Άννα Φαλτάιτς
Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές έδωσε «φτερά» στα αντιμνημονιακά κόμματα της ευρωπεριφέρειας, όμως το αίτημα της Ελλάδας για τρίτο πακέτο διάσωσης οδηγεί σε πτώση της δημοφιλίας τους.
Οι επερχόμενες εκλογές σε Ισπανία, Πορτογαλία και Ιρλανδία, και οι εύθραυστες συμμαχίες. Το πρόβλημα του χρέους.
Όταν ξεκίνησε η ευρωπαϊκή κρίση, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα είχαν κεντροαριστερές κυβερνήσεις και στην Ιρλανδία κυβερνούσε ένας κεντρώος συνασπισμός. Για να αντιμετωπίσουν την κρίση, οι κυβερνήσεις αυτές αναγκάστηκαν να εφαρμόσουν μέτρα βαθύτατης λιτότητας, που αποξένωσαν τους πολίτες τους.
Καθώς αυξάνονταν η λαϊκή δυσαρέσκεια, οι λαοί εξέφρασαν την αγανάκτησή τους ψηφίζοντας κατά των κυβερνήσεων αυτών και υπέρ των συντηρητικών αντιπολιτεύσεών τους στον εκλογικό κύκλο του 2011-2012 –τον πρώτο εκλογικό κύκλο από τότε που ξέσπασε η κρίση.
Στους μήνες που προηγήθηκαν των εκλογών, ή λίγο μετά την αλλαγή της κυβέρνησης, και οι τέσσερις χώρες ζήτησαν χρηματοοικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η ευρωπεριφέρεια ετοιμάζεται να εισέλθει στον δεύτερο εκλογικό κύκλο της κρίσης. Στην Πορτογαλία έχουν προγραμματιστεί εκλογές για τον Οκτώβριο, στην Ισπανία για τον Νοέμβριο ή Δεκέμβριο και στην Ιρλανδία κάποια στιγμή τον Απρίλιο.
Στις αρχές του 2015 φαινόταν ότι οι ψηφοφόροι ήταν έτοιμοι να τιμωρήσουν τις συντηρητικές κυβερνήσεις αυτή τη φορά και πως το πολιτικό εκκρεμές κινούνταν και πάλι προς τα αριστερά. Ωστόσο, η Αριστερά έχει αλλάξει.
Αντί των παραδοσιακών φιλοευρωπαϊκών κεντροαριστερών κομμάτων, νέα κόμματα που συνδυάζουν μια απόρριψη των μέτρων λιτότητας με μια ισχυρή αντικαθεστωτική ρητορική και έντονη κριτική για αρκετά στοιχεία της διαδικασίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αναρριχήθηκαν ταχύτατα στις δημοσκοπήσεις.
Η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της Ελλάδας τον Ιανουάριο έμοιαζε με μια πρώιμη επιβεβαίωση αυτής της αναδυόμενης τάσης.
Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ βασίστηκε σε μια υπόσχεση να βάλει τέλος στα μέτρα λιτότητας και να αναδιαπραγματευτεί το χρέος της Ελλάδας, και το κόμμα επέκρινε την Γερμανική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εν τω μεταξύ, στην Ισπανία, το αντικαθεστωτικό Podemos είχε ισχυρές επιδόσεις στις δημοσκοπήσεις και στην Πορτογαλία το Σοσιαλιστικό Κόμμα είδε άνοδο στα ποσοστά του όταν υιοθέτησε μια σκληρότερη στάση κατά των μέτρων λιτότητας.
Στην Ιρλανδία, η στήριξη προς το αριστερό Sinn Fein αυξάνονταν σχεδόν ασταμάτητα μεταξύ του 2011 και των αρχών του 2015.
Και τα αναδυόμενα κόμματα παρακολουθούσαν στενά την Ελλάδα.
Ο ηγέτης του Podemos, Pablo Iglesias, επισκέφθηκε την Αθήνα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ενώ φωτογραφίες του ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, με τον ηγέτη του Sinn Fein, Gerry Adams, διανεμήθηκαν κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων του Sinn Fein.
Όμως, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε πολύ νωρίς, και η ελληνική κρίση επιταχύνθηκε πολύ γρήγορα.
Η ώθηση της Αθήνας για αναδιαπραγμάτευση του χρέους δεν βρήκε μεγάλη στήριξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και η οικονομική κατάσταση συνέχισε να επιδεινώνεται.
Στα μέσα Ιουλίου, η Αθήνα ζήτησε ένα τρίτο πακέτο διάσωσης και συμφώνησε να προχωρήσει σε νέες περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων όταν εξαναγκάστηκαν να κλείσουν οι τράπεζες και ορισμένοι πιστωτές πρότειναν την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Καθώς κλιμακώνονταν η ελληνική κρίση, οι συντηρητικές κυβερνήσεις στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία επέκριναν εντονότατα την διαπραγματευτική στρατηγική του ΣΥΡΖΑ και αντιτάχθηκαν στην όποια επιείκεια έναντι της ελληνικής κυβέρνησης.
Οι κυβερνήσεις αυτές άρχισαν να χρησιμοποιούν την κατάσταση στην Ελλάδα για εκλογικό κέρδος, υποστηρίζοντας πως οι χώρες τους θα έρθουν αντιμέτωπες με παρόμοια κρίση αν ο λαός ψηφίσει τις αντιμνημονιακές δυνάμεις. Πράγματι, μέρος της αντίστασης του Eurogroup στον συμβιβασμό με την Ελλάδα, οφείλονταν στην επιθυμία να αποτραπεί το ενδεχόμενο ο ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργήσει προηγούμενο για παρόμοια κόμματα σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Ίσως γι” αυτόν τον λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε την στήριξη και των πρώην αντιμνημονιακών συμμάχων του. Το Podemos σταδιακά χαμήλωσε τους τόνους του σε ότι αφορά την ανάγκη για αναδιάρθρωση του ισπανικού χρέους, ενώ μέλη του κόμματος προσπάθησαν να εξηγήσουν πως η οικονομική κατάσταση της Ισπανίας δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτήν της Ελλάδας.
Στις αρχές Ιουλίου, ο ηγέτης των πορτογάλων Σοσιαλιστών, Antonio Costa, δήλωσε πως «το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν είναι σαν τον ΣΥΡΙΖΑ» και πως «κάθε κόμμα και κάθε χώρα πρέπει να λαμβάνουν τις δικές τους αποφάσεις».
Στην Ιρλανδία, το Sinn Fein παρέμεινε σιωπηλό όταν η Αθήνα ζήτησε τρίτο πακέτο διάσωσης, όμως η αλλαγή κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύει μια πολιτική ήττα για το κόμμα.
Εν τω μεταξύ, το χάσμα στη δημοτικότητα μεταξύ των συντηρητικών δυνάμεων και των αριστερών αμφισβητιών άρχισε να περιορίζεται και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και να αντιστρέφεται.
Οι δημοσκοπήσεις που δημοσιοποιήθηκαν στην Πορτογαλία στα μέσα Ιουλίου δείχνουν πως ο κυβερνών κεντροδεξιός συνασπισμός (το Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα και το Λαϊκό Κόμμα) και το Σοσιαλιστικό Κόμμα είναι τεχνικά ισόπαλα.
Το Σοσιαλιστικό Κόμμα προηγούνταν κατά 11% τον Μάρτιο.
Στην Ισπανία, το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα και το Σοσιαλιστικό Κόμμα βρίσκονται πολύ κοντά στον αγώνα για την πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις.
Το Podemos, που ήταν το δημοφιλέστερο κόμμα της Ισπανίας στην αρχή του έτους, βρίσκεται τώρα στην τρίτη θέση. Στην Ιρλανδία, η στήριξη προς το Sinn Fein βρίσκεται τώρα μεταξύ του 17% και του 20%, έναντι του 26% στην αρχή του έτους.
Για την ακρίβεια, οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία έχουν στο μυαλό τους τα εγχώρια ζητήματα όταν ψηφίζουν, και η Ελλάδα πιθανότατα δεν είναι μια βασική πηγή ανησυχίας γι” αυτούς.
Οι τρεις αυτές χώρες που είχαν περάσει προγράμματα διάσωσης, αναπτύσσονται και πάλι, και η ανεργία μειώνεται (με βραδύ ρυθμό στην Ισπανία και την Πορτογαλία και σχετικά γρήγορα την Ιρλανδία), κάτι που δίνει ώθηση στις συντηρητικές κυβερνήσεις στις δημοσκοπήσεις.
Ωστόσο, η Ελλάδα είναι μονίμως παρούσα στις ειδήσεις και οι κυβερνήσεις σε Μαδρίτη, Λισαβόνα και Δουβλίνο χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως μια ιστορία προειδοποίησης έναντι των αριστερών κομμάτων της αντιπολίτευσης. αν η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε πολύ νωρίς, η ανταμοιβή του θα έρθει πολύ αργά: η Ελλάδα θα μπορούσε στο τέλος να έχει κάποια ελάφρυνση χρέους, όμως αυτό πιθανότατα θα γίνει αφού οι άλλες χώρες διεξάγουν τις εκλογές τους.
«Χαλασμένα» πολιτικά συστήματα
Αυτή η πολιτική ταλάντευση θα έχει και εγχώριες και διεθνείς επιπτώσεις.
Σε εγχώριο επίπεδο, ο πολιτικός κατακερματισμός θα οδηγήσει στο σχηματισμό ενδεχομένως εύθραυστων κυβερνητικών συνασπισμών.
Η Ισπανία θα αποτελέσει την πιο δραματική περίπτωση από τις τρεις χώρες.
Το παραδοσιακό δικομματικό σύστημα της Ισπανίας αποτελεί ένα «απομεινάρι» του παρελθόντος και η επόμενη κυβέρνηση της Μαδρίτης θα είναι μια συμμαχία που θα αποτελείται από ένα από τα δυο παραδοσιακά κόμματα και τουλάχιστον μια από τις δυο πολιτικές δυνάμεις που έγιναν δημοφιλείς λόγω της κρίσης, το Podemos και το κεντρώο Ciudadanos.
Αυτό θα περιπλέξει την λήψη αποφάσεων, αφού τα παραδοσιακά κόμματα δεν έχουν συνηθίσει να μοιράζονται την εξουσία σε εθνικό επίπεδο.
Η Πορτογαλία είναι πιο συνηθισμένη σε κυβερνήσεις συνασπισμού απ” ότι η Ισπανία, όμως οι εκλογές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια βουλή χωρίς αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας με την οποία ανακοίνωσε την ημερομηνία των εκλογών, ο πρόεδρος της Πορτογαλία Anibal Cavaco Silva δήλωσε πως είναι εξαιρετικά σημαντικό η επόμενη κυβέρνηση να έχει ισχυρή πλειοψηφία στη βουλή.
Αυτό υποδηλώνει πως ο πρόεδρος θα μπορούσε να πιέσει την κεντροδεξιά και την κεντροαριστερά να προχωρήσουν στον σχηματισμό μεγάλου συνασπισμού. Ωστόσο, οι δυο πλευρές πιθανότατα θα αρνηθούν να σχηματίσουν συνασπισμό, στην αρχή τουλάχιστον.
Ως αποτέλεσμα, τις εκλογές του Οκτωβρίου θα ακολουθήσουν εβδομάδες πολιτικών διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Στην Ιρλανδία, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η στήριξη προς τα δυο μεγαλύτερα κόμματα είναι στάσιμη, ενώ τα μικρότερα, ανεξάρτητα κόμματα σημειώνουν άνοδο.
Ένας στους τρεις ιρλανδούς ψηφοφόρους είναι πιθανό να ψηφίσει σχετικά μικρά κόμματα, κάτι που θα μπορούσε να αυξήσει τον διχασμό εντός του ιρλανδικού κοινοβουλίου.
Παρά αυτές τις πολιτικέ αλλαγές, τα αντιμνημονιακά κόμματα θα συνεχίσουν να έχουν επιρροή. Ασχέτως της σύνθεσής τους, μετά από χρόνια προσπαθειών δημοσιονομικής προσαρμογής, οι νέες κυβερνήσεις στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Ιρλανδία θα δέχονται πολιτικές πιέσεις να μειώσουν τους φόρους και να αυξήσουν τις δαπάνες.
Ωστόσο, αν υποκύψουν σ” αυτές τις πιέσεις, θα δημιουργηθούν συγκρούσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι Βρυξέλλες πρόσφατα έδειξαν μεγαλύτερη ευελιξία σε ότι αφορά την επιβολή των δημοσιονομικών στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως εξακολουθεί να πιέζει τις χώρες τις ευρωπεριφέρειας να μειώσουν τα ελλείμματά τους.
Το σημαντικότερο είναι πως οι νέες κυβερνήσεις θα μπορούσαν να ανανεώσουν τις ανησυχίες αναφορικά με τη βιωσιμότητα του χρέους τους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην περίπτωση της Πορτογαλίας, μια χώρας με υψηλό επίπεδο χρέους και ασθενικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης.
Το χρέος της Πορτογαλίας είναι 130%, το τρίτο μεγαλύτερο στην ευρωζώνη, μετά της Ελλάδας και της Ιταλίας.
Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος του πορτογαλικού χρέους οφείλεται στο εξωτερικό. Αντιμετωπίζοντας περιορισμένες προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης (η Κομισιόν προβλέπει πως η πορτογαλική ανάπτυξη θα είναι χαμηλότερη του 2% το 2015 και 2016), η Πορτογαλία θα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα πολύ υψηλό χρέος για πολύ καιρό ακόμα.
Αυτό δεν θα είναι πρόβλημα αν η κυβέρνηση της Λισαβόνας είναι ισχυρή και η οικονομία της χώρας σταθερή.
Όμως η πολιτική ευθραυστότητα και μια χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων θα μπορούσαν να αναζωπυρώσουν τους φόβους για την βιωσιμότητα του πορτογαλικού χρέους, όπως έγινε και στην περίπτωση της Ελλάδας.
Αν στην Ισπανία σχηματιστεί μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, θα συγκρουστεί με τις τοπικές κυβερνήσεις που προς το παρόν διοικούνται από την κεντροαριστερά.
Οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις θα πιέσουν για επιβράδυνση του ρυθμού μείωσης των ελλειμμάτων.
Αν σχηματιστεί κεντροαριστερή κυβέρνηση, τότε η νέα κυβέρνηση της Μαδρίτης θα αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες και ενδεχομένως θα αντιστρέψει πρόσφατες μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και στον τραπεζικό κλάδο.
Όπως και στην Πορτογαλία, ο φόβος της αντιστροφής μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί θα μπορούσε να πυροδοτήσει ανησυχίες για την ευρωστία της ισπανικής οικονομίας και να οδηγήσει σε αύξηση του κόστους δανεισμού.
Η Ιρλανδία θα είναι σε μια κάπως πιο σταθερή κατάσταση διότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δυο μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων στα οικονομικά ζητήματα.
Ωστόσο, όλα τα πολιτικά κόμματα αυτή τη στιγμή υπόσχονται να αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες χωρίς να αυξήσουν τους φόρους, και τα χρήματα θα πρέπει να προέλθουν από κάπου.
Η βασική πρόκληση για τη νέα ιρλανδική κυβέρνηση θα είναι να βρει τρόπο να τηρήσει τις υποσχέσεις της στους ιρλανδούς ψηφοφόρους, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα έναν πιο ισορροπημένο προϋπολογισμό.
Τέλος, ο επερχόμενος εκλογικός κύκλος στην περιφέρεια της Ευρώπης θα επηρεάσει τους πολιτικούς υπολογισμούς στην Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση διαπραγματεύεται ένα τρίτο πακέτο διάσωσης με τους πιστωτές της.
Έχοντας αθετήσει τις περισσότερες προεκλογικές του υποσχέσεις, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θέλει να εξασφαλίσει μια υπόσχεση για ελάφρυνση του χρέους από τους πιστωτές, και εξετάζει το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών προκειμένου να ξεφορτωθεί τα πιο επαναστατικά μέλη του κόμματός του και να σχηματίσει μια πιο συνεκτική κυβέρνηση.
Μια πραγματική υπόσχεση για ελάφρυνση χρέους σίγουρα θα βοηθούσε τον Τσίπρα κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Όμως η Ισπανία και η Πορτογαλία θα συνεχίσουν να αντιτίθενται στην ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα, τουλάχιστον μέχρις ότου τελειώσουν οι εκλογές στις χώρες τους.
Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα δεν θα δει μια πρόταση για παράταση των λήξεων και χαμηλότερα επιτόκια τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους. Καθώς τα ελληνικά νοικοκυριά θα αρχίσουν να αισθάνονται την επίπτωση της υψηλότερης φορολογίας, η δημοφιλία του Τσίπρα θα μπορούσε να πληγεί και αυτό να επηρεάσει τους υπολογισμούς του ως προς το πότε και αν θα προκηρύξει εκλογές.
Αν και η ευρωζώνη θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει χρηματοοικονομικές απειλές στο μέλλον, τα πολιτικά ρίσκα θα είναι μεγαλύτερα.
Η ελληνική κρίση έχει αποδυναμώσει τις ευρωσκεπτικιστικές και αντιμνημονιακές δυνάμεις στην ευρωπεριφέρεια, όμως αυτό πιθανότατα θα είναι προσωρινό.
Για να ανακτήσουν τη δυναμική τους, τα κόμματα αυτά πιθανότατα θα μετατοπίσουν το επίκεντρο της προσοχής τους από τα οικονομικά ζητήματα, στην μάχη κατά της διαφθοράς και στην επίκριση των κομμάτων του κατεστημένου.
Όμως η κατάσταση στην Ελλάδα έχει πείσει τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις πως η ευρωζώνη πρέπει να μεταρρυθμιστεί, και οι φωνές που ζητούν οι χώρες να αντισταθούν σε αυτό που εκλαμβάνουν ως μια νομισματική ένωση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Γερμανίας, δεν θα σιγήσουν.
Το αντίθετο: όταν κατακάτσει η σκόνη στην Αθήνα, εξακολουθούν να υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε το εκκρεμές να κινηθεί και πάλι προς την αντίθετη κατεύθυνση και οι αντικαθεστωτικές δυνάμεις να ανακτήσουν την ισχύ τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου