Η μεγάλη περιπέτεια που κράτησε επτά χρόνια
Παρότι είχαν μεσολαβήσει τριάντα και πλέον χρόνια από την τελευταία επίσημη επέμβαση του Στρατού στην πολιτική, κανένας δεν έπεσε από τα σύννεφα εκείνο το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου 1967, πριν από 44 χρόνια ακριβώς.
Ούτε καν η Αριστερά, της οποίας το δημοσιογραφικό όργανο, η «Αυγή», είχε κυκλοφορήσει ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα με το πρωτοσέλιδο άρθρο «Γιατί δεν θα γίνει δικτατορία», το οποίο είχε γραφτεί από τον αείμνηστο Άγγελο Διαμαντόπουλο (μετέπειτα μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του ΚΚΕ Εσωτερικού).
Ούτε οι «Δημοκρατικοί Σύνδεσμοι» του Ανδρέα Παπανδρέου, οι οποίοι προετοιμάζονταν να βγουν στους δρόμους «αν γίνει το κακό».
Πολύ περισσότερο δε, ο ηγέτης του Κόμματος Προοδευτικών Σπύρος Μαρκεζίνης (πρωθυπουργός της «επταετίας», στο στάδιο φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος), ο οποίος είχε προαναγγείλει ότι «εκλογές δεν θα γίνουν. Φοβούμαι τον άγνωστο συνταγματάρχη».
Ίσως το κλίμα της στιγμής περιέγραψε καλύτερα από κάθε άλλον ο αρχηγός της Ενώσεως Κέντρου Γεώργιος Παπανδρέου σε μόλις τρεις λέξεις: «Ανεμένετο και εγένετο», είπε στο στρατιωτικό απόσπασμα που εισέβαλε στο Καστρί για να τον συλλάβει.
Δεν έχασε ούτε την ψυχραιμία του και, «κοκέτης» όπως ήταν ο «Γέρος», τους ζήτησε να φορέσει κοστούμι και παπούτσια για να μην οδηγηθεί με τη robe de chambre προς «άγνωστον κατεύθυνσιν».
ΛΑΖΑΡΟΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΣ
Η αντίδραση της κυβέρνησης
Κάποιοι όμως, παρότι δεν ήταν διόλου ανυποψίαστοι, μπλέχτηκαν. Στις τάξεις τους συμπεριλαμβάνονταν ο τότε ανώτατος άρχων (ο 27ετής Κωνσταντίνος), οι υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί και η κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Το Παλάτι και οι στρατηγοί, δε, ακόμα περισσότερο.
Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες της εποχής, συζητούσαν και προγραμμάτιζαν την κατάληψη της εξουσίας εν όψει της βέβαιης επικράτησης της Ένωσης Κέντρου στις εκλογές της 28ης Μαΐου.
Από την άλλη η κυβέρνηση (μονοκομματική της ΕΡΕ και ούτε καν 18 ημερών) είχε την ψευδαίσθηση ότι καμία κίνηση δε θα γινόταν εν αγνοία της κοινοβουλευτικής Δεξιάς.
Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός κοιμόταν στο διαμέρισμά του (στην οδό Ξενοκράτους στο Κολωνάκι) έχοντας στο κομοδίνο το πιστόλι.
Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Γεώργιος Ράλλης (ο μετέπειτα πρωθυπουργός) αντιστάθηκε.
Πριν από την έλευση του αποσπάσματος στην κατοικία του κατάφερε να φθάσει στο Σταθμό Χωροφυλακής Αμαρουσίου κι από κει «εν ονόματι του βασιλέως και της κυβερνήσεως» έδωσε μάταια τη μάχη του για κινητοποίηση αστυνομικών δυνάμεων στην πρωτεύουσα και στρατιωτικών στη Βόρεια Ελλάδα.
Εκεί, όπως φάνηκε αργότερα, κι από το κίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967, υπήρχε έντονα φιλοβασιλικό κλίμα αλλά κενό οργανωτικά.
Τη δική του μάχη, χωρίς απότέλεσμα κι εκείνος, έδωσε κι ο αρμόδιος υπουργός (Εθνικής Αμύνης) Παναγής Παπαληγούρας.
Οι πολιτικοί που ενσωματώθηκαν
Σε κείνη την κυβέρνηση, όμως, υπήρχαν και στελέχη που ενσωματώθηκαν, κατόπιν, στο στρατιωτικό καθεστώς:
Ο υπουργός Συντονισμού και πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Πιπινέλης (υπουργός Εξωτερικών από 20 Νοεμβρίου 1967 μέχρι το θάνατό του, στις 27 Μαΐου 1970) και ο υφυπουργός παρά τη Προεδρία της Κυβερνήσεως Κωνσταντίνος Ράλλης (υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ από 25 Νοεμβρίου 1973 μέχρι 24 Ιουλίου 1974).
Αλλά υφυπουργός (Οικονομικών από 31 Ιουλίου 1972 έως 8 Οκτωβρίου 1973) έγινε και βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου –κι από κείνους που δεν αποστάτησαν στα Ιουλιανά του ’65-, ο Σπύρος Κατσώτας.
Κοινοβουλευτισμός με ανωμαλίες
Η δικτατορία της 21ης Απριλίου έγινε έπειτα από 21 χρόνια κοινοβουλευτικού βίου. Απλά κοινοβουλευτικού κι όχι «ομαλού κοινοβουλευτικού».
Και τι δεν μεσολάβησε στα έτη αυτά: Εμφύλιος πόλεμος, απόπειρα πραξικοπήματος το 1951, εκλογές που να δίνουν περισσότερες έδρες στο δεύτερο πολιτικό φορέα απ’ ό,τι στον πρώτο, καταγγελίες για νοθευμένες κάλπες, θάνατοι δύο βασιλέων, δολοφονία βουλευτή από παρακρατικούς, ακυβερνησία και καθημερινά οδοφράγματα μετά την πτώση της κυβέρνησης της Ε.Κ., κ.ο.κ.
διάσταση των τριών πυλώνων
Η προδικτατορική Δεξιά είχε τρεις πυλώνες: Τα Ανάκτορα, την κοινοβουλευτική της έκφραση (πότε ονομαζόταν Λαϊκόν Κόμμα, πότε Ελληνικός Συναγερμός και πότε ΕΡΕ) και το Στρατό.
Η σύμπνοια αυτών των τριών πυλώνων την έκανε να μεγαλουργεί.
Η διάσταση της προκαλούσε προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρονται η στάση των μελών του ΙΔΕΑ (Ιερού Δεσμού Ελλήνων Αξιωματικών) το βράδυ της 30ής Μαΐου 1951 για να αποτρέψει την έξοδο του Αλέξανδρου Παπάγου από το Στράτευμα (μία παραίτηση που έφερε σε διάσταση τον τελευταίο με το Παλάτι) αλλά και η ρήξη Παύλου και Φρειδερίκης με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που προκάλεσε την παραίτηση του πρωθυπουργού στις 19 Ιουνίου 1963.
Πάντως, το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου δεν βρήκε δρώντα κανέναν από τους τρεις προαναφερθέντες πυλώνες, παρά μόνο μία συνιστώσα του: Αυτή που συγκρότησαν μεσαίοι αξιωματικοί, παίρνοντας με το μέρος τους κατώτερους.
Γι’ αυτό και στους φανατικούς πολέμιους του επταετούς καθεστώτος συγκαταλέγονται και υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί όπως ο στρατηγός Τζανετής, ο ναύαρχος Εγκολφόπουλος και στρατηγός Οπρόπουλος.
Άλλοι από την αρχή της επικράτησής του κι άλλοι στην πορεία.
Γι’ αυτό αντιτάχθηκε μετά (με το αποτυχημένο αντι-κίνημα ο Κωνσταντίνος), γι’ αυτό και έπραξαν το ίδιο επιφανείς πολιτικοί της, όπως ο Κανελλόπουλος.
Εκείνο το ξημέρωμα δεν άλλαξε χέρια μόνο ο τόπος αλλά και μία παράταξη. Για επτά και πλέον χρόνια…
Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ «Ω»
Στρατιωτικοί σε μυστική ψηφοφορία
Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί παραβίασαν την ιεραρχία.
Κι όχι μόνο στη δράση τους για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά και για την επιλογή του επικεφαλής τους.
Απογοητευμένοι από τη στάση των στρατηγών απέναντί τους (ο αρχηγός ΓΕΣ Γρηγόρης Σπαντιδάκης περίμενε την έγκριση του βασιλέως, ο Γεώργιος Ζωιτάκης ήταν μεν μαζί τους αλλά δεν έδειχνε ιδιαίτερες οργανωτικές ικανότητες, ενώ ο Οδυσσέας Αγγελής εμφανιζόταν πολύ… εύθικτος) σε μια από τις συγκεντρώσεις τους, στο σπίτι του Στυλιανού Παττακού στις 18 Απριλίου, εξέλεξαν –με μυστική ψηφοφορία- αρχηγό τους το συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Ήταν αναμενόμενη αυτή η επιλογή.
Είχε ξεχωρίσει ανάμεσά τους, ενώ περισσότεροι από τους 22 του κεντρικού πυρήνα της επαναστατικής ομάδας ήταν συμμαθητές του στη Σχολή Ευελπίδων.
Αρχαιότερος όλων (ταξίαρχος) ήταν ο Παττακός, ο οποίος μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο πλαισίωσε τον Παπαδόπουλο στη συγκρότηση της τριμελούς ηγετικής πυραμίδας.
Το πρώτο αντάμωμα
Οι περισσότεροι από τους 22 ήταν ευνοούμενοί του (και κατά δήλωσή του ΙΔΕΑτη) Αγγελή, όταν τους είχε συναντήσει – ως μαθητές εκείνους- στη Σχολή Πυροβολικού, όπου είχε την ιδιότητα του διευθυντή σπουδών.
Ήταν τότε (1951) που η εν λόγω παραστρατιωτική οργάνωση είχε δράσει, με έναν δε εκ των μετέπειτα «πρωταιτίων», τον Δημήτριο Ιωαννίδη, να λαμβάνει ενεργά μέρος στη «στάση».
Ο Παπαδόπουλος και οι φίλοι του (πιο κοντά του τότε ήταν ο Μακαρέζος και οι δύο Μιχάληδες, Ρουφογάλης και ο Μπαλόπουλος) αποτέλεσαν κατά κάποιο τρόπο τη Νεολαία του ΙΔΕΑ.
Ήταν νέοι, φιλόδοξοι, ορκισμένοι αντικομμουνιστές και υπέρμαχοι της ωμής παρέμβασης του Στρατού στα πολιτικά δρώμενα.
Με την πάροδο των ετών, πότε βρίσκονταν, πότε χάνονταν (οι στρατιωτικοί άλλωστε έχουν πολλές μεταθέσεις κατά τη διάρκεια της θητείας τους), αλλά ο δεσμός μεταξύ τους και ο κεντρικός στόχος τους παρέμειναν ισχυροί.
Η ανέλιξη
«Πεδίον δράσης λαμπρόν» βρήκαν την περίοδο που ακολούθησε την πτώση της Ενώσεως Κέντρου από την κυβέρνηση. Τότε βρέθηκαν σε θέσεις-κλειδιά στο Πεντάγωνο παλαιοί «προστάτες» τους που τους γνώριζαν από τότε που εκείνοι κατείχαν τον… ασήμαντο βαθμό του λοχαγού.
Οι πρώτοι αξιοποίησαν τα άλλοτε πουλέν τους, φέρνοντάς τα όλα στην Αθήνα, κι εκείνα «έβαλαν το χάρτη στο τραπέζι» και άρχισαν να προετοιμάζουν το σχέδιό τους. Με τα δικά τους δεδομένα δεν είχαν άλλη επιλογή. ‘
Ήταν βέβαιο ότι η Ένωση Κέντρου (με κυρίαρχο τον Ανδρέα Παπανδρέου στις τάξεις της) θα κέρδιζε τις επικείμενες εκλογές και η ΕΔΑ θα εκινείτο ιδιαιτέρως φιλικά προς τη νέα κυβέρνηση. Η ΕΡΕ, που εκ των πραγμάτων αποτελούσε την πολιτική τους επιλογή, «δεν τράβαγε».
Ο αρχηγός της Κανελλόπουλος ήταν «σώγαμπρος» στο κόμμα του φυσικού ηγέτη του Καραμανλή που εδώ και 3,5 χρόνια ιδιώτευε στο Παρίσι. Την ίδια ώρα, πενιχρή αναμενόταν η εκπροσώπηση στη νέα Βουλή του κόμματος των «αποστατών», του ΦΙΔΗΚ (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κέντρο) που είχε ηγέτη τον πρώην πρωθυπουργό Στέφανο Στεφανόπουλο και οργανωτικό εγκέφαλο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Το κακό παράδειγμα του Πλαστήρα
Δεν μπορούσαν οι συνταγματάρχες να χωνέψουν ότι θα παραδώσουν τη χώρα στην κεντροαριστερά. Ταυτόχρονα έβλεπαν τους στρατηγούς αναποφάσιστους.
Οι τελευταίοι πότε έλεγαν να δράσουν το βράδυ των εκλογών και πολύ νωρίτερα, αλλά πάντα με την οριστική συγκατάθεση του νεαρού βασιλέως.
Το πρώτο σενάριο όχι μόνο δεν το συζητούσαν, αλλά το απέρριπταν κατηγορηματικά.
Ο Παττακός (λαλίστατος και πιο σκληρός απ’ όλους τότε) δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει σε κάθε ένστολο συνομιλητή του ότι «αι επαναστάσεις και τα κινήματα γίνονται πάντα προ των εκλογών» κι έφερνε ως παράδειγμα (προς αποφυγή) την αποτυχημένη κίνηση του Νικολάου Πλαστήρα, το ξημέρωμα της επομένης των εκλογών της 5ης Μαρτίου 1933. Το δεύτερο το ανέμεναν αλλά δεν το… έβλεπαν.
Οι συνταγματάρχες αρχικά είχαν αποφασίσει να δράσουν την 25η Μαρτίου 1967 για να συμβολίσουν ό,τι συνεπάγεται για τους Έλληνες η ημέρα αυτή.
Ο Παττακός (απαραίτητος λόγω της θέσης του για κάθε ενέργεια) όμως τους ειδοποίησε ότι στου Γουδή, όπου ήταν διοικητής ο ίδιος, δεν είχε τον απαραίτητο αριθμό αρμάτων μάχης για μια τέτοια κίνηση.
Ο τετραπέρατος Παπαδόπουλος είχε τη λύση: Μια και δυο πήγε στο γραφείο του Σπαντιδάκη για να τον πείσει ότι πρέπει ο εορτασμός της εθνικής παλιγγενεσίας στην πλατεία Συντάγματος να είναι ιδιαίτερα λαμπρός κι ότι για το λόγο αυτόν χρειάζεται να κατέλθουν τανκ από τη Βόρεια Ελλάδα.
Ο Α/ΓΕΣ έδωσε αμέσως τη συγκατάθεσή του κι έδειξε θετικός όταν ο συνομιλητής του, κλείνοντας την πόρτα αλλά και το… μάτι, του είπε «μπορεί να μας χρειαστούν και για την… άλλη δουλειά».
Παρά τις αναμενόμενες προσθήκες σε τεθωρακισμένα, οι συνταγματάρχες στάθμισαν την κατάσταση και διαπίστωσαν ότι δεν ήταν έτοιμοι να επέμβουν εκείνη την ημέρα.
Κι όμως, στις τάξεις τους υπήρχε η άποψη «πάμε για το νέο 1821, κι όπως μας βγει». Τότε χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του Παπαδόπουλου (αρχικού εισηγητή της σχετικής πρότασης) για να πρυτανεύσει η λογική.
Έτσι, λίγες ημέρες αργότερα ορίστηκε η ώρα Ω (2 τα ξημερώματα Πέμπτης προς τη βουβή -εκκλησιαστικά– Παρασκευή 21 Απριλίου) για την υλοποίηση του σχεδίου.
Ο ρόλος των Αμερικανών στο πραξικόπημα
Υπ’ αριθμόν 1 στόχος των Ελλήνων στρατιωτικών αλλά και των ΗΠΑ ο Ανδρέας
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το αν ήταν ξενοκίνητη η ενέργεια της 21ης Απριλίου.
Επειδή εξετάζεται μια πρόσφατη σχετικά περίοδος της ιστορίας, για την οποία μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι έχει χυθεί άπλετο φως, δύναται να υιοθετηθεί το συμπέρασμα ότι η αμερικανική πλευρά γνώριζε. Πότε ευνοούσε, πότε απλά παρακολουθούσε και πότε προέτρεπε…
Όμως, ο όρος αμερικανική πλευρά δεν έχει ενιαία χαρακτηριστικά, τουλάχιστον για τα δρώμενα στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Δρούσαν τότε τρία δίκτυα των ΗΠΑ στην Αθήνα: το κυβερνητικό (πρεσβεία και αξιωματούχοι), εκείνο των μυστικών υπηρεσιών (κλιμάκιο CIA) και η στρατιωτική αποστολή.
Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήταν συχνός συνομιλητής των Αμερικανών που έδρευαν στην Ελλάδα (αφού οι τελευταίοι με πρόσχημα την ακαδημαϊκή θητεία του στη χώρα τούς ζητούσαν να τον συναντήσουν), ο Παπαδόπουλος ήταν ο σύνδεσμος της ελληνικής Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) με τη CIA.
Αυτό αναφέρει στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» που εγράφη κατά την περίοδο της δικτατορίας και το ίδιο επιβεβαίωνε στους συνομιλητές του από το 1981 κι έπειτα, όταν έγινε πρωθυπουγός κι απέκτησε μεγαλύτερη πρόσβαση σε διεθνή αρχεία.
Ο βασικός συνομιλητής τους
Ο γράφων σε συνομιλία που είχε με τον απόστρατο πτέραρχο Αντώνιο Σκαρμαλιωράκη (Μύκονος, 14 Ιουνίου 1997), έλαβε τη μαρτυρία του ότι ο ίδιος ήταν το πρόσωπο που συνομιλούσε με την αμερικανική πλευρά. Τόσο με το σκέλος των μυστικών υπηρεσιών της όσο και με το στρατιωτικό.
Κι αυτό γιατί, όπως εξήγησε, και σε υπηρεσιακές θέσεις που το δικαιολογούσαν βρέθηκε και άριστος γνώστης της αγγλικής (σε αντίθεση με τον Παπαδόπουλο) ήταν.
Ο «αρχηγός της επταετίας» πάντως, όπως προκύπτει και επίσημα μετά τη δημοσιοποίηση αρχειακού υλικού, είχε επαφές μαζί της. Κατά τον (αείμνηστο πλέον) Σκαρμαλιωράκη, όμως, «δεν πρέπει να τις διατηρούσε ενεργές στο τελευταίο διάστημα πριν από την Επανάσταση».
Ο Αντ. Σκαρμαλιωράκης ήταν από ετών προσωπικός φίλος του Παπαδόπουλου, μέλος του ΙΔΕΑ (όπως ο ίδιος μας ομολόγησε) και άνθρωπος που είχε πάρει ενεργά μέρος σε πάρα πολλά στάδια της προπαρασκευής της 21ης Απριλίου.
Όμως, επέμεινε σε μας ότι «από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν λάβαμε ούτε την έγκριση ούτε χρήματα όπως κάποιοι είπαν».
Ο ενεργός ρόλος του, δε, επιβεβαιώνεται και από φωτογραφία της εποχής που τον εμφανίζει να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του, με επιβαίνοντες σε αυτό τους Παπαδόπουλο, Παττακό και Μακαρέζο, έξω από τα Ανάκτορα (το απόγευμα της 21ης Απριλίου) όταν οι τρεις ορκίστηκαν υπουργοί.
Ο Τομ Πάπας
Αμερικανική ανάμειξη πάντως παραδέχθηκε σ’ ένα αφιέρωμα της «Καθημερινής», για τα 10 χρόνια της δικτατορίας (το 1977), ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα το 1967 Φίλιπ Τάλμποτ, υποστηρίζοντας ότι ρόλο υπέρ των συνταγματαρχών έπαιξε η DIA, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας της χώρας του.
Κατά τον ίδιο δε (συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης, 5 Μαΐου 2007) ο ελληνοαμερικανός Κροίσος της εποχής, Τομ Πάπας, ήταν «το κανάλι των συνταγματαρχών προς την Ουάσινγκτον». Τριάντα χρόνια μετά τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Τάλμποτ ίσως να έγινε και περισσότερο αποκαλυπτικός.
Ενώ το 1977 απέρριπτε κάθε συζήτηση για ανάμειξη της CIA (και αναφερόταν μόνο στη DIA), το 2007 είπε: «Πώς μπορεί κάποιος να το επιβεβαιώσει ή να το αρνηθεί;». Αυτή είναι μία ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί.
Προσβάσεις στην Αριστερά και παράπονα στο «Γέρο»
Από όλες τις μαρτυρίες της εποχής προκύπτει ότι η αμερικανική πλευρά αλλά και οι συνταγματάρχες είχαν προσδιορίσει τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τους:
Ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όλους τους φόβιζε η πρόσβασή του στην Αριστερά, που την είχε επιτύχει σπάζοντας τη διαχωριστική μπάρα που τη χώριζε παραδοσιακά από το χώρο του Κέντρου.
Την είχε κάνει να ξεχάσει (προσωρινά έστω) ότι ο πατέρας του ηγήθηκε της κυβέρνησης που τους αντιμετώπισε στα Δεκεμβριανά και ότι ο (επίσης κεντρώος) Θεμιστοκλής Σοφούλης της αντίστοιχης που βρήκαν απέναντί το μεγαλύτερο διάστημα του Εμφυλίου.
Παράλληλα, η πληθωρική παρουσία του Ανδρέα είχε ριζοσπαστικοποιήσει σε τέτοιο βαθμό το χώρο του Κέντρου, που η γενική εκτίμηση ήταν ότι μετά τις εκλογές της 28ης Μαΐου, τα νήματα της κυβέρνησης δεν θα κινούσε ο «Γέρος αλλά ο γιος του».
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικός σ’ αυτή την παράμετρο στάθηκε ο Τάλμποτ το 2007. Αφού παραδέχθηκε ότι «μια ημέρα που πήγα να συναντήσω τον πατέρα του του είπα ότι ο Ανδρέας έκανε σχόλια που δεν βοηθούσαν καθόλου τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις», προχώρησε ακόμα περισσότερο τονίζοντας:
«Το κατεστημένο –όποιο κι αν ήταν αυτό – ήταν πολύ ανήσυχο απέναντι στην προοπτική ανάληψης της εξουσίας από τον Ανδρέα.
Ως σοσιαλιστής, που εθεωρείτο ότι είχε διασυνδέσεις με την ελληνική κοινότητα της Ανατολικής Ευρώπης, φαινόταν πρόκληση απέναντι σε όλους εκείνους που ήταν ηγέτες της Ελλάδας τις προηγούμενες δεκαετίες».
Όλο αυτό το κλίμα της εποχής ώθησε τους συνταγματάρχες να μην καθυστερήσουν ούτε λεπτό για το χρονικό σημείο Ω.
Και μαζί με τους πολιτκούς που συνελήφθησαν (προεξάρχοντος του Ανδρέα), την ίδια ώρα στρατιωτικά αποσπάσματα πήγαιναν και στις κατοικίες υψηλόβαθμων στρατιωτικών. Άλλους «τους έπιασαν στον ύπνο» κι άλλους να παίζουν… χαρτιά!
ΟΙ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ
ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΟΛΛΙΑ
Η… προσευχή, οι τελευταίες λεπτομέρειες και η δράση
Στη Νέα Σμύρνη, στο σπίτι του αντισυνταγματάρχη Ιωαννίδη (εκείνου που στις 25 Νοεμβρίου 1973 ανέντρεψε τον Παπαδόπουλο), έγινε η τελευταία συνάντηση του βασικού κορμού των κινηματιών, πριν από τη δράση τους, το απόγευμα της 20ής Απριλίου.
Λίγο νωρίτερα, η «τριανδρία» είχε πάει να προσευχηθεί στην Αγία Βαρβάρα (προστάτιδα του Πυροβολικού, όπλου του Παπαδόπουλου) στο Χαλάνδρι.
Το βράδυ πρώτος έφτασε στη μονάδα του ο Παττακός. Χωρίς αυτόν άλλωστε δεν θα γινόταν τίποτα, αφού είχε τα τανκς υπό τας διαταγάς του.
Το κήρυγμα
Αφού είχε φροντίσει, στο πλαίσιο μιας υποτιθέμενης άσκησης, να βρίσκεται εκεί όλη η δύναμη σε άνδρες που διέθετε, ξεκίνησε -λίγο μετά τις 11- να τους ομιλεί σε εθνικοπατριωτικούς τόνους για τη χώρα που κινδυνεύει από τους «κομμουνιστοληστοσυμμορίτες».
Μπόλιασε το λόγο του και με ύμνους προς το στέμμα, τους ανακοίνωσε ότι ο Στρατός «παίρνει την κατάσταση στα χέρια του» κι όλοι οι αξιωματικοί -πιστεύοντας ότι ο Κωνσταντίνος βρίσκεται πίσω από όλα αυτά- άρχισαν να τον επευφημούν και να του δηλώνουν τη στήριξή τους.
Εφόσον όλα «έβαιναν καλώς», ειδοποιήθηκαν και οι Παπαδόπουλος – Μακαρέζος να μεταβούν εκεί.
Τα πόστα
Στην ώρα Ω, τα άρματα μάχης προσέγγιζαν τους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας, ο συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς με την ομάδα του εισέβαλαν με χαρακτηριστική ευκολία στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ο αντισυνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής (ο μόνος εν ζωή εκ των προταιτίων που βρίσκεται ακόμα έγκλειστος στον Κορυδαλλό) «πιάνει πόρτα» στην ΑΣΔΕΝ (απέναντι από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός), ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος (ο αδελφός του αρχηγού) με μια ισχυρή δύναμη ανδρών κυκλώνει τα Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου εκεί βρίσκονταν ο άναξ με την εγκυμονούσα (στον Παύλο) Άννα-Μαρία, ο Ιωαννίδης (επιτελής τότε της Σχολής Ευελπίδων) περιπολούσε στους δρόμους με αξιωματικούς και… πιτσιρικάδες.
Και πάει λέγοντας…
Όλες οι μαρτυρίες της εποχής συγκλίνουν στο ότι η επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας έγινε με χαρακτηριστική ευκολία. Φαίνεται ότι η πλειοψηφία της δύναμης του Στρατού Ξηράς είχε γαλουχηθεί για κάτι τέτοιο.
Το Ναυτικό, όπως φάνηκε από τη μετέπειτα στάση του, δεν ήθελε αυτή την εξέλιξη, ενώ ταυτόχρονα η Αεροπορία μάλλον ήταν διχασμένη.
Ώρα Ω, άντε «Ω και …» όλη η στρατιωτική δύναμη της Αττικής είχε περάσει στα χέρια των πραξικοπηματιών.
Εκείνη τη στιγμή είχαν συλληφθεί οι αρχηγοί των τριών κλάδων, ο Α/ΓΕΕΘΑ, σειρά υπόπτων -για του κινηματίες- υψηλόβαθμων στρατιωτικών, ο αρχηγός της Αστυνομίας και οι επιφανείς πολιτικοί, ενώ ειδικά συνεργεία νέκρωναν από τηλέφωνα ολόκληρο το Λεκανοπέδιο.
Ο άνθρωπος-κλειδί για την επιτυχία του σχεδίου τους ήταν ο Σπαντιδάκης, αφού ως Α/ΓΕΣ εκείνος μόνο έπρεπε να στείλει σήμα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Με το που τον μετέφεραν στο Πεντάγωνο, δεν χρειάστηκε και πολύ να τον πείσουν να υπαγορεύσει το «εφαρμόσατε Προμηθέα».
Το σχέδιο «αντιμετωπίσεως εσωτερικού εχθρού» έφερε το όνομα του μυθικού ήρωα…
Ε, αφού πείστηκε να «δέσει» ολόκληρη τη χώρα, δεν θα έλεγε όχι στην πρωθυπουργία που… απλόχερα του προσέφερε η «τριανδρία».
Στα θερινά Ανάκτορα
Μόλις η νύχτα έδινε το δαχτυλίδι της διαδοχής στο φως της ημέρας, Παπαδόπουλος – Παττακός και Μακαρέζος βρέθηκαν στο Τατόι ενώπιον του Κωνσταντίνου. Εκείνος τους παρατήρησε έντονα, αλλά γνώριζε ότι δεν είχε περιθώρια αντίδρασης εκείνη τη στιγμή.
Το θερινό Παλάτι ήταν κυκλωμένο, ενώ λίγο πριν είχε σιγήσει και η τελευταία τηλεφωνική γραμμή, εκείνη με την οποία επικοινωνούσε με τον ευρισκόμενο στο Μαρούσι υπουργό Δημοσίας Τάξεως.
Ζήτησε να του φέρουν και τον Σπαντιδάκη για να πειστεί ότι και εκείνος πήγε μαζί τους. Έφυγαν για το Πεντάγωνο να του τον φέρουν, αλλά ο περισσότερο οξύθυμος Παττακός τσατίστηκε κι έμεινε λέγοντας ότι «δεν θα με φάνε κι εμένα τα πέρα- δώθε, έχω… επαναστατικές εργασίες να κάμω».
Όταν του πήγαν τον… μεταφερόμενο Α/ΓΕΣ, πείστηκε. Έδιωξε τους άλλους δύο και διέταξε τον Σπαντιδάκη να τον ακολουθήσει στο υπουργείο Άμυνας.
Εκεί του πήγαν και τον καρατομηθέντα πρωθυπουργό Κανελλόπουλο, είδε χτυπημένο τον υπουργό Παπαληγούρα και σε κακή κατάσταση τον έμπιστό του, ταγματάρχη Αρναούτη.
Το ραδιόφωνο από τα ξημερώματα έπαιζε εμβατήρια και αναστολή άρθρων του Συντάγματος «στο όνομά του», τους είπε και εκείνος το «ναι», ότι θα ορκίσει το απόγευμα κυβέρνησή τους.
Διαπραγματεύσεις…
Ο όρος του «πρωθυπουργό δεν ορκίζω έναν στρατιωτικό» έγινε –έστω και μετά δυσκολίας– αποδεκτός.
Εκείνος πρότεινε τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια.
Τον αποδέχτηκαν! Εξάλλου η δράση του κατά το παρελθόν (όταν προσπάθησε να μπλοκάρει τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη) τους έδινε όλα τα εχέγγυα.
Έτσι, το απόγευμα στην Ηρώδου Αττικού ορκίστηκε το πρώτο κλιμάκιο: Πρωθυπουργός ο Κόλλιας, αντιπρόεδρος και υπουργός Άμυνας ο Σπαντιδάκης, Προεδρίας ο Παπαδόπουλος, Εσωτερικών ο Παττακός και Συντονισμού ο Μακαρέζος.
Με το υπουργικό κοστούμι στο χέρι έμειναν δύο βουλευτές που περίμεναν να ορκιστούν
που από το πρωί έπαιζαν το ρόλο του «γεφυροποιού» ανάμεσα στον Κωνσταντίνο και την «τριανδρία»:
Ο Νίκος Φαρμάκης της ΕΡΕ και ο Χρήστος Αποστολάκος του ΦΙΔΗΚ.
Τις επόμενες ημέρες συμπληρώθηκε η κυβέρνηση (με υφυπουργό Άμυνας τον Ζωϊτάκη, πολλούς δικαστικούς κι έχοντας στη σύνθεσή της κι έναν κοσμικό Αθηναίο, φίλο του Τομ Πάπας).
Και η Ελλάδα μπήκε στο «γύψο» κατά την περιγραφή του Παπαδόπουλου.
Με διώξεις, βασανιστήρια, δολοφονίες κι ένα μεγάλο μέρος της Κύπρου στην Τουρκία…
…και σουβλάκια
Κι ένα τελευταίο, έτσι για τη διακωμώδηση της κατάστασης:
Ο Κόλλιας στην πρώτη εγκύκλιό του διέταξε οι ψησταριές στα σουβλατζίδικα να βρίσκονται στο βάθος κι όχι στην είσοδο κάθε καταστήματος!
πηγη
Παρότι είχαν μεσολαβήσει τριάντα και πλέον χρόνια από την τελευταία επίσημη επέμβαση του Στρατού στην πολιτική, κανένας δεν έπεσε από τα σύννεφα εκείνο το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου 1967, πριν από 44 χρόνια ακριβώς.
Ούτε καν η Αριστερά, της οποίας το δημοσιογραφικό όργανο, η «Αυγή», είχε κυκλοφορήσει ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα με το πρωτοσέλιδο άρθρο «Γιατί δεν θα γίνει δικτατορία», το οποίο είχε γραφτεί από τον αείμνηστο Άγγελο Διαμαντόπουλο (μετέπειτα μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του ΚΚΕ Εσωτερικού).
Ούτε οι «Δημοκρατικοί Σύνδεσμοι» του Ανδρέα Παπανδρέου, οι οποίοι προετοιμάζονταν να βγουν στους δρόμους «αν γίνει το κακό».
Πολύ περισσότερο δε, ο ηγέτης του Κόμματος Προοδευτικών Σπύρος Μαρκεζίνης (πρωθυπουργός της «επταετίας», στο στάδιο φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος), ο οποίος είχε προαναγγείλει ότι «εκλογές δεν θα γίνουν. Φοβούμαι τον άγνωστο συνταγματάρχη».
Ίσως το κλίμα της στιγμής περιέγραψε καλύτερα από κάθε άλλον ο αρχηγός της Ενώσεως Κέντρου Γεώργιος Παπανδρέου σε μόλις τρεις λέξεις: «Ανεμένετο και εγένετο», είπε στο στρατιωτικό απόσπασμα που εισέβαλε στο Καστρί για να τον συλλάβει.
Δεν έχασε ούτε την ψυχραιμία του και, «κοκέτης» όπως ήταν ο «Γέρος», τους ζήτησε να φορέσει κοστούμι και παπούτσια για να μην οδηγηθεί με τη robe de chambre προς «άγνωστον κατεύθυνσιν».
ΛΑΖΑΡΟΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΣ
Η αντίδραση της κυβέρνησης
Κάποιοι όμως, παρότι δεν ήταν διόλου ανυποψίαστοι, μπλέχτηκαν. Στις τάξεις τους συμπεριλαμβάνονταν ο τότε ανώτατος άρχων (ο 27ετής Κωνσταντίνος), οι υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί και η κυβέρνηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Το Παλάτι και οι στρατηγοί, δε, ακόμα περισσότερο.
Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με όλες τις μαρτυρίες της εποχής, συζητούσαν και προγραμμάτιζαν την κατάληψη της εξουσίας εν όψει της βέβαιης επικράτησης της Ένωσης Κέντρου στις εκλογές της 28ης Μαΐου.
Από την άλλη η κυβέρνηση (μονοκομματική της ΕΡΕ και ούτε καν 18 ημερών) είχε την ψευδαίσθηση ότι καμία κίνηση δε θα γινόταν εν αγνοία της κοινοβουλευτικής Δεξιάς.
Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός κοιμόταν στο διαμέρισμά του (στην οδό Ξενοκράτους στο Κολωνάκι) έχοντας στο κομοδίνο το πιστόλι.
Ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως Γεώργιος Ράλλης (ο μετέπειτα πρωθυπουργός) αντιστάθηκε.
Πριν από την έλευση του αποσπάσματος στην κατοικία του κατάφερε να φθάσει στο Σταθμό Χωροφυλακής Αμαρουσίου κι από κει «εν ονόματι του βασιλέως και της κυβερνήσεως» έδωσε μάταια τη μάχη του για κινητοποίηση αστυνομικών δυνάμεων στην πρωτεύουσα και στρατιωτικών στη Βόρεια Ελλάδα.
Εκεί, όπως φάνηκε αργότερα, κι από το κίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967, υπήρχε έντονα φιλοβασιλικό κλίμα αλλά κενό οργανωτικά.
Τη δική του μάχη, χωρίς απότέλεσμα κι εκείνος, έδωσε κι ο αρμόδιος υπουργός (Εθνικής Αμύνης) Παναγής Παπαληγούρας.
Οι πολιτικοί που ενσωματώθηκαν
Σε κείνη την κυβέρνηση, όμως, υπήρχαν και στελέχη που ενσωματώθηκαν, κατόπιν, στο στρατιωτικό καθεστώς:
Ο υπουργός Συντονισμού και πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Πιπινέλης (υπουργός Εξωτερικών από 20 Νοεμβρίου 1967 μέχρι το θάνατό του, στις 27 Μαΐου 1970) και ο υφυπουργός παρά τη Προεδρία της Κυβερνήσεως Κωνσταντίνος Ράλλης (υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ από 25 Νοεμβρίου 1973 μέχρι 24 Ιουλίου 1974).
Αλλά υφυπουργός (Οικονομικών από 31 Ιουλίου 1972 έως 8 Οκτωβρίου 1973) έγινε και βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου –κι από κείνους που δεν αποστάτησαν στα Ιουλιανά του ’65-, ο Σπύρος Κατσώτας.
Κοινοβουλευτισμός με ανωμαλίες
Η δικτατορία της 21ης Απριλίου έγινε έπειτα από 21 χρόνια κοινοβουλευτικού βίου. Απλά κοινοβουλευτικού κι όχι «ομαλού κοινοβουλευτικού».
Και τι δεν μεσολάβησε στα έτη αυτά: Εμφύλιος πόλεμος, απόπειρα πραξικοπήματος το 1951, εκλογές που να δίνουν περισσότερες έδρες στο δεύτερο πολιτικό φορέα απ’ ό,τι στον πρώτο, καταγγελίες για νοθευμένες κάλπες, θάνατοι δύο βασιλέων, δολοφονία βουλευτή από παρακρατικούς, ακυβερνησία και καθημερινά οδοφράγματα μετά την πτώση της κυβέρνησης της Ε.Κ., κ.ο.κ.
διάσταση των τριών πυλώνων
Η προδικτατορική Δεξιά είχε τρεις πυλώνες: Τα Ανάκτορα, την κοινοβουλευτική της έκφραση (πότε ονομαζόταν Λαϊκόν Κόμμα, πότε Ελληνικός Συναγερμός και πότε ΕΡΕ) και το Στρατό.
Η σύμπνοια αυτών των τριών πυλώνων την έκανε να μεγαλουργεί.
Η διάσταση της προκαλούσε προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρονται η στάση των μελών του ΙΔΕΑ (Ιερού Δεσμού Ελλήνων Αξιωματικών) το βράδυ της 30ής Μαΐου 1951 για να αποτρέψει την έξοδο του Αλέξανδρου Παπάγου από το Στράτευμα (μία παραίτηση που έφερε σε διάσταση τον τελευταίο με το Παλάτι) αλλά και η ρήξη Παύλου και Φρειδερίκης με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που προκάλεσε την παραίτηση του πρωθυπουργού στις 19 Ιουνίου 1963.
Πάντως, το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου δεν βρήκε δρώντα κανέναν από τους τρεις προαναφερθέντες πυλώνες, παρά μόνο μία συνιστώσα του: Αυτή που συγκρότησαν μεσαίοι αξιωματικοί, παίρνοντας με το μέρος τους κατώτερους.
Γι’ αυτό και στους φανατικούς πολέμιους του επταετούς καθεστώτος συγκαταλέγονται και υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί όπως ο στρατηγός Τζανετής, ο ναύαρχος Εγκολφόπουλος και στρατηγός Οπρόπουλος.
Άλλοι από την αρχή της επικράτησής του κι άλλοι στην πορεία.
Γι’ αυτό αντιτάχθηκε μετά (με το αποτυχημένο αντι-κίνημα ο Κωνσταντίνος), γι’ αυτό και έπραξαν το ίδιο επιφανείς πολιτικοί της, όπως ο Κανελλόπουλος.
Εκείνο το ξημέρωμα δεν άλλαξε χέρια μόνο ο τόπος αλλά και μία παράταξη. Για επτά και πλέον χρόνια…
Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΩΝ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΩΡΑ «Ω»
Στρατιωτικοί σε μυστική ψηφοφορία
Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί παραβίασαν την ιεραρχία.
Κι όχι μόνο στη δράση τους για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά και για την επιλογή του επικεφαλής τους.
Απογοητευμένοι από τη στάση των στρατηγών απέναντί τους (ο αρχηγός ΓΕΣ Γρηγόρης Σπαντιδάκης περίμενε την έγκριση του βασιλέως, ο Γεώργιος Ζωιτάκης ήταν μεν μαζί τους αλλά δεν έδειχνε ιδιαίτερες οργανωτικές ικανότητες, ενώ ο Οδυσσέας Αγγελής εμφανιζόταν πολύ… εύθικτος) σε μια από τις συγκεντρώσεις τους, στο σπίτι του Στυλιανού Παττακού στις 18 Απριλίου, εξέλεξαν –με μυστική ψηφοφορία- αρχηγό τους το συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Ήταν αναμενόμενη αυτή η επιλογή.
Είχε ξεχωρίσει ανάμεσά τους, ενώ περισσότεροι από τους 22 του κεντρικού πυρήνα της επαναστατικής ομάδας ήταν συμμαθητές του στη Σχολή Ευελπίδων.
Αρχαιότερος όλων (ταξίαρχος) ήταν ο Παττακός, ο οποίος μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο πλαισίωσε τον Παπαδόπουλο στη συγκρότηση της τριμελούς ηγετικής πυραμίδας.
Το πρώτο αντάμωμα
Οι περισσότεροι από τους 22 ήταν ευνοούμενοί του (και κατά δήλωσή του ΙΔΕΑτη) Αγγελή, όταν τους είχε συναντήσει – ως μαθητές εκείνους- στη Σχολή Πυροβολικού, όπου είχε την ιδιότητα του διευθυντή σπουδών.
Ήταν τότε (1951) που η εν λόγω παραστρατιωτική οργάνωση είχε δράσει, με έναν δε εκ των μετέπειτα «πρωταιτίων», τον Δημήτριο Ιωαννίδη, να λαμβάνει ενεργά μέρος στη «στάση».
Ο Παπαδόπουλος και οι φίλοι του (πιο κοντά του τότε ήταν ο Μακαρέζος και οι δύο Μιχάληδες, Ρουφογάλης και ο Μπαλόπουλος) αποτέλεσαν κατά κάποιο τρόπο τη Νεολαία του ΙΔΕΑ.
Ήταν νέοι, φιλόδοξοι, ορκισμένοι αντικομμουνιστές και υπέρμαχοι της ωμής παρέμβασης του Στρατού στα πολιτικά δρώμενα.
Με την πάροδο των ετών, πότε βρίσκονταν, πότε χάνονταν (οι στρατιωτικοί άλλωστε έχουν πολλές μεταθέσεις κατά τη διάρκεια της θητείας τους), αλλά ο δεσμός μεταξύ τους και ο κεντρικός στόχος τους παρέμειναν ισχυροί.
Η ανέλιξη
«Πεδίον δράσης λαμπρόν» βρήκαν την περίοδο που ακολούθησε την πτώση της Ενώσεως Κέντρου από την κυβέρνηση. Τότε βρέθηκαν σε θέσεις-κλειδιά στο Πεντάγωνο παλαιοί «προστάτες» τους που τους γνώριζαν από τότε που εκείνοι κατείχαν τον… ασήμαντο βαθμό του λοχαγού.
Οι πρώτοι αξιοποίησαν τα άλλοτε πουλέν τους, φέρνοντάς τα όλα στην Αθήνα, κι εκείνα «έβαλαν το χάρτη στο τραπέζι» και άρχισαν να προετοιμάζουν το σχέδιό τους. Με τα δικά τους δεδομένα δεν είχαν άλλη επιλογή. ‘
Ήταν βέβαιο ότι η Ένωση Κέντρου (με κυρίαρχο τον Ανδρέα Παπανδρέου στις τάξεις της) θα κέρδιζε τις επικείμενες εκλογές και η ΕΔΑ θα εκινείτο ιδιαιτέρως φιλικά προς τη νέα κυβέρνηση. Η ΕΡΕ, που εκ των πραγμάτων αποτελούσε την πολιτική τους επιλογή, «δεν τράβαγε».
Ο αρχηγός της Κανελλόπουλος ήταν «σώγαμπρος» στο κόμμα του φυσικού ηγέτη του Καραμανλή που εδώ και 3,5 χρόνια ιδιώτευε στο Παρίσι. Την ίδια ώρα, πενιχρή αναμενόταν η εκπροσώπηση στη νέα Βουλή του κόμματος των «αποστατών», του ΦΙΔΗΚ (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κέντρο) που είχε ηγέτη τον πρώην πρωθυπουργό Στέφανο Στεφανόπουλο και οργανωτικό εγκέφαλο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Το κακό παράδειγμα του Πλαστήρα
Δεν μπορούσαν οι συνταγματάρχες να χωνέψουν ότι θα παραδώσουν τη χώρα στην κεντροαριστερά. Ταυτόχρονα έβλεπαν τους στρατηγούς αναποφάσιστους.
Οι τελευταίοι πότε έλεγαν να δράσουν το βράδυ των εκλογών και πολύ νωρίτερα, αλλά πάντα με την οριστική συγκατάθεση του νεαρού βασιλέως.
Το πρώτο σενάριο όχι μόνο δεν το συζητούσαν, αλλά το απέρριπταν κατηγορηματικά.
Ο Παττακός (λαλίστατος και πιο σκληρός απ’ όλους τότε) δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει σε κάθε ένστολο συνομιλητή του ότι «αι επαναστάσεις και τα κινήματα γίνονται πάντα προ των εκλογών» κι έφερνε ως παράδειγμα (προς αποφυγή) την αποτυχημένη κίνηση του Νικολάου Πλαστήρα, το ξημέρωμα της επομένης των εκλογών της 5ης Μαρτίου 1933. Το δεύτερο το ανέμεναν αλλά δεν το… έβλεπαν.
Οι συνταγματάρχες αρχικά είχαν αποφασίσει να δράσουν την 25η Μαρτίου 1967 για να συμβολίσουν ό,τι συνεπάγεται για τους Έλληνες η ημέρα αυτή.
Ο Παττακός (απαραίτητος λόγω της θέσης του για κάθε ενέργεια) όμως τους ειδοποίησε ότι στου Γουδή, όπου ήταν διοικητής ο ίδιος, δεν είχε τον απαραίτητο αριθμό αρμάτων μάχης για μια τέτοια κίνηση.
Ο τετραπέρατος Παπαδόπουλος είχε τη λύση: Μια και δυο πήγε στο γραφείο του Σπαντιδάκη για να τον πείσει ότι πρέπει ο εορτασμός της εθνικής παλιγγενεσίας στην πλατεία Συντάγματος να είναι ιδιαίτερα λαμπρός κι ότι για το λόγο αυτόν χρειάζεται να κατέλθουν τανκ από τη Βόρεια Ελλάδα.
Ο Α/ΓΕΣ έδωσε αμέσως τη συγκατάθεσή του κι έδειξε θετικός όταν ο συνομιλητής του, κλείνοντας την πόρτα αλλά και το… μάτι, του είπε «μπορεί να μας χρειαστούν και για την… άλλη δουλειά».
Παρά τις αναμενόμενες προσθήκες σε τεθωρακισμένα, οι συνταγματάρχες στάθμισαν την κατάσταση και διαπίστωσαν ότι δεν ήταν έτοιμοι να επέμβουν εκείνη την ημέρα.
Κι όμως, στις τάξεις τους υπήρχε η άποψη «πάμε για το νέο 1821, κι όπως μας βγει». Τότε χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του Παπαδόπουλου (αρχικού εισηγητή της σχετικής πρότασης) για να πρυτανεύσει η λογική.
Έτσι, λίγες ημέρες αργότερα ορίστηκε η ώρα Ω (2 τα ξημερώματα Πέμπτης προς τη βουβή -εκκλησιαστικά– Παρασκευή 21 Απριλίου) για την υλοποίηση του σχεδίου.
Ο ρόλος των Αμερικανών στο πραξικόπημα
Υπ’ αριθμόν 1 στόχος των Ελλήνων στρατιωτικών αλλά και των ΗΠΑ ο Ανδρέας
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το αν ήταν ξενοκίνητη η ενέργεια της 21ης Απριλίου.
Επειδή εξετάζεται μια πρόσφατη σχετικά περίοδος της ιστορίας, για την οποία μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι έχει χυθεί άπλετο φως, δύναται να υιοθετηθεί το συμπέρασμα ότι η αμερικανική πλευρά γνώριζε. Πότε ευνοούσε, πότε απλά παρακολουθούσε και πότε προέτρεπε…
Όμως, ο όρος αμερικανική πλευρά δεν έχει ενιαία χαρακτηριστικά, τουλάχιστον για τα δρώμενα στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Δρούσαν τότε τρία δίκτυα των ΗΠΑ στην Αθήνα: το κυβερνητικό (πρεσβεία και αξιωματούχοι), εκείνο των μυστικών υπηρεσιών (κλιμάκιο CIA) και η στρατιωτική αποστολή.
Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήταν συχνός συνομιλητής των Αμερικανών που έδρευαν στην Ελλάδα (αφού οι τελευταίοι με πρόσχημα την ακαδημαϊκή θητεία του στη χώρα τούς ζητούσαν να τον συναντήσουν), ο Παπαδόπουλος ήταν ο σύνδεσμος της ελληνικής Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) με τη CIA.
Αυτό αναφέρει στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» που εγράφη κατά την περίοδο της δικτατορίας και το ίδιο επιβεβαίωνε στους συνομιλητές του από το 1981 κι έπειτα, όταν έγινε πρωθυπουγός κι απέκτησε μεγαλύτερη πρόσβαση σε διεθνή αρχεία.
Ο βασικός συνομιλητής τους
Ο γράφων σε συνομιλία που είχε με τον απόστρατο πτέραρχο Αντώνιο Σκαρμαλιωράκη (Μύκονος, 14 Ιουνίου 1997), έλαβε τη μαρτυρία του ότι ο ίδιος ήταν το πρόσωπο που συνομιλούσε με την αμερικανική πλευρά. Τόσο με το σκέλος των μυστικών υπηρεσιών της όσο και με το στρατιωτικό.
Κι αυτό γιατί, όπως εξήγησε, και σε υπηρεσιακές θέσεις που το δικαιολογούσαν βρέθηκε και άριστος γνώστης της αγγλικής (σε αντίθεση με τον Παπαδόπουλο) ήταν.
Ο «αρχηγός της επταετίας» πάντως, όπως προκύπτει και επίσημα μετά τη δημοσιοποίηση αρχειακού υλικού, είχε επαφές μαζί της. Κατά τον (αείμνηστο πλέον) Σκαρμαλιωράκη, όμως, «δεν πρέπει να τις διατηρούσε ενεργές στο τελευταίο διάστημα πριν από την Επανάσταση».
Ο Αντ. Σκαρμαλιωράκης ήταν από ετών προσωπικός φίλος του Παπαδόπουλου, μέλος του ΙΔΕΑ (όπως ο ίδιος μας ομολόγησε) και άνθρωπος που είχε πάρει ενεργά μέρος σε πάρα πολλά στάδια της προπαρασκευής της 21ης Απριλίου.
Όμως, επέμεινε σε μας ότι «από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν λάβαμε ούτε την έγκριση ούτε χρήματα όπως κάποιοι είπαν».
Ο ενεργός ρόλος του, δε, επιβεβαιώνεται και από φωτογραφία της εποχής που τον εμφανίζει να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του, με επιβαίνοντες σε αυτό τους Παπαδόπουλο, Παττακό και Μακαρέζο, έξω από τα Ανάκτορα (το απόγευμα της 21ης Απριλίου) όταν οι τρεις ορκίστηκαν υπουργοί.
Ο Τομ Πάπας
Αμερικανική ανάμειξη πάντως παραδέχθηκε σ’ ένα αφιέρωμα της «Καθημερινής», για τα 10 χρόνια της δικτατορίας (το 1977), ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα το 1967 Φίλιπ Τάλμποτ, υποστηρίζοντας ότι ρόλο υπέρ των συνταγματαρχών έπαιξε η DIA, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας της χώρας του.
Κατά τον ίδιο δε (συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης, 5 Μαΐου 2007) ο ελληνοαμερικανός Κροίσος της εποχής, Τομ Πάπας, ήταν «το κανάλι των συνταγματαρχών προς την Ουάσινγκτον». Τριάντα χρόνια μετά τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Τάλμποτ ίσως να έγινε και περισσότερο αποκαλυπτικός.
Ενώ το 1977 απέρριπτε κάθε συζήτηση για ανάμειξη της CIA (και αναφερόταν μόνο στη DIA), το 2007 είπε: «Πώς μπορεί κάποιος να το επιβεβαιώσει ή να το αρνηθεί;». Αυτή είναι μία ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί.
Προσβάσεις στην Αριστερά και παράπονα στο «Γέρο»
Από όλες τις μαρτυρίες της εποχής προκύπτει ότι η αμερικανική πλευρά αλλά και οι συνταγματάρχες είχαν προσδιορίσει τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τους:
Ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όλους τους φόβιζε η πρόσβασή του στην Αριστερά, που την είχε επιτύχει σπάζοντας τη διαχωριστική μπάρα που τη χώριζε παραδοσιακά από το χώρο του Κέντρου.
Την είχε κάνει να ξεχάσει (προσωρινά έστω) ότι ο πατέρας του ηγήθηκε της κυβέρνησης που τους αντιμετώπισε στα Δεκεμβριανά και ότι ο (επίσης κεντρώος) Θεμιστοκλής Σοφούλης της αντίστοιχης που βρήκαν απέναντί το μεγαλύτερο διάστημα του Εμφυλίου.
Παράλληλα, η πληθωρική παρουσία του Ανδρέα είχε ριζοσπαστικοποιήσει σε τέτοιο βαθμό το χώρο του Κέντρου, που η γενική εκτίμηση ήταν ότι μετά τις εκλογές της 28ης Μαΐου, τα νήματα της κυβέρνησης δεν θα κινούσε ο «Γέρος αλλά ο γιος του».
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικός σ’ αυτή την παράμετρο στάθηκε ο Τάλμποτ το 2007. Αφού παραδέχθηκε ότι «μια ημέρα που πήγα να συναντήσω τον πατέρα του του είπα ότι ο Ανδρέας έκανε σχόλια που δεν βοηθούσαν καθόλου τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις», προχώρησε ακόμα περισσότερο τονίζοντας:
«Το κατεστημένο –όποιο κι αν ήταν αυτό – ήταν πολύ ανήσυχο απέναντι στην προοπτική ανάληψης της εξουσίας από τον Ανδρέα.
Ως σοσιαλιστής, που εθεωρείτο ότι είχε διασυνδέσεις με την ελληνική κοινότητα της Ανατολικής Ευρώπης, φαινόταν πρόκληση απέναντι σε όλους εκείνους που ήταν ηγέτες της Ελλάδας τις προηγούμενες δεκαετίες».
Όλο αυτό το κλίμα της εποχής ώθησε τους συνταγματάρχες να μην καθυστερήσουν ούτε λεπτό για το χρονικό σημείο Ω.
Και μαζί με τους πολιτκούς που συνελήφθησαν (προεξάρχοντος του Ανδρέα), την ίδια ώρα στρατιωτικά αποσπάσματα πήγαιναν και στις κατοικίες υψηλόβαθμων στρατιωτικών. Άλλους «τους έπιασαν στον ύπνο» κι άλλους να παίζουν… χαρτιά!
ΟΙ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ
ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΟΛΛΙΑ
Η… προσευχή, οι τελευταίες λεπτομέρειες και η δράση
Στη Νέα Σμύρνη, στο σπίτι του αντισυνταγματάρχη Ιωαννίδη (εκείνου που στις 25 Νοεμβρίου 1973 ανέντρεψε τον Παπαδόπουλο), έγινε η τελευταία συνάντηση του βασικού κορμού των κινηματιών, πριν από τη δράση τους, το απόγευμα της 20ής Απριλίου.
Λίγο νωρίτερα, η «τριανδρία» είχε πάει να προσευχηθεί στην Αγία Βαρβάρα (προστάτιδα του Πυροβολικού, όπλου του Παπαδόπουλου) στο Χαλάνδρι.
Το βράδυ πρώτος έφτασε στη μονάδα του ο Παττακός. Χωρίς αυτόν άλλωστε δεν θα γινόταν τίποτα, αφού είχε τα τανκς υπό τας διαταγάς του.
Το κήρυγμα
Αφού είχε φροντίσει, στο πλαίσιο μιας υποτιθέμενης άσκησης, να βρίσκεται εκεί όλη η δύναμη σε άνδρες που διέθετε, ξεκίνησε -λίγο μετά τις 11- να τους ομιλεί σε εθνικοπατριωτικούς τόνους για τη χώρα που κινδυνεύει από τους «κομμουνιστοληστοσυμμορίτες».
Μπόλιασε το λόγο του και με ύμνους προς το στέμμα, τους ανακοίνωσε ότι ο Στρατός «παίρνει την κατάσταση στα χέρια του» κι όλοι οι αξιωματικοί -πιστεύοντας ότι ο Κωνσταντίνος βρίσκεται πίσω από όλα αυτά- άρχισαν να τον επευφημούν και να του δηλώνουν τη στήριξή τους.
Εφόσον όλα «έβαιναν καλώς», ειδοποιήθηκαν και οι Παπαδόπουλος – Μακαρέζος να μεταβούν εκεί.
Τα πόστα
Στην ώρα Ω, τα άρματα μάχης προσέγγιζαν τους κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας, ο συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς με την ομάδα του εισέβαλαν με χαρακτηριστική ευκολία στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ο αντισυνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής (ο μόνος εν ζωή εκ των προταιτίων που βρίσκεται ακόμα έγκλειστος στον Κορυδαλλό) «πιάνει πόρτα» στην ΑΣΔΕΝ (απέναντι από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός), ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος (ο αδελφός του αρχηγού) με μια ισχυρή δύναμη ανδρών κυκλώνει τα Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου εκεί βρίσκονταν ο άναξ με την εγκυμονούσα (στον Παύλο) Άννα-Μαρία, ο Ιωαννίδης (επιτελής τότε της Σχολής Ευελπίδων) περιπολούσε στους δρόμους με αξιωματικούς και… πιτσιρικάδες.
Και πάει λέγοντας…
Όλες οι μαρτυρίες της εποχής συγκλίνουν στο ότι η επιχείρηση κατάληψης της εξουσίας έγινε με χαρακτηριστική ευκολία. Φαίνεται ότι η πλειοψηφία της δύναμης του Στρατού Ξηράς είχε γαλουχηθεί για κάτι τέτοιο.
Το Ναυτικό, όπως φάνηκε από τη μετέπειτα στάση του, δεν ήθελε αυτή την εξέλιξη, ενώ ταυτόχρονα η Αεροπορία μάλλον ήταν διχασμένη.
Ώρα Ω, άντε «Ω και …» όλη η στρατιωτική δύναμη της Αττικής είχε περάσει στα χέρια των πραξικοπηματιών.
Εκείνη τη στιγμή είχαν συλληφθεί οι αρχηγοί των τριών κλάδων, ο Α/ΓΕΕΘΑ, σειρά υπόπτων -για του κινηματίες- υψηλόβαθμων στρατιωτικών, ο αρχηγός της Αστυνομίας και οι επιφανείς πολιτικοί, ενώ ειδικά συνεργεία νέκρωναν από τηλέφωνα ολόκληρο το Λεκανοπέδιο.
Ο άνθρωπος-κλειδί για την επιτυχία του σχεδίου τους ήταν ο Σπαντιδάκης, αφού ως Α/ΓΕΣ εκείνος μόνο έπρεπε να στείλει σήμα στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Με το που τον μετέφεραν στο Πεντάγωνο, δεν χρειάστηκε και πολύ να τον πείσουν να υπαγορεύσει το «εφαρμόσατε Προμηθέα».
Το σχέδιο «αντιμετωπίσεως εσωτερικού εχθρού» έφερε το όνομα του μυθικού ήρωα…
Ε, αφού πείστηκε να «δέσει» ολόκληρη τη χώρα, δεν θα έλεγε όχι στην πρωθυπουργία που… απλόχερα του προσέφερε η «τριανδρία».
Στα θερινά Ανάκτορα
Μόλις η νύχτα έδινε το δαχτυλίδι της διαδοχής στο φως της ημέρας, Παπαδόπουλος – Παττακός και Μακαρέζος βρέθηκαν στο Τατόι ενώπιον του Κωνσταντίνου. Εκείνος τους παρατήρησε έντονα, αλλά γνώριζε ότι δεν είχε περιθώρια αντίδρασης εκείνη τη στιγμή.
Το θερινό Παλάτι ήταν κυκλωμένο, ενώ λίγο πριν είχε σιγήσει και η τελευταία τηλεφωνική γραμμή, εκείνη με την οποία επικοινωνούσε με τον ευρισκόμενο στο Μαρούσι υπουργό Δημοσίας Τάξεως.
Ζήτησε να του φέρουν και τον Σπαντιδάκη για να πειστεί ότι και εκείνος πήγε μαζί τους. Έφυγαν για το Πεντάγωνο να του τον φέρουν, αλλά ο περισσότερο οξύθυμος Παττακός τσατίστηκε κι έμεινε λέγοντας ότι «δεν θα με φάνε κι εμένα τα πέρα- δώθε, έχω… επαναστατικές εργασίες να κάμω».
Όταν του πήγαν τον… μεταφερόμενο Α/ΓΕΣ, πείστηκε. Έδιωξε τους άλλους δύο και διέταξε τον Σπαντιδάκη να τον ακολουθήσει στο υπουργείο Άμυνας.
Εκεί του πήγαν και τον καρατομηθέντα πρωθυπουργό Κανελλόπουλο, είδε χτυπημένο τον υπουργό Παπαληγούρα και σε κακή κατάσταση τον έμπιστό του, ταγματάρχη Αρναούτη.
Το ραδιόφωνο από τα ξημερώματα έπαιζε εμβατήρια και αναστολή άρθρων του Συντάγματος «στο όνομά του», τους είπε και εκείνος το «ναι», ότι θα ορκίσει το απόγευμα κυβέρνησή τους.
Διαπραγματεύσεις…
Ο όρος του «πρωθυπουργό δεν ορκίζω έναν στρατιωτικό» έγινε –έστω και μετά δυσκολίας– αποδεκτός.
Εκείνος πρότεινε τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια.
Τον αποδέχτηκαν! Εξάλλου η δράση του κατά το παρελθόν (όταν προσπάθησε να μπλοκάρει τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης δολοφονίας του βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη) τους έδινε όλα τα εχέγγυα.
Έτσι, το απόγευμα στην Ηρώδου Αττικού ορκίστηκε το πρώτο κλιμάκιο: Πρωθυπουργός ο Κόλλιας, αντιπρόεδρος και υπουργός Άμυνας ο Σπαντιδάκης, Προεδρίας ο Παπαδόπουλος, Εσωτερικών ο Παττακός και Συντονισμού ο Μακαρέζος.
Με το υπουργικό κοστούμι στο χέρι έμειναν δύο βουλευτές που περίμεναν να ορκιστούν
που από το πρωί έπαιζαν το ρόλο του «γεφυροποιού» ανάμεσα στον Κωνσταντίνο και την «τριανδρία»:
Ο Νίκος Φαρμάκης της ΕΡΕ και ο Χρήστος Αποστολάκος του ΦΙΔΗΚ.
Τις επόμενες ημέρες συμπληρώθηκε η κυβέρνηση (με υφυπουργό Άμυνας τον Ζωϊτάκη, πολλούς δικαστικούς κι έχοντας στη σύνθεσή της κι έναν κοσμικό Αθηναίο, φίλο του Τομ Πάπας).
Και η Ελλάδα μπήκε στο «γύψο» κατά την περιγραφή του Παπαδόπουλου.
Με διώξεις, βασανιστήρια, δολοφονίες κι ένα μεγάλο μέρος της Κύπρου στην Τουρκία…
…και σουβλάκια
Κι ένα τελευταίο, έτσι για τη διακωμώδηση της κατάστασης:
Ο Κόλλιας στην πρώτη εγκύκλιό του διέταξε οι ψησταριές στα σουβλατζίδικα να βρίσκονται στο βάθος κι όχι στην είσοδο κάθε καταστήματος!
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου