Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010

Νταβούτογλου, Στρατηγικό βάθος και η πνευματική αμηχανία αν όχι ανημποριά των νεοελλήνων


Παναγιώτης Ήφαιστος
Η νέο-Οθωμανική πολιτική της Τουρκίας που εκκολάπτεται εδώ και καιρό αλλά αποκρυσταλλώθηκε στο βιβλίο Στρατηγικό βάθος του Αχμέτ Νταβούτογλου, νυν Υπουργού Εξωτερικών, σχοινοβατώντας εισέρχεται δυναμικά μέσα στην θυελλώδη δίνη της μεταψυχροπολεμικής διεθνούς πολιτικής.

Συγκρούεται με τους Εβραίους, συντηρεί σχέσεις με τα ισλαμικά καθεστώτα και συνάπτει μαζί τους συμφωνίες, αλλά, επικοινωνιακά πρωτίστως, απευθύνεται στις ισλαμικές κοινωνίες. Συμπεριφέρεται ισότιμα στις σχέσεις της με τις μεγάλες δυνάμεις μη διστάζοντας όπως φαίνεται στο Ιράν να περάσει μέσα από τις συμπληγάδες των ηγεμονικών συγκρούσεων. Σταδιακά αλλά σχεδιασμένα και μεθοδικά κτίζει μουσουλμανικά τόξα στα Βαλκάνια, ιδρύει χιλιάδες ισλαμικά σχολεία σε όλο τον κόσμο και καλλιεργεί ερείσματα μέσα στις ισλαμικές κοινότητες στα δυτικά κράτη. 
Ακόμη, με «απορία» είδαμε όλοι τον αμερικανό πρόεδρο Ομπάμα να κάνει το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό στην Άγκυρα, για να τον ακολουθήσει σε δύο χρόνια ο Ρώσος ομόλογός του Μεντέγιεφ ο οποίος και προχώρησε στην σύναψη πλήθους συμφωνιών με την Τουρκία. Είχαμε «νταβουτογλειανές συμφωνίες», επίσης, με την Συρία και την Αρμενία, ενώ άλλες αντίστοιχες εκκολάπτονται. Ακόμη πιο σημαντικό και όχι λόγο επιπολαιότητας ή αθυροστομίας, ο ΓΓ του ΟΗΕ επισκεπτόμενος την Κωνσταντινούπολη υιοθέτησε την περιφερειακή στρατηγική του Νταβούτογλου. Εκατομμύρια μουσουλμάνοι, επιπλέον, διαδηλώνουν με την τουρκική σημαία και η Άγκυρα σχεδιασμένα και σταθερά επιτυγχάνει να γίνει ο σημαντικότερος ενεργειακός κόμβος. Ακόμη, ο Γάλλος υπουργός ευρωπαϊκών υποθέσεων δηλώνει ότι: «αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο στην Ανατολή όπως είχε κάνει επί έτη και στη Δύση, η Τουρκία του 21ου αιώνα ανακαλύπτει εκ νέου τον εαυτό της και τον αναγκαίο ρόλο της ως γέφυρας μεταξύ των δύο κόσμων, η αξιοσημείωτα ενεργή διπλωματία της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή αντανακλά τη θέση της ως αναδυόμενης δύναμης».
Οι Ένοπλες Δυνάμεις της Τουρκίας όχι μόνο αναπτύσσονται αλλά και στοχεύουν σε μεγαλύτερη αυτοδυναμία παραγωγής όπλων ενώ οι στρατιωτικοί και οι πολιτικοί της Τουρκίας πριν οι τελευταίοι κάνουν το Σουλτανικό τους ταξίδι στην Αθήνα φρόντισαν να κυριαρχήσουν στρατιωτικά στο Αιγαίο φθάνοντας μέχρι το Σούνιο όπου μπροστά στους «στρατηγικά ψύχραιμους» έλληνες έκαναν επανειλημμένα «αβλαβείς διελεύσεις» κοντά στην Τζια και στο Σούνιο.
Τέλος αλλά όχι το τελευταίο που θα μπορούσε να αναφερθεί, το τουρκικό λόμπι στις ΗΠΑ κατόρθωσε να συγκροτήσει υποστηρικτικές θέσεις για τον αναδυόμενο ρόλο της Τουρκίας και να στοχεύσει τα ελληνικά συμφέροντα πιέζοντας Αθήνα και Λευκωσία να διασχίσουν γραμμές που στο παρελθόν θεωρούνταν κόκκινες και απαραβίαστες.
Όλα αυτά αναμφίβολα δεν προδικάζουν πως η Τουρκία θα ανέλθει τελικά στα πιο ψηλά σκαλιά των διεθνών ιεραρχιών ισχύος όπως ξεκάθαρα διακηρύττει ή ότι δεν θα πέσει στο κενό και θα συντριβεί.
Ούτε προδικάζεται ότι θα αντεπεξέλθει επιτυχώς στους εσωτερικούς καθεστωτικούς διχασμούς και στα εγγενή μειονοτικά προβλήματα μέγιστο των οποίων είναι το κουρδικό. Ακόμη πιο σημαντικό εισερχόμενη στις συμπληγάδες της ηγεμονικής διαπάλης κινδυνεύει να συνθλιβεί ανά πάσα λόγω μεταλλαγών των ηγεμονικών στρατηγικών σύμφωνα με αστάθμητες ανακατανομές.

Ο πιο σημαντικός και συνάμα πιο αστάθμητος παράγων της Νταβουτόγλειας κοσμοθεωρίας και στρατηγικής, όμως, είναι ο Άνθρωπος». Για τον οξυδερκή παρατηρητή και μελετητή της ιστορίας των διεθνών σχέσεων είναι σαφές πως αυτό που συμβαίνει είναι τόσο ιστορικά σημαντικό όσο είναι και ριψοκίνδυνο: Ένας κρατικά ισχυρός πολιτικών δρών, η Τουρκία, επιχειρεί για πρώτη φορά μετά την Βυζαντινή Οικουμένη να συγκροτήσει πολιτικά και συμπολιτειακά τον πανάρχαιο και ποικιλόμορφα ιστορικά διαμορφωμένο –και σήμερα πρωτίστως ισλαμικών προδιαγραφών– κόσμο της Ανατολής.
Πνευματικός και πολιτικός τροφοδότης αυτού του περιφερισμού επιχειρείται να είναι το σήμερα διαφοροποιημένο ισλαμικό κίνημα.
Το πεδίο αυτό είναι μεν δύσβατο αλλά λόγω εσωτερικής διαφοροποίησης και πολιτικής αστάθειας είναι δυνητικά προσιτό σ’ ένα κράτος όπως η Τουρκία η οποία διαθέτει οργανωτικές δεξιότητες που δεν διαθέτουν άλλα ισλαμικά κράτη.
Η ριψοκίνδυνη γιγαντιαία επικοινωνιακή επιχείρηση της Τουρκίας με το να στραφεί κατά του Ισραήλ το καταμαρτυρεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ως αποτέλεσμα των αποικιοκρατικών και ηγεμονικών στρατηγικών του παρελθόντος ο κόσμος της Ανατολής αν και ανθρωπολογικά περιεκτικός είναι πολιτειακά ασταθής και κοσμοθεωρητικά συγκεχυμένος.
Ο Νταβούτογλου, σ’ αντίθεση με πολλούς δυτικούς ιστορικούς έχοντας βαθιά ιστορική θέαση της Ανατολής, συνεχώς κάνει μνεία στην αποικιοκρατία και με περισσή πονηριά παρακάμπτει τον Οθωμανικό δεσποτισμό εμμέσως πλην σαφώς εμφανίζοντας την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως ένα περίπου αγαθοεργό συμπολιτειακό κοσμοσύστημα (η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν ήταν έτσι).
Επίσης, αν και ο Νταβούτογλου ειρωνεύεται τον μοντερνισμό έξυπνα αν όχι αδίστακτα χρησιμοποιεί, εν τούτοις, τα ιστοριογραφικά εργαλεία που ο ίδιος ο μοντερνισμός καθιέρωσε: Από τις απαρχές των Νέων Χρόνων μέχρι τους συγκαιρινούς αποδομηστές ιστοριογράφους, «ιστορία» σημαίνει αλματώδεις ιστορικές ερμηνείες, φανταστικά ή μυθικά στοιχεία και πολιτικές εκλογικεύσεις που υπηρετούν τις αποικιοκρατικές, ηγεμονικές και κρατικές πολιτικές. Οι μοντερνιστές, δηλαδή οι φιλελεύθεροι, οι φασιστές και οι κομμουνιστές, είναι οι τελευταίοι που μπορούν να εκπλαγούν από τις ιστορικές πονηριές του Νταβούτογλου. Οι έχοντες απορίες ας ενσκήψουν στον δεύτερο τόμο του Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός του Παναγιώτη Κονδύλη για να δουν ότι η παραποίηση της ιστορίας είναι θλιβερό προνόμιο των μοντερνιστών ιστοριογράφων. Το ότι ο Νταβούτογλου ακολουθεί την ίδια πεπατημένη, είναι μια επιστημονική πονηριά που λειτουργεί αμφίπλευρα. Έργο των ελλήνων επιστημόνων είναι να τον ελέγξουν επιστημονικά και όχι να φωνασκούν σπασμωδικά και νευρικά.
Αυτοί οι συλλογισμοί απαιτείται να ειδωθούν διασταλτικά και συγκριτικά.
Πνιγμένοι μέσα στον γιγαντιαίο πνευματικό σκουπιδότοπο του μοντερνισμού που στήριξε την νοηματοδότηση της πολιτικής με όρους ισχύος και την αφαίρεση των πνευματικών από την δημόσια σφαίρα των ανθρώπων, οι δυτικοί αναλυτές αλλά και μεγάλα τμήματα των δυτικών κοινωνιών αδυνατούν να δουν την ουσιαστική ειδοποιό διαφορά της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Το γεγονός δηλαδή ότι η εποχή του μοντερνισμού όπου πρυτάνευσαν τα κάθε είδους ιδεολογικής έμπνευσης κοσμοϊστορικά σχέδια του διεθνιστικού φιλελευθερισμού, του φασισμού και του κομμουνισμού, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Κατά την διάρκεια αυτής της μακραίωνης και θυελλώδους εποχής παρέκαμψαν τον παράγοντα Άνθρωπος, πρόταξαν ιδεολογικά δόγματα με σκοπό να διαμορφώσουν την κρατική ανθρωπολογία (αντί το αντίστροφο που είναι το Πολιτικά φυσιολογικό) και επέφεραν ανθρώπινες καταστροφές που δεν έχουν ακόμη υπολογιστεί με ακρίβεια.

Ομογενοποίησαν βίαια και σε ρατσιστική βάση την Ευρώπη των δουλοπαροίκων και εκτέλεσαν μια από τις μεγαλύτερες γενοκτονίες όλων των εποχών. Συνάμα εκτέλεσαν την μεγαλύτερη εδαφική επέκταση στην Βόρειο Αμερική.
Το ποικίλων δεσποτικών βαθμίδων δεσποτικό σύστημα της έμμεσης αντιπροσώπευσης, εξάλλου, αποτέλεσε δημοκρατική μεταμφίεση απείρου κάλλους ρατσιστικών εκλογικεύσεων οι οποίες οδήγησαν στην αποικιοκρατία, στην καταλήστευση του πλανήτη, στο ύστερο ηγεμονικό πλιάτσικο των πλουτοπαραγωγικών πόρων και στην άνευ ιστορικού προηγουμένου παρατεταμένη αποσταθεροποίηση ολόκληρου του πλανήτη. Η εικόνα του μοντερνισμού συμπληρώνεται αν αναφέρουμε το γεγονός ότι η Δύση άλλοτε συγκρουόμενη και άλλοτε συμμαχώντας με τα άλλα δύο τεκνά της τρίδυμης τεκνοποίησης του υλιστικού μοντερνισμού, δηλαδή τον ναζισμό και τον κομμουνισμό, επιδόθηκαν επί ένα αιώνα σε μια πρωτοφανή και άνευ πολιτικού σκοπού ηγεμονομαχία η εκπνοή της οποίας συμβολίζεται με την πτώση του τείχους του Βερολίνου.
Βέβαια, λόγω προπαγανδιστικών δομών που ακόμη υπάρχουν και λόγω κεκτημένης ταχύτητας των ιδεολογικοπολιτικών εκπαιδευτηρίων που υπηρετούν άλλοτε την μια και άλλοτε την άλλη ηγεμονική αξίωση ισχύος, η σύγκρουση των μεγάλων δυνάμεων προβλέπεται να συνεχιστεί τις επερχόμενες δεκαετίες του 21ου αιώνα.
Η τουρκική πολιτική ηγεσία φαίνεται ότι έχει ξεκάθαρα καταλάβει αυτό το γεγονός. Έτσι, απροσχημάτιστα αντί να αναλωθεί σε κενού περιεχομένου αναλύσεις περί μιας επερχόμενης δήθεν πολιτικά ενοποιητικής παγκοσμιοποίησης, αποφάσισε να επιδιώξει την εκπλήρωση των σκοπών της με μαχητικό τρόπο και με τις προϋποθέσεις που θέτουν οι υπόλοιποι στον ηγεμονικό ανταγωνισμό που συνεχίζεται και προβάλλεται στον ορίζοντα του 21ου αιώνα. Αντικρούοντας προγραμματικά γνωστές κακόπιστες αντιδράσεις, τονίζω ότι αυτή η παρατήρηση όπως και άλλες ανάλογες εδώ, δεν συνιστούν δική μου αξιολογική θέση αλλά μια περιγραφική αποτίμηση και ερμηνεία της νταβουτόγλειας στρατηγικής.
Θεωρώ ως κύριο στοιχείο των πολιτικών στοχασμών του Νταβούτογλου το γεγονός ότι διέγνωσε επακριβώς αμφότερα τα πολιτικά χαρακτηριστικά του επερχόμενου διεθνούς γίγνεσθαι:
Από την μια πλευρά είναι η ηγεμονική διαπάλη η οποία όπως τονίσαμε συνεχίζεται. Από την άλλη είναι το δυσδιάκριτο στους δυτικούς αλλά πασίδηλο τους παρατηρητικούς αναλυτές γεγονός ότι για πρώτη φορά μετά τον 15ο αιώνα ο Άνθρωπος επανακάμπτει στην Πολιτική επιχειρώντας να την διαμορφώσει σύμφωνα με την κατά κράτος και κατά περιφέρεια υποκείμενη ανθρωπολογία. Ο Νταβούτογλου, μάλιστα, φαίνεται να έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι ενώ αυτό είναι το σημαντικότερο φυσιογνωμικό χαρακτηριστικό του κόσμου σήμερα υπάρχουν νέες ανθρωπολογικές συνθήκες και κυρίως ένα γιγαντιαίας σημασίας ιστορικό γεγονός: Ο Αρχαίος κόσμος τον οποίο διαδέχθηκαν οι Ρωμαίοι και στην συνέχεια ο κόσμος την Βυζαντινής Οικουμένης έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό εξισλαμιστεί. Ελάχιστοι στην Δύση έχουν επίγνωση, με πολιτικά άξιο τρόπο, της σημασίας αυτού του νέου ιστορικού στοιχείου. Του Νταβούτογλου πάντως όχι μόνο δεν του διαφεύγει αλλά διαποτίζοντας έτσι την ανάλυσή του και συχνά παρατηρώντας ειρωνικά ότι και στον δυτικό κόσμο οι ισλαμικοί πυρήνες δεν είναι πολιτικά αμελητέοι, τονίζει σαρκαστικά το πόσο αξιοποιήσιμοι είναι στην προτεινόμενη από αυτόν νέο-Οθωμανική στρατηγική.
Όσον αφορά την Ελλάδα, όχι μόνο λειτουργεί μυωπικά παραβλέποντας τις συντελούμενες ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων, αλλά επιπλέον κατευνάζει την Τουρκία αφήνοντάς την απερίσπαστη να ανέρχεται τα ηγεμονικά σκαλιά.
Οι συνέπειες δεν μπορεί παρά να είναι βαθύτατων προεκτάσεων και ήδη διαφαίνονται στην Κύπρο και στο Αιγαίο. Προσφυώς ειπώθηκε πρόσφατα ότι η Θράκη κυπροποιείται και η Ελλάδα Θρακοποιείται.
Προσθέτω ότι η Κύπρος ήδη ιμβροποιείται και η συνέχιση των ιμβροποιήσεων είναι ζήτημα χρόνου. Αντιδράσεις στον Νταβούτογλου ελλήνων αριστερών που λένε ότι η Ελλάδα δεν κινδυνεύει από τον Νταβούτογλου αλλά από αυτούς που έφεραν το ΙΜF και από τον καπιταλισμό, επιβεβαιώνουν το πόσο συγκεχυμένοι είναι οι φορείς τέτοιων αναλύσεων.

Αφήνοντας κατά μέρους συναισθηματισμούς και ιδεολογικές εμμονές, είναι ζήτημα στοιχειώδους ορθολογισμού να τονιστεί η ειδοποιός διαφορά και οι πολιτικές προεκτάσεις της επανάκαμψης του Ανθρώπου στην Πολιτική.
Είναι το νέο δυναμικό στοιχείο των ενδοκρατικών και διακρατικών σχέσεων και καμιά πολιτικά άξια λόγου ανάλυση του ανθρώπου, του κράτους και του διεθνούς συστήματος δεν μπορεί να το αγνοήσει. Οι μουσουλμάνοι επιζητούν ολοένα και μεγαλύτερο πολιτικό ρόλο τόσο ως άτομα όσο και ως κράτη. Δεν μιλάμε, ασφαλώς, για μαγικές αλλαγές ή για ευθύγραμμες πολιτικές εξελίξεις που αλλάζουν τον κόσμο από την μια μέρα στην άλλη. Μιλάμε για τα μεγάλα κύματα της ιστορίας που συμπλέκονται με τα μικρά δημιουργώντας ρεύματα που εκδιώκουν τον υλιστικό κόσμο και που φέρνουν πίσω έναν άλλο ανθρωπολογικά μεστό κόσμο. Ρεύμα, πρέπει να ειπωθεί, το οποίο δεν αναφέρεται μόνο στην θρησκεία και δεν αφορά μόνο τους μουσουλμάνους. Σε Βορρά, Νότο, Ανατολή και Δύση οι άνθρωποι αντιστρέφοντας την τάση που άρχισε μετά τον 15ο αιώνα ζητούν το σύνολο των στοιχείων που συνθέτει τον πνευματικό τους κόσμο να εισρέει μέσα στην δημόσια σφαίρα και να την διαμορφώνει. Η σύγκρουση των δύο κόσμων, του υλιστικού που φεύγει και του ανθρωπολογικά μεστού που έρχεται, θα είναι αναπόδραστα θυελλώδης.
Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Νταβούτογλου, σε αυτό τον κόσμο που έρχεται κάποιοι θα γράψουν ιστορία και κάποιοι άλλοι απλά θα την διαβάζουν.
Η Τουρκία επέλεξε να εισέλθει μέσα στην δίνη που δημιουργείται. Κανείς δεν μπορεί να υποτιμήσει πλέον –και αν θίγεται θα είναι γι’ αυτόν εξοντωτικό– την επικοινωνιακή απήχηση των κινήσεων της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας μέσα στον απέραντο και αστάθμητο μουσουλμανικό κόσμο. Ούτε βέβαια και μπορεί να υποτιμήσει το τι μπορεί να σκέφτεται και να σχεδιάζει ως αντίδραση το πανίσχυρο ισραηλινό λόμπι και ευρύτερα το πανίσχυρο εβραϊκό κίνημα.
Η διεθνής πολιτική, όμως, αμφίπλευρα, επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις και κανείς απαιτείται να μην προδικάζει το παραμικρό.

Η διεθνής πολιτική θα κινηθεί δυναμικά όσο ποτέ άλλοτε και με νέα δεδομένα. Οι ακαδημαϊκοί περιγράφουν και ερμηνεύουν. Οι κοινωνίες και οι πολιτικοί επιλέγουν, αποφασίζουν και εφαρμόζουν. Ο Νταβούτογλου στην Τουρκία, πλέον, παίζει αμφότερους τους ρόλους. Στην Ελλάδα, απουσιάζουν παίχτες αμφότερων των ρόλων και οι λόγοι γι’ αυτή την φτώχια δεν είναι του παρόντος να εξηγηθούν.

Ο Νταβούτογλου, πιο πρακτικά, αιτιολογεί την κοσμοϊστορική του θέαση και την στρατηγική που εισηγείται ως αναγκαιότητα που επιτάσσεται τόσο από την κοινωνική διαφοροποίηση του τουρκικού εθνοκράτους το οποίο θέλει να εντάξει σ’ ένα ευρύτερο πολιτικό κοσμοσύστημα για να το συγκρατήσει. Την αιτιολογεί επίσης και ως αναγκαιότητα συγκρότησης ενός ισλαμικού περιφερισμού αντίστοιχου με άλλα αναδυόμενα στην Ευρώπη, στην Άπω Ανατολή και στην Αμερική.

Ο Νταβούτογλου φαίνεται να είναι αποφασισμένος να λειτουργήσει με όρους ηγεμονικής διαπάλης. Για να το πούμε διαφορετικά, ηγεμονικό κράτος πάει να γίνει και έχει πλήρη επίγνωση του τι σημαίνει αυτό. Σημαίνει ότι συμπεριφέρεται ως ηγεμονικό κράτος και δεν διστάζει να το πει και ως υπουργός εξωτερικών τώρα να το εφαρμόσει στην πράξη. Απερίφραστα και αδίστακτα δηλώνει ότι εφαρμόζοντας την νέο-Οθωμανική στρατηγική, «όποιος σταθεί μπροστά στους ηγεμονικούς υπολογισμούς της Τουρκίας πρέπει να δεχθεί σκληρό κτύπημα».

Για να ανέβει τα σκαλοπάτια ισχύος, επίσης, λειτουργεί ως μοντερνιστής μιλώντας για σφαίρες επιρροής, ζωτικό στρατηγικό χώρο, κτλ, και επιδέξια εντάσσει όλα αυτά και πολλά άλλα στην εκπλήρωση του νέο-Οθωμανικού «οράματος» το οποίο επιχειρεί να το καταστήσει περιεκτικό με ένα αντίστοιχο πανισλαμικό «όραμα». Διαπράττουν φρικτό λάθος εκτίμησης που φανερώνει άγνοια όσοι ταυτίσουν αυτή την κοσμοθεωρία και αυτό το στρατηγικό σχέδιο με τα ιδεολογικά κοσμοϊστορικά σχέδια της μοντερνιστικής περιόδου, δηλαδή των διεθνιστών φιλελευθέρων, των ναζιστών και των κομμουνιστών. Αυτό γιατί με ιδιοφυή δεξιοτεχνία ο Νταβούτογλου προτάσσει αυτόν τον ανθρωπολογικά μεστό κόσμο του ενάμιση σχεδόν δισεκατομμυρίου ανθρώπων και παίζει κυριολεκτικά με την φωτιά όταν τον καλεί να συγκροτηθεί πολιτικά και να διευρυνθεί συμπολιτειακά ενάντια στους πρώην αποικιοκράτες. Κανείς εδώ απαιτείται να σκεφτεί ψύχραιμα για να κατανοήσει την Νταβουτόγλεια σχοινοβασία, την διαλεκτική της σχέση με το υπόλοιπο διεθνές σύστημα και το γεγονός ότι όπως έχει καταγραφεί να λέει ο Βενιζέλος αναφερόμενος στο 1922 «κάθε εγχείρημα που δεν στέφεται με επιτυχία θεωρείται λάθος» και το αντίστροφο.
Ακόμη πιο επιδέξια (και επίπλαστα) ανατιμά το τουρκικό εθνοκράτος και την ισχύ που διαθέτει και πρόθυμα το προσφέρει στον μουσουλμανικό κόσμο ως ένα δήθεν περίπου ανιδιοτελή άξονα ενός νέου περιφερισμού. Περιφερισμός ο οποίος, ισχυρίζεται, θα είναι επωφελής για όλους.
Η πειστικότητά του μερικώς τουλάχιστον καταδεικνύεται από τα προαναφερθέντα γεγονότα στις μουσουλμανικές κοινωνίες μετά τις αντιπαραθέσεις με το Ισραήλ τα οποία αν και στην αφετηρία του νέο-Οθωμανικού εγχειρήματος δεν πρέπει να υποτιμούνται. Κυρίως, δεν πρέπει να υποτιμάται η δυναμική που θα μπορούσαν να αναπτύξουν και η δεξιοτεχνία της τουρκικής πολιτικής ηγεσίας να τα διαχειριστεί.

Το πνευματικό αδιέξοδο όσων προσπάθησαν να ερμηνεύσουν το φαινόμενο Νταβούτογλου γίνεται νομίζω σαφές: Το ερμηνεύουν με ιδεολογικούς όρους που προτάσσει την ισχύ και το ιδεολογικό δόγμα στον Άνθρωπο ενώ ο Νταβούτογλου όντας προ-νεοτερικός πράττει το ακριβώς αντίθετο, έχοντας δηλαδή κατά νου όχι τα καθεστώτα αλλά τις κοινωνίες και τα ανθρωπολογικά τους υπόβαθρα.
Ταυτόχρονα, όπως είπαμε, επιδέξια και αδίστακτα λειτουργεί με τους κυρίαρχους ηγεμονικούς όρους της διεθνούς διαπάλης. Συναφώς, δεν είναι διόλου τυχαία η συστηματική οικειοποίηση, είναι αλήθεια απύθμενα εκλογικευτική και αλματώδης, όλης της ιστορικής διαδρομής των Ανατολικών κοινωνιών.
Η πιο πονηρή βέβαια αναλυτική προσέγγιση έγκειται στην αφενός παράκαμψη του δεσποτικού ρόλου των Οθωμανών και αφετέρου στην αυθαίρετη οικειοποίηση όλου του ιστορικού γίγνεσθαι του οποίου όπως ρητά λέει, οι Οθωμανοί με τον ένα ή άλλο τρόπο είναι, δήθεν, οι μοναδικοί και αδιαμφισβήτητοι κληρονόμοι. Κληρονομιά που τώρα, μάλιστα, απλόχερα την προσφέρει σε όλο τον ισλαμικό κόσμο αν όχι σε όλη την ανθρωπότητα.

Με τον ένα ή άλλο τρόπο η Ελλάδα βρίσκεται στις συμπληγάδες που δημιουργεί η τουρκική στρατηγική. Απειλείται και κινδυνεύει και ο καθείς εύκολα το βλέπει διαβάζοντας τα σχετικά κεφάλαια περί Ελλάδας, Βαλκανίων και Κύπρου του βιβλίου Στρατηγικό βάθος. Οι έλληνες κινδυνεύουν πολλαπλά: Ακόμη και αν οι Ερτογάν και Νταβούτογλου φύγουν από την εξουσία και έλθουν κάποιοι άλλοι, οι ιδέες που διατυπώνονται στο Στρατηγικό βάθος, είναι γνωστό ότι από καιρό κερδίζουν διαρκώς έδαφος στην Τουρκία.

Ο Νταβούτογλου απλά τις αποκρυστάλλωσε στην ύστερη ολιστική εκδοχή τους. Αφήνοντας κατά μέρος την πασίδηλη οικονομική συντριβή του νεοελληνικού κράτους που επιτέλεσαν τα ελληνικά τρωκτικά της έμμεσης αντιπροσώπευσης τις τελευταίες δεκαετίες, το πρόβλημα είναι κυρίως πνευματικό.
Ήδη τα πρώτα σχόλια για το βιβλίο του Νταβούτογλου το καταμαρτυρούν. Αριστεροί πατριώτες, αριστεροί διεθνιστές, δεξιοί κατευναστές, δεξιοί εθνικιστές και οι αναρίθμητες ενδιάμεσες αποχρώσεις τους δημιουργούν ένα πανικόβλητο κυκεώνα ασυνάρτητων και αντιθετικών ερμηνειών.
Η πνευματική ισοπέδωση της Ελλάδας που από καιρό προκάλεσε η ιδεολογική ερμηνεία των πραγμάτων είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει τους έλληνες δυνατότητες να ερμηνεύσουν τον κόσμο με κλασικούς όρους με το να αντλήσουν από την δική τους παράδοση που αρχίζει πριν τα κλασικά χρόνια και φθάνει, βασικά, μέχρι το 1922.
Πολιτική κληρονομιά που ποτέ δεν εξέλειπε γιατί είναι οικουμενική και ανά πάσα στιγμή είναι αξιοποιήσιμη.
Έτσι στις πρώτες αντιδράσεις μετά την δημοσίευση του Στρατηγικού βάθους, οι προτροπές των λίγων να μελετήσουμε ψύχραιμα και ορθολογιστικά την πορεία της Τουρκίας, επισκιάστηκαν από άναρθρες ιδεολογικές κραυγές μυωπικών αναλύσεων όσων στο παρελθόν πνίγηκαν πνευματικά στους φιλελευθερισμούς, στους κομμουνισμούς και στους φασισμούς. Ας μην ξεχνούμε και κάποιους κατεργάρηδες που σιωπούν ακόμη αλλά λογικά σύντομα θα εκδηλωθούν τυχοδιωχτικά υπερΝταβουτόγλεια υιοθετώντας για την Ελλάδα ένα ρόλο υποτέλειας ή τυχοδιωκτικά αντί-Νταβουτόγλεια εξυμνώντας το στρατοκρατικό καθεστώς.

Είναι εκείνοι οι ειδικοί της αποδομητικής ιστορικής ανεκδοτολογίας οι οποίοι προηγήθηκαν κατά πολύ του Νταβούτογλου στην δικαιολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως περίπου αγαθοεργού, δήθεν, συμπολιτείας. Είναι επίσης εκείνοι οι διεθνικοί πλιατσικολόγοι οι οποίοι επί μια δεκαετία δούλευαν εντατικά για να σπρώξουν την Ελλάδα στον κατευνασμό παραπληροφορώντας την ελληνική κοινωνία και την ελληνική πολιτική ηγεσία για το τι ακριβώς είναι και το τι ακριβώς κάνει η ομάδα Ερτογάν / Νταβούτογλου.
Μόλις τώρα, νομίζω, αρχίζουν τα δύσκολα και το Στρατηγικό βάθος του Νταβούτογλου είναι μια ευκαιρία για μια νέα συζήτηση. Διεθνολογικά μεστές αναλύσεις ελλήνων την περασμένη δεκαετία προκάλεσαν χιλιάδες πυρά και επιστημονική δολοφονία των συγγραφέων. Είμαι πραγματικά περίεργος, έτσι μάλλον από γούστο όπως θα έλεγε και ο Κονδύλης, τι θα προκαλέσει ο Νταβούτογλου με την αμφιλεγόμενη αλλά πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυσή του.
Αναδημοσίευση από το www.ifestos.edu.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: