Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Από λόγια καλά τα πάμε τελευταία, στην ουσία θα μπούμε;



Κατά την παρέμβασή του στη συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής (06.07.11) ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Πάνος Μπεγλίτης, αναφέρθηκε στις σχέσεις Ελλάδας – Ισραήλ, δηλώνοντας τα εξής:

«Η ανάπτυξη και εμβάθυνση των σχέσεών μας με το Ισραήλ είναι για την κυβέρνησή μας μια στρατηγική επιλογή. 


Θέλω να σας ενημερώσω ότι σύντομα θα υπογράψουμε το Μνημόνιο Κατανόησης για την ανάπτυξη των στρατιωτικών, στρατηγικών, αμυντικών, τεχνολογικών και βιομηχανικών σχέσεων με τον ομόλογό μου Υπουργό Άμυνας του Ισραήλ. 

Επίσης, σύντομα θα υπογράψουμε και τη σχετική διακρατική συμφωνία αμυντικής και στρατιωτικής συνεργασίας, κυρίως στον τομέα της συνεργασίας των αμυντικών βιομηχανιών και αμυντικών εξοπλισμών, όπως ήδη έχουμε ανακοινώσει στη Βουλή και στην αρμόδια Επιτροπή. 

Αντιλαμβανόμαστε όλοι τη σημασία που έχουν για τα εθνικά μας συμφέροντα οι σχέσεις με το Ισραήλ. Θέλω, όμως, εδώ, στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων, να επισημάνω ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων με το Ισραήλ δεν θα επηρεάσει στο παραμικρό την ανάπτυξη και εμβάθυνση των ιστορικών σχέσεων με τον αραβικό κόσμο, την ανάπτυξη και την περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεών μας με την Τουρκία.

Στην εξωτερική μας πολιτική και στην πολιτική εθνικής άμυνας της χώρας δεν λειτουργούμε με αντανακλαστικό τρόπο.

Πιστεύουμε ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων με όλους τους ενεργούς παράγοντες της ευρύτερης περιοχής θα προσφέρει στην ειρήνη, στη σταθερότητα και στην ασφάλεια της περιοχής μας. Αυτοί είναι οι ευρύτεροι στρατηγικοί μας στόχοι. 

Δηλαδή ειρήνη, ασφάλεια και σταθερότητα στην περιοχή μας, γιατί μέσα από την υλοποίηση αυτών των τριών στόχων η Ελλάδα μπορεί να αναπτύξει, και όχι μόνο να υπερασπιστεί, τα εθνικά της συμφέροντα και τις πολιτικές της, σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολη και ευαίσθητη.»

Το «defence-point.gr» έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα και με συγκεκριμένη επιχειρηματολογία υπέρ της ανάπτυξης και εμβάθυνσης των διμερών σχέσεων των δυο χωρών, εκτιμώντας ότι υφίστανται κοινά συμφέροντα τα οποία θα εξυπηρετηθούν καλύτερα εάν οι δυο χώρες ενώσουν τις δυνάμεις τους. 

Ωστόσο, το ιστορικό των διμερών σχέσεων είναι άκρως προβληματικό, οπότε θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι περιθώριο επανάληψης των φαινομένων του παρελθόντος απλά δεν υπάρχει. Και εξηγούμαστε:

Καλά είναι τα Μνημόνια και οι υπογραφές τους σε τελετές όπου οι δυο πλευρές προβαίνουν σε βαρύγδουπες ανακοινώσεις προθέσεων, δίνοντας την εντύπωση ότι ανατέλλει… ο χρυσούς αιώνας στις διμερείς σχέσεις. 

Στη θέση που βρίσκεται η χώρα μας όμως, δεν έχει άλλο περιθώριο και επιλογή από το να επιδιώξει να αποκομίσει απτά αποτελέσματα τα οποία θα ενισχύσουν την εθνική της ασφάλεια και θα την βοηθήσουν να ξεφύγει από το σημερινό τέλμα. 

Εξάλλου, αυτό είναι το νόημα το διεθνών σχέσεων, οι οποίες δεν θα πρέπει να προσεγγίζονται με συναισθηματικά φορτισμένους προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση όρους, αλλά να αναζητούνται τρόποι αμοιβαία επωφελείς ώστε και οι δυο πλευρές να είναι ικανοποιημένες.

Τι πρέπει όμως να αποφύγει η ελληνική πλευρά; Ασφαλώς τα λάθη του παρελθόντος. Ποια είναι αυτά; 

Το ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που είχε κατανοήσει τη γεωστρατηγική σημασία της ανάπτυξης σχέσεων με το κράτος του Ισραήλ, στο περιεχόμενο του περίφημου απορρήτου τμήματος της διμερούς συμφωνίας – η οποία, ας σημειωθεί, ήταν πολύ πιο προωθημένη από τις αντίστοιχες συμφωνίες της Άγκυρας με το Τελ Αβίβ – είχε καταγράψει μια σειρά από εξοπλιστικά προγράμματα, η υλοποίηση των οποίων, κυρίως των δύο πρώτων στη λίστα, είχε λάβει με κοινή συμφωνία χαρακτήρα επιβεβαίωσης των διπλωματικών διακηρύξεων, ως προϋπόθεση ανάπτυξης της συνεργασίας στα υπόλοιπα επίπεδα. 

Με τον τρόπο αυτό η συμφωνία αντί για γεωστρατηγικό, λάμβανε έναν εμπορικό χαρακτήρα, ο οποίος αν και αποτελεί τμήμα της «μεγάλης εικόνας» δεν μπορεί να προηγείται χρονικά και να τίθεται ως προϋπόθεση υλοποίησης και των υπολοίπων.

Αυτό που πρέπει να προηγείται είναι η ορθή ανάγνωση και καταγραφή των γεωστρατηγικών συμφερόντων των δυο πλευρών, καθώς επίσης και τα σημεία ταύτισής τους. Τι ακριβώς επιδιώκουν δηλαδή τα δύο μέρη τα οποία συνομολογούν τη συμφωνία.

Όταν η συνεργασία στον τομέα αυτό προχωρήσει και εμπεδωθεί από τα δυο μέρη η σημασία και η χρησιμότητά της, τότε τα υπόλοιπα έπονται σχεδόν από μόνα τους, ως φυσικό επακόλουθο. 

Υπό το πρίσμα αυτό, η σημερινή συγκυρία προσφέρεται για μια υγιή επανεκκίνηση των διμερών σχέσεων Αθήνας – Τελ Αβίβ. Η εξήγηση είναι εξαιρετικά απλή:
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν χρήματα για φιλόδοξα εξοπλιστικά προγράμματα και η απόλυτη προτεραιότητα είναι αυτονόητα η συντήρηση και καλή λειτουργία των υπαρχόντων συστημάτων. 

Όλα όσα ακούγονται για μεγαλόπνοους αμυντικούς και εξοπλιστικούς σχεδιασμούς ή αφελή είναι ή ύποπτα.

Εάν όμως εξηγηθεί το πως τα ελληνικά συμφέροντα διαπλέκονται με αυτά της άλλης πλευράς πόσο απίθανο είναι να αξιοποιηθούν οι – εξαιρετικοί και στα κατάλληλα σημεία… – δίαυλοι επιρροής του αντισυμβαλλομένου για την δωρεάν παραχώρηση κομβικής σημασίας οπλικών συστημάτων στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όταν συνειδητοποιήσει ότι οι επιχειρησιακές δυνατότητες που θα προστεθούν θα ωφελήσουν σε ένα ευρύτερο επίπεδο την ασφάλεια και την αποτροπή και των δυο πλευρών; 

Προφανώς δεν μπορούμε να επεκταθούμε περισσότερο προς το παρόν, αλλά ο καθένας μπορεί να βάλει… τη φαντασία του να δουλέψει.

Με δεδομένα τα προαναφερθέντα, δεν θα ήταν υπερβολικό να παρατηρήσουμε ότι η αναβολή για το φθινόπωρο των επισήμων επισκέψεων Ελλήνων αξιωματούχων στο Ισραήλ δεν εξυπηρετούν τον στόχο της διατήρησης της δυναμικής που έχουν λάβει οι διμερείς σχέσεις. 

Η δικαιολογία είναι βέβαια απολύτως πειστική. 
Η κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά σε τεράστια εμπόδια κινδυνεύοντας ακόμα και με ανατροπή.
Ωστόσο, ο σκόπελος αυτός ξεπεράστηκε και δεδομένης της κρισιμότητας της συγκυρίας, η θερινή ραστώνη και τα μπάνια του λαού θα μπορούσαν να καθυστερήσουν για μερικές ημέρες…


 defence-point.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: