Παγωμένο βράδυ σ' ένα μικρό, αλλά εξόχως σημαντικό νησί του Αιγαίου.
Ο διοικητής, πάνω ψηλά στον ξύλινο εξώστη του μοναστηριού που στεγαζόταν το διοικητήριο, άναψε τσιγάρο.
Η
αναφορά ότι είχε ολοκληρωθεί, άπαντες, εξόν τις ενέδρες, παρόντες.
Ξερόβηξε και φώναξε "Γιοι μου!" απευθυνόμενος στους φαντάρους του που
ήταν παραταγμένοι κάτω στο πλακόστρωτο.
Η σιωπή που 'πεσε ήταν λες κι είχε φουντάρει τριαξονικό από γέφυρα.
Μια τζούρα ακόμα κι επανέλαβε, "Γιοι μου!" και συνέχισε με τρεμάμενη
φωνή, "απόψε είσαστε όλοι σας οι γιοι που θα 'θελε να 'χει κάθε πατέρας"
κι έπειτα κι άλλη σιωπή, μεγάλη σιωπή.
"Ρε
μαλάκες, κλαίει", είπε ο Κρητίκαρος στους διπλανούς του, "ο δίκας
κλαίει" κι έπειτα είδαν την πορτοκαλιά καύτρα να φουντώνει και πάλι απο
'κει πάνω ψηλά.
"Απόψε, το
λοιπόν, είμαι ο πατέρας σας και σεις παλικάρια μου είστε ο Λεωνίδας, ο
Παλαιολόγος, ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης, ο Παπαφλέσσας, ο Νικηταράς,
ο Βελισσαρίου, διαλέχτε και πάρτε, φτάνουν για όλους σας.
Σαν
πατέρας σας, λοιπόν, ΕΝΑ μονάχα σας ζητάω: τρέχτε όσο δεν τρέξατε ποτέ,
φροντίστε ο ένας τον άλλον όπως δεν φροντίσατε τον εαυτό σας τον
ίδιο, σημαδέψτε σαν να 'ναι κάθε σφαίρα η τελευταία.
Με 2 λεξεις: ΓΑΜΗΣΤΕ ΤΟΥΣ!"
Γέλια, γέλια πολλά και ουρλιαχτά απόκοσμα και σφυρίγματα και τραγούδια.
Και
κείνοι έτρεξαν όπως δεν έτρεξαν ποτέ. Παιδιά που δε σου γέμιζαν το
μάτι, μισοριξιές να κουβαλάνε πυρομαχικά για 5, να ζητάνε κι άλλα, να
προπορεύονται σαν ελάφια με το MG3 στον ώμο να ζυγίζει ενα δράμι, ο
"γιωτάς" να 'χει κολλήσει το "αγρίμια κι αγριμάκια μου" από τον θεόρατο
Κρητίκαρο και να ξελαρυγγιάζεται.
"Ανάθεμα
σε μούσκαρε" να του λέει εκείνος που δεν τον ακούγανε οι διπλανοί του
να τους λέει τι του 'πε ο αδελφός του στο καρτοτηλέφωνο, που 'τανε
σμηνίτης στη Σούδα. Πως φορτώνανε τους "κουρσάρους" τίγκα στη μπόμπα και
πως οι ημίθεοι πιλότοι τους χαιρετάγανε και τους φιλάγανε έναν-έναν και
τους υπογράφανε πάνω στα τζόκεϊ.
Και φρόντισαν τα αδέλφια τους περισσότερο κι από την πάρτη τους.
"Λουφαδόροι"
και "βύσματα" να τσακώνονται ποιός θα βοηθήσει τον δίπλα με τον όλμο ή
το πολυβόλο και ο "εβραίος" να κάνει πάσα τα τσιγάρα δίχως καν να του τα
ζητήσουν.
Και φτάσανε στις
ενέδρες τους στο μισό χρόνο από τον προβλεπόμενο, και στήσανε τα όπλα
τους στους τομείς τους και σημαδέψανε σα να 'τανε η σφαίρα η τελευταία.
Αλλά οι οχτροί δεν φάνηκαν...
Υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος, ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός, ΑΘΑΝΑΤΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου