Ένα από τα πιο σημαντικά στάδια της επέκτασης της στρατηγικής εκτός του αυστηρώς στρατιωτικού πλαισίου είναι η υιοθέτηση από τους δημιουργούς της τής αρχής της θεωρίας παιγνίων Newman και Morgenstern του 1944. Η περίοδος της διοίκησης, της διεύθυνσης και της πολιτικής επιχειρήσεων, λόγω των προδρόμων του σχεδιασμού στις επιχειρήσεις, αντικαταστάθηκε σταδιακά από τη στρατηγική επιχειρήσεων. Πέραν τούτου με την πάροδο του χρόνου το σύστημα «μάναντζμεντ άμυνας» και η διαχείριση κρίσεων φαίνονται ανταγωνιστικά ως προς τη στρατηγική.
Στην πραγματικότητα, όπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια, υπάρχει μια θεμελιώδης τεράστια διαφορά ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη. Η καθαρή στρατηγική είναι ουσιαστικά ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος, σύμφωνα με τη διατύπωση Neumann. Διότι συνοπτικά, η βασική διένεξη είναι η μονομαχία. Εξ ου και η διατύπωση του Tarde της θεωρίας της λογικής μονομαχίας. Είναι έκτοτε σαφές πως αυτό αποτελεί μια απλοϊκή άποψη περί της εμπόλεμης κατάστασης, ακόμη και όταν συμπληρώθηκε από το δίκαιο της συμμαχίας στις τριπλότητες του Caplow, συγκεκριμένα «τρεις πρωταγωνιστές τείνουν να μειωθούν σε δύο, συμμαχώντας οι δύο πιο αδύναμες κατά του ισχυρότερου ή συμφωνώντας οι ισχυρότεροι για να διαμελίσουν τους πιο αδύναμους.» Αυτό που μπορούμε να ερμηνεύσουμε με όρους θεωρίας γραφημάτων, με τον ακόλουθο τρόπο: A ≤ B ≤ C (A → C et B → C) ή (A → B et A→ C) και να αντιληφθούμε ότι πρόκειται απλώς για μια εννοιολογική πραγματικότητα θεωρίας Ramsey, ανεξάρτητης από τα χαρακτηριστικά των αντιπάλων και κυρίως που δεν περιλαμβάνει τον χρόνο, πράγμα που αποτελεί ένα σοβαρό λάθος από την πλευρά της στρατηγικής.
Επί πλέον, η εμφάνιση στην πυρηνική εποχή της έννοιας «worst case analysis» καταδεικνύει τα θεωρητικά μειονεκτήματα μιας στάσης βασισμένης αποκλειστικά στο πιθανόν. Διότι ο πόλεμος, σύμφωνα με τη διατύπωση Clausewitz, είναι ένας πραγματικός χαμαιλέων και ως εκ τούτου εκ φύσεως απρόβλεπτος μέσα στην πολυμορφία του. Και συνεπώς βλέπουμε να εμφανίζεται ένα ενδογενές εννοιολογικό εργαλείο στο πλαίσιο αυτό, δηλαδή η λογική των πιθανοτήτων που είναι βασισμένη στο γεγονός ότι η πληροφόρηση ποτέ δεν είναι άριστη. Και μέσα σ’ ένα σύμπαν όπου η πληροφόρηση είναι ουσιαστικά ελλιπής, ούτως ειπείν εξ ορισμού και παρά την επικρατούσα άποψη που θα υποβάθμιζε την στρατηγική σε μια αμιγώς τεχνική διαδικασία, οικοδομεί πάνω σε τεχνολογικό υπόστρωμα, πρέπει να επιμείνει στη νοητική της διάσταση. Διότι εμπεριέχει όχι μόνον μια υλική συνιστώσα με τα μέσα που εφαρμόζονται, μα κυρίως μια νοητική συνιστώσα που αποτελεί τη στρατηγική δράση του στρατηγού. Μέσα σε έναν αβέβαιο κόσμο, η επιβίωση του ανθρώπου ανέκαθεν εξαρτήθηκε από το κύριο χαρακτηριστικό του, δηλαδή τη νοημοσύνη. Δεν προκαλεί συνεπώς έκπληξη το ότι αυτή εμφανίζεται στο πεδίο της στρατηγικής. Ο χαμαιλεοντισμός κατ’ ουσίαν προσαρμόζεται σε συνθήκες κρίσης και γενικότερα στον πόλεμο. Η πλαστικότητά του τού επιτρέπει να εξελίσσεται μέσα στο σύμπαν του οποίου δεν έχει άριστη γνώση. Συνεπώς δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον μέσα σε έναν κόσμο αυτόματο δηλαδή που διέπεται από έναν ντετερμινιστικό αλγόριθμο. Δεν αποκτά όλη του την ισχύ παρά μόνον μέσα σε ένα πλαίσιο, όπου η πολυπλοκότητα των παραμέτρων τον καθιστά ανασφαλή. Διότι δεν αντιπροσωπεύει τον απόλυτο έλεγχο ενός γνωστού σύμπαντος, αλλά μία γνωσιολογική παράβαση μέσα σε έναν κόσμο μερικώς γνωστό. Η δράση του δεν είναι δομημένη στην εξάλειψη του λάθους ως μια τακτική άκαμπτης συμπεριφοράς, μα στην αξιοποίησή της ως εφευρετικό εργαλείο ελεύθερο από δομικούς περιορισμούς.
Η εξέλιξη της έννοιας της στρατηγικής οδηγεί στην συνειδητοποίηση της σημασίας της νοημοσύνης που παραμένει, παρά την τεχνολογική συνεισφορά, το ισχυρότερο όπλο του ανθρώπου. Και ακόμη κι αν κάποια μέρα, η φύση δημιουργήσει το τεχνητό, δεν θα έχει μεταβάλλει παρά μόνον το υπόστρωμα και η ουσία θα είναι πάντοτε η νοημοσύνη. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου