Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Η συντριβή που έσωσε την επανάσταση του 1821

Η συντριβή που έσωσε την επανάσταση του 1821

ΗΤΤΑ ΔΡΑΜΑΛΗ ΣΤΑ ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ  
Μετά την τελική ήττα και το θάνατο του Αλή πασά, η Οθωμανική Αυτοκρατορία έστρεψε την προσοχή της προς την ελληνική επανάσταση και με σκοπό να την αντιμετωπίσει οριστικά διέταξε τις δυνάμεις στη βόρεια Ελλάδα να κινηθούν προς το Νότο. 


Αρχηγός της εκστρατείας στην Πελοπόννησο ορίστηκε να είναι ο Μαχμούτ πασάς, γνωστότερος στους Έλληνες με το προσωνύμιο «Δράμαλης», το οποίο απέκτησε καθώς εκτός από γιος ισχυρού άρχοντα του τόπου όπου γεννήθηκε (1780), υπήρξε το 1808 και τοπάρχης της Δράμας.

Νωρίς, λοιπόν, τον Ιούνιο του 1822, ο Δράμαλης ξεκίνησε από το Ζιτούνι της Λαμίας με μια τεράστια, για την εποχή εκείνη, στρατιά καθώς αποτελούνταν από περίπου 30.000 άνδρες πεζικού, 6.000 ιππικού και έξι κανονιών. 

Έφτασε στη Θήβα την 1η Ιουλίου και, αφού την πυρπόλησε, κινήθηκε με ταχύτητα προς τη Μεγαρίδα. Από εκεί κατευθύνθηκε στον Ισθμό και στις 6 Ιουλίου έφτασε ανενόχλητος στην Κόρινθο, αφού ο μεγάλος όγκο του στρατού του σκορπούσε απ’ όπου περνούσε τον τρόμο και τον πανικό. 

Η πόλη μάλιστα της Κορίνθου είχε εκκενωθεί την προηγούμενη νύχτα, καθώς οι τρομοκρατημένοι κάτοικοί της έσπευσαν να την εγκαταλείψουν, ενώ δυο μέρες αργότερα ο Ακροκόρινθος (τον οποίο οι Έλληνες είχαν καταλάβει τον Ιανουάριο) έπεσε στα χέρια του εχθρού. 

Στο κάστρο του υπήρχε φρουρά 300 στρατιωτών, μπροστά όμως στη στρατιά οι υπερασπιστές τους το εγκατέλειψαν ανυπεράσπιστο, αφού πρώτα σκότωσαν τον εκεί φυλακισμένο διοικητή της Κορίνθου, Κιαμήλ μπέη.

Ο Δράμαλης παρέμεινε στην Κόρινθο τρεις ημέρες και εκεί συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο, στο οποίο συμμετείχε και ο Γιουσούφ πασάς της Πάτρας. 

Ο τελευταίος ήταν που πρότεινε να διαιρέσει το στρατό του και να καταλάβει ταυτόχρονα την Αχαΐα και την Αργολίδα, και μετά να πήγαινε για την Τρίπολη. Παρακινούμενος όμως ο Μαχμούτ πασάς από την ως τότε ανεμπόδιστη πορεία του, αποφάσισε να συνεχίσει με όλο το στρατό του για το Άργος. Στις 12 Ιουλίου ήταν έξω από την πόλη και η είδηση ότι οι Τούρκοι είναι προ των πυλών προξένησε τέτοιο πανικό στους κατοίκους του Άργους, που έσπευσαν και εκείνοι να την εγκαταλείψουν. Ακόμη και τα περισσότερα μέλη του Εκτελεστικού και Βουλευτικού Σώματος διέφυγαν με πλοία -εκτός από ελάχιστους- φροντίζοντας κυρίως για τη διάσωση των αρχείων της κυβέρνησης. 

Για τη συμπεριφορά αυτή των πολιτικών στα απομνημονεύματά του ο Κολοκοτρώνης σημειώνει: «Το Βουλευτικό και το Εκτελεστικό δεν είχε καμμίαν δύναμιν, ούτε ενήργησε τίποτες εις αυτήν την περίστασιν. 

Ο Κανακάρης έλεγε: “Τα αρχεία ας γλυτώσωμε και το έθνος ας πάγη”».

Η ψυχραιμία του Κολοκοτρώνη
Την κατάσταση έσωσε η ψυχραιμία και η στρατηγική σκέψη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που εκείνες τις μέρες βρισκόταν στην Τρίπολη. Η Πελοποννησιακή Γερουσία και οι πρόκριτοι ζήτησαν τη συνδρομή του. 

Ο Κολοκοτρώνης ανταποκρίθηκε άμεσα και κάλεσε σε επιστράτευση όλους τους άνδρες ηλικίας 18-60 ετών, παίρνοντας ταυτόχρονα αυστηρά μέτρα κατά της λιποταξίας. 

Παράλληλα για να επιδεινωθεί η κατάσταση του τουρκικού στρατού, που βρισκόταν μακριά από τις βάσεις ανεφοδιασμού του διέταξε να κάψουν όλη τη σοδειά του κάμπου του Άργους, ενώ πιστεύοντας ότι ο στόχος του Δράμαλη ήταν η Τρίπολη, φρόντισε να κλειστούν όλες οι διαβάσεις προς τα εκεί και δημιουργήθηκε στρατόπεδο στους Μύλους (έξω από το Άργος) με 2.000 άνδρες.


Στη διάρκεια πολεμικής σύσκεψης στις 10 Ιουλίου του 1822 στον Αχλαδόκαμπο, ο Θ. Κολοκοτρώνης εξέθεσε με σαφήνεια στους υπόλοιπους οπλαρχηγούς το σχέδιό του και αυτό έγινε αποδεκτό από όλους. Τα κύρια σημεία του ήταν:

I. η κατάληψη επίκαιρων σημείων ώστε να απομονωθεί ο Δράμαλης μέσα στην Αργολίδα,

II. η κατάληψη του παλαιού κάστρου του Άργους, ώστε να απασχοληθούν αρκετές δυνάμεις του Δράμαλη, μέχρι να καταληφθεί και έτσι να χαθεί πολύτιμος χρόνος για τους εχθρούς και

III. η καταπόνηση και αφανισμός των Τούρκων στην αργολική ενδοχώρα από έλλειψη τροφών.

Έτσι όταν ο Δράμαλης έφθασε στις 13 Ιουλίου στο Άργος, άρχισε την πολιορκία του κάστρου νομίζοντας ότι εκεί ήταν αποθηκευμένα τα τρόφιμα. 

Αποτέλεσμα ήταν να καθυστερήσει εκεί αρκετά ο εχθρικός στρατός και να βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση λόγω έλλειψης νερού και τροφών.

Με δεδομένο μάλιστα ότι ο τουρκικός στόλος δεν είχε έρθει ακόμα στον Αργολικό κόλπο, ο Δράμαλης αποφάσισε να επιστρέψει στην Κόρινθο. 

Στο μεταξύ οι Πελοποννήσιοι άρχισαν να μαζεύουν στρατεύματα με συνέπεια τουλάχιστον 8.000 πολεμιστές να συγκεντρωθούν με αρχιστράτηγο τον Κολοκοτρώνη, ενώ άλλες 2.000 συγκεντρώθηκαν με αρχηγούς τον Υψηλάντη, τον Νικηταρά και τον Παπαφλέσσα.

Προτού όμως ο Δράμαλης υποχωρήσει, προσπάθησε μάταια να παραπλανήσει τους Έλληνες ότι δήθεν θα προχωρούσε προς Τρίπολη. 

Ο Κολοκοτρώνης, όμως, αντιλαμβανόμενος τη δεινή θέση του εχθρού και παραμερίζοντας τις επιφυλάξεις του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και άλλων οπλαρχηγών, έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό του. 

Ο ίδιος θα καταλάμβανε τα Δερβενάκια, ενώ οι άλλοι οπλαρχηγοί θα έμεναν στις θέσεις τους σε περίπτωση που ο Δράμαλης συνέχιζε προς Τρίπολη.

Έτσι με 2.500 άνδρες κατευθύνθηκε στον Άγιο Γεώργιο Νεμέας (ΒΔ του στενού των Δερβενακίων), προκειμένου να αποκλείσει τους τέσσερις δρόμους-διαβάσεις που οδηγούσαν προς Κόρινθο. 

Ο πρώτος ήταν ομαλότερος αλλά μακρύτερος: μετά το Φίχτι έκλινε δυτικά προς την περιοχή του Άγιου Γεώργιου και κινούμενοι οι εχθροί προς την πεδιάδα της Κουρτέσας θα έφταναν στην Κόρινθο.

Ο δεύτερος ήταν του Δερβενακίου: βόρεια του χωριού Φίχτι άρχιζε το στενό, περνούσε από τη ρεματιά ανάμεσα στις Χρυσοκουμαριές (δυτικά) και τον Ανεμόμυλο (ανατολικά) και μετά άρχιζε το φαράγγι που κατέληγε στην τοποθεσία «Χάνι του Ανέστη» έχοντας αριστερά το Αγριλόβουνο και δεξιά την Παναγόρραχη. 

Ο δρόμος ήταν λιθόστρωτος στα περισσότερα σημεία του και ταυτόχρονα ο περισσότερο συνηθισμένος.

Ο τρίτος δρόμος ήταν του Αγίου Σώστη: άρχιζε από το Χαρβάτι (Μυκήνες), περνούσε από την Παναγόρραχη και τη δυτική πλευρά του Τρίκορφου, συνέχιζε στη μονή Αγ. Σώστη και οδηγούσε στην Κουρτέσα. Ήταν μεν συντομότερος του Δερβενακίου, αλλά έφθανε σε μεγαλύτερο ύψος.
Ο τέταρτος και συντομότερος δρόμος ήταν του Αγιονορίου: περνούσε από το Μπερμπάτι (Πρόσυμνα), διακλαδωνόταν στο Στεφάνι και από εκεί μέσω της κλεισούρας Αγιονορίου έφθανε στην Κλένια.
Ο Κολοκοτρώνης, αδυνατώντας να αποκλείσει όλες τις διαβάσεις, κατέλαβε ο ίδιος με 800 άνδρες τις Χρυσοκουμαριές, ενώ έστειλε 700 άνδρες υπό τον Γεώργιο Δημητρακόπουλο στο Αργιλόβουνο, 700 υπό τον Αντώνη Κολοκοτρώνη στην Παναγόρραχη, 150 υπό τον παπα-Δημήτρη Χρυσοβιτσιώτη στο χωριό Ζαχαριά. Παράλληλα για να αποτρέψει τον εχθρό να στραφεί προς τον Αγ. Γεώργιο, τοποθέτησε μεταξύ Αγ. Γεωργίου και Δερβενακίου ένα ψευδοστράτευμα με ζώα, κάπες και φέσια αγωνιστών, που από μακριά έμοιαζαν με ισχυρό συγκεντρωμένο στράτευμα, ενώ ζήτησε από τους Πλαπούτα, Παπανίκα, Νικηταρά και τον Παπαφλέσσα να έλθουν για ενίσχυση.
Έτσι στο Στεφάνι «στάθηκε» ο αρχιμανδρίτης Γρηγόρης Δικαίος-Φλέσσας (ο γνωστός Παπαφλέσσας) μαζί με τον αδερφό του Νικήτα Φλέσσα και σώμα 400 στρατιωτών που μαζί με τους κατοίκους των πέριξ χωρίων οι αγωνιστές έφτασαν τους περίπου 800 άντρες, που την ημέρα της μάχης ενισχύθηκαν με 50 στρατιώτες που έφτασε από το Άργος υπό του Δημήτρη Υψηλάντη. Στο μεταξύ ο Νικηταράς είχε τοποθετήσει απέναντι από το Στεφάνι σκοπιά, για να παρακολουθήσει τις κινήσεις των Τούρκων στον αργολικό κάμπο.
Η έναρξη του μακελειού
Η σκοπιά αυτή κατά τις 13:00 της 26ης Ιουλίου 1822 ειδοποίησε «διά καπνών» τους Έλληνες σε Στεφάνι και Αγιονόρι ότι οι Τούρκοι βάδιζαν προς το Δερβενάκι. Μια ώρα αργότερα η εμπροσθοφυλακή των Τούρκων αποτελούμενη από 1.000 Αλβανούς έφτασε στο νότιο στενό του Δερβενακίου. Οι Έλληνες του Αντώνη Κολοκοτρώνη, κρυμμένοι αθέατοι στη πλαγιά του Αγριλόβουνου, τους άφησαν να προχωρήσουν ανενόχλητους. Μόλις μετά από μιάμιση ώρα επιτέθηκαν ξαφνικά. Αιφνιδιασμένη η εμπροσθοφυλακή έσπευσε να ξεφύγει προς το στενό του Αγ. Σώστη.
Ένα σώμα ιππικού του Δράμαλη που πήγε να «πιάσει» το Δερβενάκι εξολοθρεύτηκε κοντά στην τοποθεσία Άγιος Βασίλης από τον Νικηταρά, που από εκεί πήρε και το… όνομα Τουρκοφάγος. Μόνο λίγοι από τους δελήδες (ελαφρό ιππικό) έφυγαν με τα πόδια στα γύρω βουνά, όπου και σκοτώθηκαν.
«Έρριχναν εις τον σωρόν»
Όσοι κατόρθωσαν να γλιτώσουν έφτασαν στον Αγ. Σώστη και από εκεί σώθηκαν στην πεδιάδα της Κουρτέσας. Τα σώματα του Νικηταρά, των Φλεσσαίων και των άλλων οπλαρχηγών, είχαν καθυστερήσει να «πέσουν» στη μάχη, καθώς φτάνοντας στο «αρχαιότατο υδραγωγείο των Μυκηνών», στην κοιλάδα του Κεφαλαρίου, έμαθαν ότι οι Τούρκοι από το Δερβενάκι οπισθοχωρούσαν. Η πληροφορία προκάλεσε αρχικά σύγχυση, με συνέπεια να χαθεί πολύτιμος χρόνος, καθώς δεν ήξεραν τι να κάνουν. Μόνο όταν άρχισαν να ακούγονται οι πυροβολισμοί από την κατεύθυνση του Δερβενακίου, έσπευσαν προς το μέρος εκείνο ανεβαίνοντας στη ράχη του Τρίκορφου.
Και τότε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες όλων των απομνημονευματογράφων, έγινε κυριολεκτικά σφαγή των Τούρκων που κράτησε πέρα από τη δύση του ήλιου. Ο Φωτάκος μας διηγείται: «Έγεινεν ο μεγαλύτερος σκοτωμός. Ο τουφεκισμός εδιήρκεσεν μιάν ημισύ ώραν, και επειδή ενύκτωσεν και δεν έβλεπαν πλέον, έρριχναν εις τον σωρόν… Το μέρος ήτο πολύ κατήφορον και εκυλούσαν τα ζώα και οι άνθρωποι ζωντανοί και σκοτωμένοι… και εγέμισε το ρέμα, ο ένας ήτο τότε πλακωμένος από τον άλλον, από τα ζώα και από τα φορτώματα…».
Γύρω στις 2.500 με 3.000 πρέπει να υπολογιστούν οι Τούρκοι νεκροί και τραυματίες την ημέρα εκείνη. Η τρομερή μάλιστα καταστροφή ανάγκασε τον Δράμαλη να εγκαταλείψει την προσπάθειά του και να οπισθοχωρήσει μαζί με το υπόλοιπο μέρος του στρατού του στη Γλυκειά (Τύρινθα). Αφού διανυκτέρευσαν και έμειναν εκεί και την επομένη, ο Δράμαλης, τα χαράματα της 28ης Ιουλίου, αποφάσισε να προχωρήσει στη δεύτερη προσπάθειά τους να καταφύγει στην Κόρινθο. Αυτή τη φορά επιχείρησε να διαφύγει διά μέσου του ανατολικού περάσματος, της Κοντοπορείας. Εκεί όμως κτυπήθηκε και πάλι από τον Νικηταρά με αποτέλεσμα να υποστεί νέες μεγάλες απώλειες. Η φθορά μάλιστα της στρατιάς των Τούρκων θα μπορούσε να ήταν ακόμα μεγαλύτερη εάν, όπως διηγείται ο Κριεζής, οι Έλληνες δεν επιδίδονταν στην αρπαγή λαφύρων από τη μάχη στα Δερβενάκια, με αποτέλεσμα ελάχιστοι να είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν και να κυνηγήσουν τους Τούρκους στην Κλεισούρα. Όπως διηγείται ο Νικηταράς: «Με τες πλάκες εμπόδιζα τους Έλληνες να μη κάμουν λάφυρα, αλλά να πάμε κατόπιν των Τούρκων». Έτσι όσοι Τούρκοι κατάφεραν να ξεφύγουν από τους Έλληνες μπόρεσαν να περάσουν το πέρασμα της Κλεισούρας. Μαζί τους και ο Δράμαλης. Η συντριβή όμως της τεράστιας στρατιάς του είχε πλέον ολοκληρωθεί.

Μια συντριβή που έσωσε τελικά την Επανάσταση στην Πελοπόννησο και έμεινε ως θρύλος στη λαϊκή μνήμη, ενώ ο Κολοκοτρώνης, ως εμπνευστής της, απέκτησε μεγάλο κύρος και αναδείχθηκε αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων.

Στην Κόρινθο τελικά, και έπειτα από αλλεπάλληλες προσπάθειες να σπάσει τον κλοιό των Ελλήνων που τον είχαν αποκόψει από το υπόλοιπο της Πελοποννήσου και τη Στερεά Ελλάδα, έμελε να πεθάνει λίγους μήνες αργότερα ο Δράμαλης κτυπημένος από τύφο.
paraskevi13

Δεν υπάρχουν σχόλια: