Τρίτη 29 Ιουνίου 2010
Βασανιστικό δίλημμα το Κουρδικό
Στην Τουρκία όλοι είναι θυμωμένοι αυτές τις μέρες. Και κυρίως απορημένοι, γιατί οι Κούρδοι πάλι ξεσηκώθηκαν και μετατρέπουν σε λίμνη αίματος κάθε πέρασμα του τουρκικού στρατού σε Ανατολή και Δύση.
Την ώρα που η τουρκική κοινωνία και συνείδηση είχε αρχίσει να αποδέχεται τη διαφορετικότητα της Ανατολίας και να είναι έτοιμη να δεχθεί «ανοίγματα» και παραχώρηση δικαιωμάτων στους Κούρδους, αντίστοιχα η τουρκική πολιτική δεν αποδείχθηκε τόσο έτοιμη να κάνει πράξη τις πρωτοβουλίες της.
Δεν πέρασε ένας χρόνος που η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε το «Κουρδικό Άνοιγμα», για πρώτη φορά μια πολιτική πρωτοβουλία που δεν πρότεινε λύση με όπλα κατά των αποσχιστικών τάσεων των Κούρδων-, και ξέχασε ότι έπρεπε να κάνει πράξεις, ό,τι υποσχέθηκε, πριν οι «άλλοι» πάρουν πάλι τα όπλα. Δηλαδή, περισσότερα δικαιώματα και αυτονομία των Κούρδων στην Ανατολία.
Αν και η τουρκική πολιτική απέδειξε ότι ακόμη απέχει από την εξεύρεση λύσης στο Κουρδικό, ο κοινός νους και ιδιαίτερα ο τύπος της Τουρκίας, που κατευθύνει πολλές φορές τη μαζική αντίληψη, έχει αλλάξει, αντιδρώντας αυτή τη φορά απέναντι στις κουρδικές επιθέσεις πολύ διαφορετικά απ' ό,τι μία δεκαετία πριν.
Η πολιτική εξουσία
Κοινός τόπος πλέον είναι, ακόμη και στον φιλοκυβερνητικό Τύπο, ότι οι Κούρδοι σκότωσαν, αλλά ένοχη είναι η πολιτική εξουσία. Όλο και περισσότερες πένες είναι πεπεισμένες, πλέον, ότι η λύση δεν είναι η καταστολή και το «κυνήγι Κούρδων» του τουρκικού στρατού στο βόρειο Ιράκ, αλλά οι πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση πλέον της αυτονομίας της «διαφορετικής» αυτής κοινότητας.
Η λέξη «αυτονομία» μπορεί να φόβιζε και να εξορκιζόταν πριν από κάποια χρόνια, καθώς αυτόματα σήμαινε για την τουρκική εθνική ακεραιότητα «διάσπαση», σήμερα όμως προβάλλεται ως η μόνη εναπομείνασα λύση για τους Κούρδους.
«Μία αληθινή πρωτοβουλία θα διασπούσε το ΡΚΚ. Ας αφήσουμε στην άκρη το εκλογικό κόστος και ας κάνουμε ό,τι κάνουν και οι άλλες χώρες για να αντιμετωπίσουν την τρομοκρατία. Ας γίνουμε έξυπνοι και μην πέφτουμε στην παγίδα της σύγκρουσης», προέτρεπε ο γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλί Μπιράντ, μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις των Κούρδων αυτονομιστών στη νοτιο-ανατολική Τουρκία, αλλά και την Κωνσταντινούπολη.
H κοινωνικο-πολιτική σύνθεση του τουρκικού κράτους είναι τέτοια, που πάντα βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλά διλήμματα και απαιτεί έξυπνες στρατηγικές επιλογές, προκειμένου να επιτύχει την κοινωνική συνοχή και ειρήνη μέσα στη χώρα.
Παρόλ' αυτά, η ένταση στο εσωτερικό της χώρας με το ΡΚΚ και στο εξωτερικό με το Ισραήλ έχει οδηγήσει τελευταία την τουρκική πολιτική ηγεσία σε βιαστικές και λαϊκίστικες ρητορείες, ένδειξη της αποτυχίας εφαρμογής των προαναγγελμένων λύσεων. Αυτό κάνει την κατάσταση πιο πολύπλοκη, αλλά όχι και μη αναστρέψιμη.
Ο Άγγλος φιλόσοφος και πολιτικός Φράνσις Μπέικον έλεγε: «Θεραπεύεις την ασθένεια, σκοτώνοντας τον ασθενή». Σκοτώνοντας τον άρρωστο ίσως είναι ο πιο εύκολος, φτηνός και καλύτερος τρόπος να απαλλαγείς από την αρρώστια. Έτσι φαίνεται ότι λειτουργούν ακόμη η τουρκική πολιτική και ο στρατός, όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν «ασθένειες» που παραλύουν την τουρκική κοινωνία, παρά τις περί του αντιθέτου ανακοινώσεις για «ανοίγματα».
Πυροδοτούν την έχθρα
Για παράδειγμα, η απάντηση στις τελευταίες αιματηρές επιθέσεις του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (με αντίστοιχο θάνατο δεκάδων αυτονομιστών ως αντίποινα), η τηλεοπτική κάλυψη των κηδειών των χαμένων στρατιωτών και της θλίψης των οικογενειών τους, όλα αυτά με κανέναν τρόπο δεν συμβάλλουν στην επίλυση. Προκαλούν το κοινό αίσθημα της μάζας, η οποία νιώθει υποχρεωμένη να αποτίσει φόρο τιμής στα θύματα μόνο της μίας πλευράς, και πυροδοτούν τον εθνικό διχασμό και την έχθρα μέσα στην τουρκική κοινωνία.
Κυβέρνηση και στρατός οργανώνουν και συμμετέχουν σε τέτοιες κηδείες προκαλώντας, αντί να προλαμβάνουν την περαιτέρω εχθρότητα. Πώς γίνεται τα κανάλια να μπαίνουν μέσα στα σπίτια των οικογενειών των χαμένων στρατιωτών και να δείχνουν τους γονείς να κλαίνε, να λιποθυμούν και να γεμίζουν τις οθόνες με συγκινητικά σχόλια γι' αυτές τις τραγικές στιγμές και να μη συγκινείται κάποιος ή να μην επιζητά την τιμωρία των «κακών»; Η τηλεοπτική εκμετάλλευση του πόνου των ανθρώπων αυτών καταδεικνύει ότι η πολιτική δεν είναι καθόλου έντιμη και σοφή.
Σημειωτόν οι μεταρρυθμίσεις
ΕΙΝΑΙ εμφανές, πλέον, ότι η κυβέρνηση προχωράει αργά στις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται από την Ε.Ε. και ότι ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών καθυστερεί στην αναγνώριση των πολιτιστικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων των Κούρδων, που περιλάμβανε το περίφημο «Δημοκρατικό Άνοιγμα».
Από την άλλη πλευρά, λύσεις που θα μπορούσαν να εφαρμόσουν μη κυβερνητικές και κοινωνικές οργανώσεις δεν αναζητούνται καν, ή κρύβονται σκόπιμα. «Όλες αυτές οι αποτυχίες είναι σοβαρές και η κοινή γνώμη δικαιολογημένα πονάει και θρηνεί. Αυτοί που πρέπει να λάβουν αποφάσεις για θεραπεία, επιλέγουν την καταστροφή του ιστού της πολυπολιτισμικής κοινωνίας της Τουρκίας. Αντί να κατευνάζουν τον εθνικισμό, προκαλούν νέα αντίδραση και ανταγωνισμό, θέτοντας σε κίνδυνο τη σταθερότητα της Τουρκίας», γράφει ο Μοχάμεντ Τσετίν στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα «Ζαμάν».
Σε σοβαρή αμφισβήτηση ο στρατιωτικός νόμος στα νοτιο-ανατολικά της χώρας
Η ΣΠΑΣΜΩΔΙΚΗ απάντηση της κυβέρνησης στα τελευταία γεγονότα δείχνει ότι ακόμη βρίσκεται μακριά από την κατανόηση των λάθος τακτικών της πολιτικής της. Το ζήτημα είναι αν είναι αρκούντως προετοιμασμένη να απαντήσει στη βία, όπως διαφάνηκε από τη ρητορική που ανέπτυξε το πρωθυπουργικό γραφείο την περασμένη εβδομάδα, ή αν οι πολιτικοί χρειάζεται να γίνουν πιο «επιθετικοί» στη διαχείριση της ρίζας της βίας και να δουν τις αδικίες, οι οποίες επιτρέπουν στους Κούρδους να επιτίθενται; Η σημερινή κυβέρνηση, πριν από 10 μήνες, προσπάθησε να τραβήξει μία γραμμή στο πικρό παρελθόν. Μόνο που δεν διευκρινίστηκε αν η Τουρκία πρέπει να κρατήσει ένα πιο γλυκό καρότο ή ένα μεγαλύτερο μαστίγιο.
«Η απάντηση είναι αυτή που ήταν πάντα. Ότι η Τουρκία πρέπει να αποκτήσει μία διπλά αιχμηρή προσέγγιση. Πρέπει να καταλάβει τις ρίζες της επιθετικότητας και της δυσανασχέτησης, αλλά την ίδια ώρα να πολεμήσει και εκείνους που προσπαθούν να κερδίσουν από την πολιτική αντιπαράθεση μέσω του εκφοβισμού και της βίας. Δεν πρέπει μόνο να πολεμήσει την τρομοκρατία, αλλά να δημιουργήσει τις συνθήκες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας», εκτιμά ο αναλυτής Άντριου Φίνκελ.
Όταν η πολιτική κλείνει τους δρόμους που οδηγούν στην ελεύθερη και δημοκρατική έκφραση, τότε δεν έχει καμία λογική απάντηση να δώσει στους αντάρτες εκείνους που χρησιμοποιούν σφαίρες και στα παιδιά που πετάνε πέτρες.
Το δίλημμα της πολιτικής είναι ότι παραχωρώντας μεγαλύτερη ελευθερία στους Κούρδους, μπορεί να οδηγηθεί σε μία κατάσταση που δεν θέλει καν να ακούσει. «Δώσ’ τους μία ίντζα και θα ζητήσουν δικό τους κράτος». Η Τουρκία δεν βρίσκεται πλέον στη δεκαετία του ’90, όταν η καταστολή ήταν το κύριο μέσο αντιμετώπισης των Κούρδων.
Η νοοτροπία φαίνεται να έχει αλλάξει και το κοινό αίσθημα διά μέσου ή κατ’ επιβολήν του Τύπου είναι ενάντια πλέον στην καταπίεση και τον πατερναλιστικό έλεγχο που ασκεί η εξουσία σε όλη την κοινωνία.
Η τελευταία έξαρση της βίας των Κούρδων έθεσε σε σοβαρή αμφισβήτηση το στρατιωτικό νόμο στα νοτιο-ανατολικά της χώρας. Μία κοντόφθαλμη και λαϊκίστικη πολιτική σιγά-σιγά θα σκοτώσει και την ίδια την τουρκική κοινωνία, η οποία δεν θα είναι σε θέση πάντα να εξουδετερώνει τις «ασθένειές» της.
ΠΗΓΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου