Τελικά η ολομέλεια του Αρείου Πάγου θα κρίνει το δικαίωμα όσων υπηρετούν στις ΕΔ να συνδικαλίζονται.
Και αυτό γιατί, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου,κ. Ιωάννης Τέντες, τάχθηκε κατά της δυνατότητας των στρατιωτικών να συνδικαλίζονται, διαφωνώντας με τον αρεοπαγίτη κ. Χαράλαμπο Δημάδη
Ο κ. Τέντες στο σκεπτικό του αναφέρει ότι από τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των στρατιωτικών προκύπτουν περιορισμοί στο δικαίωμα του συνδικαλισμού, ενώ η χωρίς επιφύλαξη αναγνώριση της συλλογικής τους δράσης και του συνδικαλισμού θα έθετε σε κίνδυνο τη στρατιωτική πειθαρχία.
Ο Χ.Δημάδης που είναι ο εισηγητής, υποστηρίζει βέβαια ότι η απεργία στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα, καθώς θέτει υπό άμεση απειλή την εθνική ασφάλεια της χώρας και για το λόγο αυτό συνιστά στρατιωτικό έγκλημα.
Ο Δημάδης τονίζει ότι σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές (άρθρα 4,12 και 23 Συντάγματος) και το άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), τα ατομικά δικαιώματα της συνενώσεως και της συνδικαλιστικής ελευθερίας απολαμβάνουν και οι υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Και μάλιστα χωρίς η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών να εξαρτάται από οποιαδήποτε άδεια ή την έκδοση σχετικού νόμου.
Στην αρχή της εισήγησής του ο κ. Δημάδης σημειώνει ότι «με τα άρθρα 12 παρ. 1 του Συντάγματος και 11 της ΕΣΔΑ, επί των οποίων ερείδεται και η γενικοτέρας σημασίας συνταγματική αρχή της ελευθέρας κοινωνικής ομαδοποιήσεως, κατοχυρώνεται το δικαίωμα ή η ελευθερία της συνενώσεως, οι φορείς του οποίου έχουν το δικαίωμα συστάσεως ενώσεως ή σωματείου, που αποβλέπει σε μη κερδοσκοπικούς σκοπούς».
Το ατομικό αυτό δικαίωμα -συνεχίζει ο αρεοπαγίτης- «περιλαμβανόμενο στα δικαιώματα της συλλογικής δράσεως, με προέχον χαρακτηριστικό γνώρισμα το συλλογικό στοιχείο, παρέχεται, αδιακρίτως, σε όλους τους Έλληνες πολίτες, ανεξαρτήτως κοινωνικής ή επαγγελματικής τάξεως, η δε άσκησή του δεν τελεί «υπό την ειδική επιφύλαξη του νόμου»».
Από καμία συνταγματική διάταξη δεν προκύπτει ότι για την απόλαυση από τους Έλληνες πολίτες του προαναφερομένου ατομικού δικαιώματος απαιτείται η έκδοση «τυπικού» νόμου, θα αναφέρει ο δικαστικός λειτουργός.
Η μη έκδοση νόμου που να προβλέπει το συνδικαλισμό στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεν συνεπάγεται -θα τονίσει ο αρεοπαγίτης- «την επ’ αόριστον αναστολή ή και τη ματαίωση ικανοποίησης του δικαιώματος να συνδικαλίζονται οι υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις».
Κατά συνέπεια, αναφέρει ο Δημάδης, «ο νόμος δεν επιτρέπεται να εξαρτήσει την άσκηση του επίμαχου ατομικού δικαιώματος από προηγούμενη άδεια του κράτους ή Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου ή Ιδιωτικού Δικαίου».
Διάταξη δε νόμου που «καθιερώνει την άδεια αυτή ως προϋπόθεση νομίμου συστάσεως και λειτουργίας ενώσεως ή σωματείου, αντίκειται ευθέως στο Σύνταγμα και δεν εφαρμόζεται» θα πει ο αρεοπαγίτης.
Περαιτέρω, υποστηρίζει ο κ. Δημάδης: «από την διάταξη του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγματος και 11 της ΕΣΔΑ, κατοχυρώνεται και η συνδικαλιστική ελευθερία, τόσο υπό την θετική της μορφή, περιλαμβάνουσα το δικαίωμα των εργαζομένων και των εργοδοτών που ασκούν το ίδιο επάγγελμα να συνιστούν σωματεία, τα οποία επιδιώκουν την υπεράσπιση, την προστασία και προαγωγή των οικονομικών, επαγγελματικών και ιδεολογικών συμφερόντων των μελών τους και να συμμετέχουν ελευθέρως σε υφιστάμενες συνδικαλιστικές οργανώσεις, χωρίς να εξαρτώνται από προηγούμενη άδεια, συναίνεση ή πλήρωση άλλων προϋποθέσεων, μη υποκείμενοι σε δυσμενείς κυρώσεις, όσον και υπό την αρνητική της μορφή, περιλαμβάνουσα τα δικαιώματα για τη μη σύσταση συνδικαλιστικής οργανώσεως και τη μη συμμετοχή σε υφιστάμενη συνδικαλιστική οργάνωση, καθώς και το δικαίωμα της παραιτήσεως από την ιδιότητα του μέλους».
Ο κ. Δημάδης αναφέρει ακόμη : «του ατομικού δικαιώματος της συνενώσεως και της συνδικαλιστικής ελευθερίας απολαμβάνουν, αδιακρίτως, όλοι οι Έλληνες πολίτες, μεταξύ δε αυτών και οι υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίοι τελούν σε ηθελημένη ειδική σχέση εξουσιάσεως προς το κράτος και σε ειδικό καθεστώς πειθαρχίας, μη συναγομένου του αντίθετου ούτε εκ του γράμματος, ούτε εκ του πνεύματος των συνταγματικών διατάξεων και της διατάξεως του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ.
Η αρχή άλλωστε της ισότητος που κατοχυρώνεται από το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος επιβάλλει στον νομοθέτη να μην δημιουργεί ρήγματα στην καθολικότητα των ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκτός εάν το ίδιο το Σύνταγμα εισήγαγε προσόντα προς άσκηση κάποιου δικαιώματος ή εάν η εις βάρος κάποιου αναστολή ή στέρηση κάποιου ατομικού δικαιώματος επιτρέπεται.
Το αντίθετο, η αναγνώριση δηλαδή της δυνατότητας να εισάγονται γενικές εξαιρέσεις από το νομοθέτη εκεί όπου το Σύνταγμα δεν διακρίνει ή απλώς σιωπά θα άφηνε, κατ’ ουσίαν, ελεύθερο το πεδίο για την αναβίωση αυθαιρέτων διακρίσεων ενώπιον του νόμου και τη δημιουργία πολιτών ιδιαίτερων τάξεων, ομάδων ή κατηγοριών.
Οι υπηρετούντες δε στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν αποτελούν ειδική κατηγορία Ελλήνων πολιτών, κείμενοι εκτός του πεδίου των επιμέρους εγγυήσεων των συνταγματικών δικαιωμάτων, οι δε διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες δεν προβλέπουν ρητώς εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής τους, ούτε μπορεί να ισχύσει γι’ αυτούς ένα τεκμήριο διαφοροποιήσεως ως προς την απόλαυση όλων, ανεξαιρέτως, των ατομικών δικαιωμάτων που προβλέπονται από το Σύνταγμα για όλους τους Έλληνες ανεξαρτήτως φύλου, επαγγέλματος, κοινωνικής ή οικονομικής τάξεως, υπό την έννοια ότι αυτοί έχουν μόνο όσα δικαιώματα που ρητώς τους απονέμει η ισχύουσα συνταγματική τάξη και οι κείμενοι νόμοι.
Αντιθέτως, αυτοί κατά τεκμήριο έχουν όλα τα δικαιώματα που έχουν όλοι οι Έλληνες πολίτες με τους, κατά το Σύνταγμα, θεμιτούς περιορισμούς, που μπορούν να επιβληθούν».
Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση αυτή παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου από το Δ’ Τμήμα, λόγω μείζονος σπουδαιότητας.
Προηγουμένως, πρωτόδικα (Πενταμελές Πρωτοδικείο Αθηνών), το 2005 η Ένωση Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων είχε δικαιωθεί, καθώς κρίθηκε ότι είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα η συνδικαλιστική δραστηριότητα των αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Αντίθετα, το Εφετείο Αθηνών έχει κρίνει ότι από το Σύνταγμα και τους νόμους δεν επιτρέπεται ο συνδικαλισμός στις Ένοπλες Δυνάμεις και ο σχετικός περιορισμός που τίθεται είναι θεμιτός.
Ακόμη, το Εφετείο αποφάνθηκε ότι στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά οι διατάξεις περί συνδικαλισμού των Σωμάτων Ασφαλείας (ΕΛ.ΑΣ., κ.λπ.).
Στην αναίρεση που άσκησαν οι αξιωματικοί των Ε.Δ. κατά της εφετειακής απόφασης, επισημαίνουν ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα έχουν νόμιμο δικαίωμα να συνδικαλίζονται, όπως και οι ένστολοι της ΕΛΑΣ.
Τέλος, ο αρεοπαγίτης Δημάδης προτείνει την αναίρεση της απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Ο αρεοπαγίτης Χαρ. Δημάδης κάνει θετική εισήγηση στην Ολομέλεια για το αίτημα των στρατιωτικών στον συνδικαλισμό.
Βέβαια ο αεροπαγίτης υποστηρίζει ότι δεν επιτρέπεται η απεργία,αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι και οι στρατιωτικοί δεν μπορούν να απολαμβάνουν "τα ατομικά δικαιώματα της συνενώσεως και της συνδικαλιστικής ελευθερίας".
Και μάλιστα χωρίς η άσκηση των δικαιωμάτων αυτών να εξαρτάται από οποιαδήποτε άδεια ή την έκδοση σχετικού νόμου.
Στην εισήγησή του τονίζει ότι « οι υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις δεν αποτελούν ειδική κατηγορία ελλήνων πολιτών, κείμενοι εκτός του πεδίου των επιμέρους εγγυήσεων των συνταγματικών δικαιωμάτων, οι δε διατάξεις του Συντάγματος, οι οποίες δεν προβλέπουν ρητώς εξαιρέσεις από το πεδίο εφαρμογής τους, ούτε μπορεί να ισχύσει γι' αυτούς ένα τεκμήριο διαφοροποιήσεως ως προς την απόλαυση όλων, ανεξαιρέτως, των ατομικών δικαιωμάτων που προβλέπονται από το Σύνταγμα για όλους τους έλληνες ανεξαρτήτως φύλου, επαγγέλματος, κοινωνικής ή οικονομικής τάξεως, υπό την έννοια ότι αυτοί έχουν μόνο όσα δικαιώματα που ρητώς τους απονέμει η ισχύουσα συνταγματική τάξη και οι κείμενοι νόμοι.
Αντιθέτως, αυτοί κατά τεκμήριο έχουν όλα τα δικαιώματα που έχουν όλοι οι έλληνες πολίτες με τους, κατά το Σύνταγμα, θεμιτούς περιορισμούς, που μπορούν να επιβληθούν».
Η υπόθεση έφθασε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου μετά τη σχετική απόφαση του Δ' τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου μετά από δύο αποφάσεις,μία θετική από το Πρωτοδικείο της Αθήνας και μία αρνητική από το Εφετείο.
Τότε οι αξιωματικοί προσέφυγαν στον Άρειο Πάγο επιμένοντας στα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα τους για συνδικαλιστική ελευθερία.
Το Δ' τμήμα, παρά την αρνητική εισήγηση του αρεοπαγίτη Ελ. Μάλλιου που ταυτίστηκε πλήρως με την εφετειακή απόφαση κατά της συνδικαλιστικής δράσης , δεν απέρριψε την αναίρεση των αξιωματικών, άλλα έκρινε ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια.
OnAlert
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου