Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

Πολίτης, κατάσκοπος, πατριώτης

Η ιστορία του σίγουρα είναι δηλωτική του πώς ένας άνθρωπος μπορεί να υπηρετήσει την πατρίδα του με πολλούς τρόπους, είτε με επιλογή είτε εξ απροσεξίας.
Ο Τζον Κυριάκου τα έχει κάνει και τα δύο. Όταν εργαζόταν για την CIA ήταν ένας από τα ηγετικά στελέχη στην ομάδα που συνέλαβαν τον Abu Zubaydah το 2002, ο πρώτος κορυφαίος ηγέτης της «Αλ Κάιντα», ο οποίος συνελήφθη από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ προκάλεσε την έντονη συζήτηση για τις διευρυμένες τεχνικές μεθόδους ανάκρισης για τις οποίες μίλησε σε συνέντευξή του το 2007 στο «ABC» με τον Brian Ross.


Ο κ. Κυριάκου αποκαλεί τον εαυτό του αξιωματικό Μυστικής Υπηρεσίας πριν και μετά το τρομοκρατικό πλήγμα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2009 με τίτλο «The Reluctant Spy: My Secret Life in the CIA’S War on Terror» («Ο Απρόθυμος Κατάσκοπος: Η Μυστική μου Ζωή Μέσα στον Πόλεμο της CIA κατά της Τρομοκρατίας»).

Ο κ. Κυριάκου, σήμερα, είναι ανώτερος ερευνητής για την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας με έμφαση στις τρομοκρατικές τάσεις, ενώ βρίσκεται στα αρχικά στάδια συγγραφής ενός βιβλίου για την τρομοκρατία στη μεταχουντική περίοδο της Ελλάδας.


Κατάσκοπος
Ίσως ο τίτλος «Πολίτης Κατάσκοπος» θα ήταν ο πιο κατάλληλος για να περιγράψει την ιστορία ενός συνηθισμένου ανθρώπου σε ασυνήθιστες καταστάσεις, ωστόσο είπε στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης πως το βιβλίο του «Ο Απρόθυμος Κατάσκοπος» αντικατόπτρισε άλλα σπουδαία στοιχεία στη ζωή του, όπως «την απροθυμία μου να βλέπω το γάμο μου να διαλύεται για χάρη της δουλειάς μου», απροθυμία να αλλάξει και να πάει στις δράσεις, από το να είναι αναλυτής. 
Το έκανε με άνεση, αλλά είχε βαρεθεί. Δεν ανυπομονούσε να εκπαιδευτεί στις διευρυμένες μεθόδους ανακρίσεων, οπότε το προσπέρασε λέγοντας στον «Ε.Κ.» πως «δεν ήθελα να συμμετάσχω». Αλλά κι έπειτα απ' όλα αυτά δεν ήθελε να φύγει από την CIA. 
Η αποχώρησή του προκλήθηκε από μία σύγκρουση που δημιουργήθηκε με τον τελευταίο προϊστάμενό του.
Η ανατροφή του Τζον Κυριάκου, ο οποίος μεγάλωσε σε μία μικρή πόλη της Πενσιλβάνια, είναι γνωστή ιστορία στους Ελληνοαμερικανούς, αναφέρει η ομογενειακή εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας». 
Όπως ο ίδιος έγραψε, «ανατράφηκα μέσα σε μία ελληνοαμερικανική οικογένεια, με γονείς πρώτης γενιάς Ελληνοαμερικανούς, οι οποίοι ήταν δάσκαλοι και οι οποίοι με πίεζαν να αριστεύω στο σχολείο και στις εξωσχολικές δραστηριότητες. 
Η αγάπη για την πατρίδα ήταν βίωμα, η αναπνοή στην οικογένειά μου των μεταναστών που ήταν δημοκρατικοί».
Μπήκε στη CIA δύο χρόνια μετά το τέλος των μεταπτυχιακών του σπουδών. 
Είπε ότι γράφτηκε «ως αναλυτής στη Διεύθυνση της Κατασκοπίας, υπολογίζοντας να χρησιμοποιήσω την παιδεία μου, να οικοδομήσω πάνω στην γοητεία των διεθνών σχέσεων... και αργότερα να κάνω μία πραγματική συμβολή στην κατανόηση της χώρας για τις δυνάμεις πέρα από τις ακτές».

Μια δεύτερη οικογένεια

Στο περισσότερο μέρος του βιβλίου περιγράφει το πώς η Υπηρεσία του έγινε «η δεύτερη οικογένειά του», πώς συντέλεσε να διαλυθεί ο πρώτος του γάμος και τι έκανε όταν κατάληξε «να αφιερώνω το περισσότερο μέρος της καριέρας μου στις Δραστηριότητες της Διεύθυνσης μυστικής υπηρεσίας κατασκοπίας λειτουργώντας ξένες υπηρεσίες, κυνηγώντας κακοποιούς και μάλιστα θέτοντας σε διακινδύνευση τη ζωή μου περισσότερες φορές από όσες μπορώ να θυμηθώ».
Άσχετα από τα μετάλλια που έλαβε μαζί με τους συναδέλφους του, έγραψε πως «κανείς δεν εργάζεται για τίτλους και προσωπική προαγωγή. Το κάνουμε επειδή πιστεύουμε ότι κάνει την πατρίδα μας έναν ασφαλέστερο τόπο».
Στην αρχή του βιβλίου υπάρχει μία σημείωση από το συγγραφέα στην οποία εξηγεί ότι όλοι οι υπάλληλοι της CIA πρέπει να υποβάλλουν οτιδήποτε θέλουν να δημοσιεύσουν στην Επιτροπή Ελέγχου Δημοσιεύσεων. 
Επίσης ήταν υποχρεωμένος να συμπεριλάβει μία διευκρίνιση πως ό,τι λέγει «δεν απηχούν τις θέσεις ή τις απόψεις της CIA. Ονόματα έχουν αλλαχτεί και έχουν αφαιρεθεί περιγραφές από μερικές δραστηριότητες για λόγους εθνικής ασφαλείας, αλλά το βιβλίο παρουσιάζει μία ζωντανή εικόνα γι’ αυτό που είναι περισσότερο μία περιπέτεια παρά μία καριέρα.
Διαπρέπουν οι Έλληνες
Πρόκειται για μία καριέρα η οποία είναι γνώριμη σε πολλούς Ελληνοαμερικανούς, καθότι υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός Ελληνοαμερικανών οι οποίοι εργάζονται στη Μυστική Υπηρεσία. 
Ο κ. Κυριάκου επισήμανε πως οι περισσότεροι φτάνουν στα ανώτατα κλιμάκια. Είπε στον «Ε.Κ.» πως «έχω συνεργαστεί με περισσότερους από δέκα κορυφαίους Ελληνοαμερικανούς στην Υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένου και του Γκας Αυρόκοτος, ο οποίος είναι μία εξέχουσα μορφή στη CIA, μέχρι επιστήμονες, αναλυτές και ειδήμονες διαφόρων δραστηριοτήτων..., είναι κάτι το θαυμάσιο». Ο Αυρόκοτος ήταν καθοριστικός στην εργασία που έκανε ο αείμνηστος βουλευτής Τσάρλι Γουίλσον από το Τέξας, ο οποίος βοήθησε στην αντίσταση του Αφγανιστάν που κέρδισε τους Σοβιετικούς το 1980. Ο κ. Κυριάκου είπε πως «ένας από τους λόγους πως εμείς οι Ελληνοαμερικανοί έχουμε περισσότερους ανθρώπους που ταυτίζονται με τους Αμερικανούς πατριώτες... πολλοί από μας είμαστε τόσο υπερήφανοι που είμαστε Ελληνες και υπερήφανοι που είμαστε Αμερικανοί και που πραγματικά θέλουμε να υπηρετήσουμε». 

Όπως είπε, έχει εργαστεί εκτός κυβέρνησης και «ενώ οι αποδοχές είναι καλές, εντούτοις δεν έχεις την αίσθηση ότι υπηρετείς και ότι κάνεις διαφορά στο τέλος της ημέρας, οπότε μου έλλειπε αυτό και επέστρεψα πάλι σε κυβερνητική θέση». 
Συμπλήρωσε πως «οι Ελληνοαμερικανοί δεν είναι μόνο ευγνώμονες για τις ευκαιρίες που τους παρέχει τούτη η νέα πατρίδα, αλλά είναι επίσης υπερήφανοι που είναι Έλληνες και οι περισσότεροι επιθυμούν να υπηρετήσουν στην Ελλάδα επίσης». Αφιέρωσε την περισσότερη καριέρα του μαχόμενος τη διεθνή τρομοκρατία στην Ελλάδα.
Η ελληνική του καταγωγή και η συμμετοχή του σε μία εθνική ομάδα, η οποία είναι γνωστή για τον συναισθηματισμό της, ήγειρε την ερώτηση πώς μπορούσε να ελέγξει τα συναισθήματά του εν ώρα υπηρεσίας.
«Ήταν δύσκολο και χρειάστηκε εξάσκηση», λέει. Διδάχθηκε μαθήματα από την αρχή της καριέρας του από καλούς συναδέλφους του, συμπεριλαμβανομένης και της αρχής «μην τραβάς την προσοχή για τον εαυτό σου».
Επίσης μπόρεσε και αντλούσε δύναμη και παραμυθία κι από μίαν άλλη διάσταση της παράδοσής του, την πίστη.
Μίλησε για το πόσο όμορφο ήταν που «σε κάθε τετράγωνο στην Ελλάδα υπήρχε και εκκλησία που μπορούσα να πάω κάθε μέρα και να ανάψω ένα κερί». Χρειαζόταν ιδιαίτερα αυτή την πνευματική στήριξη προκειμένου να αντιμετωπίσει τον χωρισμό από τον πρώτο του γάμο.
Πάνω απ’ όλα οι άνθρωποι
Η κατανόηση των άλλων είναι το κλειδί της επιτυχίας για τη συλλογή πληροφοριών. 
Υπογράμμισε πως για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας η υψηλή τεχνολογία και άλλα στοιχεία, στα οποία υπερτερούν οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τους ανθρώπους. Όπως σημείωσε, όμως, «είναι πολύ δύσκολο να συλλέξει κάποιος πληροφορίες, απαιτούνται άνθρωποι οι οποίοι να μπορούν να μιλήσουν εξαιρετικά δύσκολες γλώσσες και οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να περάσουν τη ζωή τους σε μερικά από τα χειρότερα μέρη της γης». Παραδέχθηκε ότι στο παρελθόν η Υπηρεσία Κατασκοπίας ήταν απρόθυμη να βασιστεί σε μετανάστες ή κι ακόμα σε παιδιά μεταναστών, αλλά, όπως τόνισε, τώρα αυτό έχει αλλάξει και «η CIA έχει μεγάλη εκτίμηση για ανθρώπους από διάφορες εθνικές καταβολές».
Ο κ. Κυριάκου ομιλεί απταίστως την αραβική γλώσσα, πράγμα το οποίο αποδίδει στην ικανότητά του να ομιλεί την ελληνική. «Όταν ήμουν στο Γυμνάσιο, οι Ιρανοί εισέβαλλαν στην πρεσβεία μας στην Τεχεράνη και πήραν ως ομήρους τους ανθρώπους μας και πραγματικά συγκλονίστηκα με αυτά τα νέα. 
Έτρεχα κάθε μέρα στο σπίτι να δω τα νέα στην τηλεόραση και να διαβάσω την εφημερίδα, κι ήταν τότε που αποφάσισα να κάνω κάτι για τις διεθνείς σχέσεις κι είπα στον πατέρα μου ότι δεν ήθελα να γίνω οδοντογιατρός», λέει.
Δεν ήταν ωστόσο σίγουρος τι ακριβώς ήθελε να κάνει, ίσως να πήγαινε στο Υπουργείο Εξωτερικών. 
Είπε στον πατέρα του, τον οποίον ανέμενε να θυμώσει, να στενοχωρηθεί και να πει ότι όλοι μας είχαμε ελπίδες για σένα να γίνεις οδοντογιατρός, πλην όμως ο πατέρας του τού είπε, πως «εάν αυτό είναι που θέλεις να κάνεις, τότε να το κάνεις».

Οι «φρικτοί» Έλληνες και η Μαντλίν Αλμπράιτ

Ο χρόνος της θητείας του στην Ελλάδα ήταν χρόνος χαρμολύπης. Του άρεσε που ήταν εκεί, έμαθε να ομιλεί απταίστως την Ελληνική, αλλά ως Αμερικανός ήταν αδύνατο να μη νιώθει το φόβο και την αγανάκτηση που δημιουργείτο από την τρομοκρατική Οργάνωση «17 Νοέμβρη».
Όπως είπε, ήταν κατάπληκτος με την πιθανότητα πως σπουδαίοι άνθρωποι στην Ελλάδα ήταν αναμειγμένοι όχι σε εγκλήματα εναντίον Αμερικανών μόνο, αλλά και Ελλήνων. Συγκεκριμένα, λέει πως «πίστευα τότε και το πιστεύω και τώρα πως τουλάχιστον στο τέλος της δεκαετίας του 1970 υπήρχε συνωμοσία στην οποία συμμετείχαν και ορισμένοι Έλληνες προκειμένου να προστατεύσουν άτομα τα οποία συμμετείχαν σε τρομοκρατικά χτυπήματα» και συμπληρώνει πως «τα αποδεικτικά στοιχεία ήταν περιστασιακά, αλλά για μένα ήταν πειστικά».
Ο κ. Κυριάκου αναφέρθηκε στην πρώην υπουργό Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Μαντλίν Αλμπράιτ, η οποία είχε περιγράψει τους Έλληνες λέγοντας «αυτοί οι φρικτοί άνθρωποι» και εξήγησε πως «ενοχλούσαμε την ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε μέτρα ασφαλείας στην πρεσβεία και πάντοτε έλεγαν, ‘ναι πρέπει να χτυπήσουμε την τρομοκρατία και να εντοπίσουμε την 17 Νοέμβρη’ και κατόπιν δεν γινόταν τίποτε».
Και συμπλήρωσε πως «υπήρχε μία αγανάκτηση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ πως οι Έλληνες πάντοτε μιλούσαν σωστά, αλλά ποτέ δεν γινόταν τίποτε στην πράξη, θέτοντας σε ύφεση τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις στις δεκαετίες του 1980 και 1990 σε πλαίσιο.

Αυτό έχει αλλάξει. Η 17 Νοέμβρη έχει διαλυθεί, κι αυτό οφείλεται πιο πολύ στην τύχη παρά στην ελληνική δράση». Και τόνισε πως «η νοοτροπία άλλαξε όταν ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έγινε υπουργός Δημόσιας Τάξης το 1999». 
Ο κ. Κυριάκου ξεκαθαρίζει πως δεν παίρνει το μέρος κάποιας πολιτικής παράταξης στην Ελλάδα, «αλλά τον θεωρώ ήρωα και έχω πολύ σεβασμό γι’ αυτόν. Κι όταν ο Γιώργος Παπανδρέου τον διόρισε Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, είπα πως αυτός ο άνθρωπος είναι ο πιο κατάλληλος».
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: