ηγεμόνα, αλλά του έδωκε «δεκανίκιον»- δείγμα της εξουσίας του- και όταν έφυγε από το παλάτι, τον συνόδεψε ως την πόρτα, «ανεβίβασεν αυτόν εις ίππον ευπρεπισμένον» και πρόσταξε να τον ακολουθήσει τιμητική φρουρά ως την εκκλησία Αγίων Αποστόλων που ήταν το Πατριαρχείο.
Ο Φραντζής προσθέτει ακόμα πως ο Μωάμεθ, με διατάγματα αναγνώρισε την εκκλησιαστική και δικαστική εξουσία του Πατριάρχη.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι από την πρώτη στιγμή της άλωσης ο σουλτάνος Μωάμεθ σταμάτησε τις κακοποιήσεις χριστιανών αφού διόρισε Πατριάρχη τον Γενάδιο Σχολάριο με τις ίδιες και περισσότερες τιμές απ’ ό,τι οι Βυζαντινοί και έδωσε στους καινούργιους υπηκόους του (ραγιάδες) δικαιώματα που ονομάστηκαν «προνόμια».
Ο Πατριάρχης ορίστηκε ανώτατος άρχων των χριστιανών «ραγιάδων» (έτσι ονόμαζαν οι Οθωμανοί τους λαούς που είχαν υποτάξει), απόλυτος ρυθμιστής των εκκλησιαστικών ζητημάτων, αλλά και με δικαστικά και άλλα δικαιώματα.
Επίσης, η νέα εξουσία συνεργάστηκε και χρησιμοποίησε σε υψηλές θέσεις την αριστοκρατία των Φαναριωτών. Μάλιστα, σύμφωνα με το κοράνι και την υπόσχεση που έδωσε ο σουλτάνος Μωάμεθ ο Κατακτητής, δεν πείραξαν ούτε την ιδιωτική, ούτε την κοινοτική, ούτε τη μοναστηριακή περιουσία των μερών που υποτάχτηκαν θεληματικά.
***
Πηγές: Γ. Κορδάτου, Μεγάλη ιστορία της Ελλάδας, Βυζάντιο Β’, εκδ. 20ος αιώνας)
dea.org.gr/ , itzikas.wordpress.com/ , kar.org.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου