Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

Καλοί πολιτικοί, κακοί στρατιωτικοί;



Του Γιώργου Γεννηματά – Πρέσβης επί Τιμή

Τις παραμονές της επίσκεψης του πρωθυπουργού στο Ερζερούμ, ο Τούρκος υπουρ­γός Εξωτερικών δέχθηκε τηλεφώνημα του ‘Ελληνα ομολόγου του, κ. Δρούτσα.

Ο τελευταίος διαμαρτυρήθηκε για τις κλι­μακούμενες τουρκικές παρα­βιάσεις και κυρίως για εκείνες που σημειώθηκαν την παρα­μονή της επίσκεψης του πρω­θυπουργού στην Τουρκία, όταν οκτώ τουρκικά πολεμικά αε­ροσκάφη παραβίασαν την ελ­ληνική κυριαρχία. 

Λόγω της χρονικής συγκυρίας που σημειώθηκε, το επει­σόδιο αποκτά βαρύνουσα ση­μασία. Την ίδια όμως βαρύτη­τα αποκτά και η σημειωθείσα α­ντίδραση του κ. Νταβούτογλου.

Ο Τούρκος υπουργός δήλω­σε άγνοια για τις σημειω­θείσες παραβιάσεις και επι­φυλάχθηκε να διερευνήσει τις συνθήκες του συμβάντος και να επανέλθει στον ‘Ελληνα ο­μόλογο του. 

Τούτο και έπραξε, παρέχοντας τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις περί της «α­σφαλούς» πραγματοποίησης της επίσκεψης του ‘Ελληνα πρωθυπουργού.

Ο κ. Νταβούτογλου, δηλα­δή, καίτοι αρμόδιος για την ε­πίσκεψη υπουργός, αγνοούσε ότι η πολεμική αεροπορία της χώρας του παραβίασε την κυ­ριαρχία συμμαχικού κράτους, ο πρωθυπουργός του οποίου θα ήταν μετά δύο μέρες επίσημος προσκεκλημένος της Κυβερνήσεως του. 

Το επιχείρημα της μη ενημέρωσης δεν ευσταθεί. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο κ Νταβούτογλου είχε πλήρη άγνοια, δύσκολα μπορεί να υποστηρι­χθεί ότι η ελληνική αντίδραση -και μάλιστα προβληθείσα από τα ελληνικά ΜΜΕ – διέλαθε της προσοχής της τουρκικής πρε­σβείας στην Αθήνα.

Η τελευ­ταία, με αυξημένο, λόγω της ε­πίσκεψης, υπηρεσιακό ζήλο, α­σφαλώς και δεν θα παρέλειπε να ενημερώσει τους συνεργά­τες, τουλάχιστον του υπουρ­γού, επί του συμβάντος και της προκληθείοας εδώ αντίδρασης.

Τούτο αποτελεί στοιχειώδη υ­ποχρέωση των πρεσβειών που απαρέγκλιτα τηρείται, τις πα­ραμονές μάλιστα διμερών επισκέψεων, από τις διπλωματι­κές υπηρεσίες όλων των χω­ρών.

Δεν θα περιοριστούμε στην εσκεμμένη ή μη άγνοια του Τούρκου υπουργού. Το ε­ρώτημα είναι κατά πόσον ο κ. Νταβούτογλου μπορούσε, αλλά δεν ήθελε, να αποτρέψει τις ε­νέργειες της πολεμικής του α­εροπορίας, ή απλώς ήθελε και δεν μπορούσε.

Πολυάριθμες αναλύσεις έχουν γραφεί για τον ρόλο του στρατού και τον τρόπο που η ενάσκηση του ρόλου αυτού επιδρά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Αν και πολύ κατατοπιστικές, οι περισσότερες αναλύσεις καταλήγουν στην επισφαλή κρίση ότι η αποδυνάμωση του ρόλου του στρατεύματος θα επιφέρει, περίπου αυτόματα, την εξάλειψη των σημείων τριβής μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας, εξάλειψη που επιθυμεί η πολνπκή ηγεσία της Τουρκίας. 

Η παραπάνω θεώρηση αποδίδεται με την κωδική αποτύπωση «οι καλοί πολιτικοί-οι κακοί στρατιωτικοί».

Τα περισσότερα στελέχη του τουρκικού στρατεύ­ματος προέρχονται από τις λαϊκές τάξεις, από γονείς μικροαστούς και αγρότες. Με την ένταξη τους παρέχονται όμως πολλά προνόμια. 

Δεν αναμειγνύονται με άλλες επαγγελματικές η κοι­νωνικές ομάδες, ζουν ξεχωρι­στά, σε καλοχτισμένα συγκρο­τήματα, με άνετους και πράσι­νους χώρους, συχνάζουν στις λέσχες τους και γενικά απολαμβάνουν σεβασμού και κύρους.

Ο στρατός θεωρείται στη ση­μερινή Τουρκία θεματοφύλα­κας της ατατουρκικής παρά­δοσης, μοναδικός ερμηνευτής και προστάτης της κεμαλικής ορθοδοξίας, ιδιότητα που αυ­τόκλητα ο ίδιος επέλεξε.

Μπορεί βέβαια να υποστη­ριχθεί ότι ο Κεμάλ εξασφάλισε για τον στρατό τις προϋποθέσεις εκείνες που του επέτρεψαν αρ­γότερα να αναλάβει «ρυθμι­στικούς» ρόλους, από ουδεμία όμως έγγραφη ή προφορική α­ναφορά του προκύπτει ότι ό­ρισε ρητά τον στρατό θεματο­φύλακα των αρχών και της πο­λιτικής του.

Η επισήμανση αυ­τή είναι κυριαρχικής σημασίας, αφού α­πόρριψη της ιδιότη­τας αυτής στερεί το στράτευμα από κάθε δυνατότητα «παρεμ­βατικών» πρωτοβου­λιών, που πέραν κά­θε δημοκρατικής δε­οντολογίας θεωρεί ό­τι νομιμοποιείται να αναλαμβάνει.

Συγ­χρόνως, δε, το απο­τρέπει από την ενά­σκηση «σωφρονιστι­κών» αρμοδιοτήτων εναντίον όλων των απομακρυνομένων από τη κεμαλική ορθοδοξία. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τότε ο Κεμάλ ανέλαβε θεσμικό ρόλο ουδέποτε ξανά φόρεσε τη στρατιωτική στολή. Συνήθιζε μάλιστα να λέει ότι, α­πό τη στιγμή που ήταν πολίτης, δεν θα ξαναφορούσε στολή.

Όπως χαρακτηριστικά α­ναφέρεται («Ατατούρκ, μια ψυχογραφία), των Β. Βολκάν Ν Ίτσκοβιτς, σε μετάφραση Κ. Ζερβού, Καστανιώτης 2005 οελ. 495), μία τουλάχιστον πε ρίπτωση αποτελεί εξαίρεση Θέλοντας να εκφράσει την αντιπάθειά του στον Μουσολί­νι, βρήκε την κατάλληλη ευκαιρία, όταν ο Ιταλός πρέσβης ζήτησε να τον δει. Αφού τον χαιρέτισε, ζήτησε συγγνώμη και αποχώρησε, υποχρεώνο­ντας τον πρέσβη να περιμένει την επάνοδο του. 

Όταν επέ­στρεψε, φορούσε, για πρώτη φορά από την ανακήρυξη της Δημοκρατίας, τη στολή εκ­στρατείας του στρατάρχη.

Ενώ ενεθάρρυνε, δε, τον Ιταλό διπλωμάτη να συνεχίζει να μιλάει για τις αξίωσης της Ρώμης στην περιοχή της Αττάλειας, χτυπούσε με το καμουτσίκι ε­πιδεικτικά την μπότα του, που λόγω σχήματος συμβόλιζε την μπότα της Ιταλικής Χερσονήσου. 

Ο συμβολισμός ήταν σα­φής και ο συνομιλητής κατέ­γραψε δεόντως το μήνυμα.

Μια δημοσκόπηση που έ­γινε το 2006 στην Τουρ­κία, μεταξύ άλλων, κατέδειξε ότι το 90% του πληθυσμού ή­ταν υπερήφανο για τις ένο­πλες δυνάμεις του. Δεν γνω­ρίζουμε στην τωρινή συγκυρία ποιο θα ήταν το ακριβές πο­σοστό του αντίστοιχου αντι­προσωπευτικού δείγματος με τα αυτά δημοσκοπικά χαρα­κτηριστικά. 

Και τούτο διότι, στο δημοψήφισμα του περα­σμένου Σεπτεμβρίου, ποσοστό 58% του τουρκικού λαού ενέ­κρινε τις 26 συνταγματικές αλλαγές που αφορούσαν, για πρώτη φορά από την εποχή του Κεμάλ, και το στράτευμα. 

 

Υπενθυμίζεται ότι με τις αλ­λαγές αυτές, που αποτελούν σαφές δείγμα απαρχής συρρί­κνωσης του ρόλου του, επαναοριοθετείται η δικαιοδοσία των στρατιωτικών δικαστηρίων, αφού οι στρατιωτικοί θα λο­γοδοτούν πλέον, για εγκλή­ματα κατά του πολιτεύματος, στα πολιτικά δικαστήρια. 

 Ασφαλώς η πολιτική εξουσία έχει λόγους να περιορίσει τους αυτόκλητους ρόλους του στρα­τεύματος.

Όχι τόσον από επι­ταγή δημοκρατικής ευαισθη­σίας, όσο από στοιχειώδη πρό­νοια να το αποτρέψει από ε­πίδοξους “ρυθμιστικούς” ρό­λους, που με χαρακτηριστική άνεση ανέλαβε τρεις φορές στο παρελθόν.

Οι τουρκικές δραστηριότητες που συγκροτούν αμφισβητήσεις και παραβιάσεις της ελληνικής κυριαρχίας και που κατευθύνο­νται από τους στρατιωτικούς δύ­σκολα μπορούν να δημιουργή­σουν τεκμήριο μη ευθύνης της πολιτικής ηγεσίας.

Όλα εξάλ­λου τα ελληνικά διαβήματα δια­μαρτυρίας απορρίπτονται συλ­λήβδην από την πολιτική εξου­σία, που όχι μόνον ανέχεται, αλ­λά επικυρώνει με τη στάση της όλες τις έκνομες δραστηριότητες του στρατεύματος.

Η ηγετική πολιτική τάξη ασφαλώς είναι συ­νυπεύθυνη και δεν πρέπει να παρασυρόμαστε σε αβάσιμους επιμερισμούς ευθύνης.

Η στάση αυτή δεν προβλέ­πεται σύντομα να ανατραπεί. Ο στρατός θα συνεχίσει να δια­τηρεί τον αυτονομημένο ρόλο του και η πολιτική ηγεσία ηθε­λημένα ή μη, ανάλογα με τις περιστάσεις και το πολιτικό ό­φελος που προσδοκά, θα επι­κυρώνει με την ανοχή ή και με τη ρητή συγκατάθεση της τις πράξεις του. 

Δεν θα διαινδυνεύσει, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον, να έλθει σε ρήξη για ευαίσθητα θέματα εξωτερικής πολιτικής στο στράτευμα.

Συμπεράσματα περί του αντιθέτου όχι μόνο δεν μπορούν να δικαιολογηθούν, αλλά οδηγούν σε υπεραπλούστευση και επισφαλείς κρίσεις.

Εφημερίδα: ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ – ΣΕΛ.14

Geopolitics & Daily News

Δεν υπάρχουν σχόλια: