Της Μαρίας Ζαχαράκη
Με κρατημένη την ανάσα περιμένει σήμερα η Τουρκία τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση. Η κάλπη θα αναδείξει αν η κυβέρνηση θα λάβει και πάλι ψήφο εμπιστοσύνης από το λαό ή αν η νέα αντιπολίτευση θα «πληγώσει» καθόλου την παντοδυναμία Ερντογάν.Οι προβλέψεις είναι αμφίρροπες, με κάποιες δημοσκοπήσεις όμως να δίνουν ελαφρά υπεροχή του «ναι».
Όποιο κι αν είναι πάντως το αποτέλεσμα, σήμερα, αναμένεται να καθορίσει τις νέες πολιτικές εξελίξεις από εδώ και πέρα στη χώρα. Ήδη, οι Τούρκοι πολιτικοί συντάσσουν τη μετά-δημοψηφίσματος ατζέντα και ιεραρχούν τις προτεραιότητες της δημόσιας ζωής.
Για το κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) η πιο κρίσιμη απόφαση της μετα-δημοψηφίσματος εποχής είναι αν θα προσπαθήσει να φέρει πάλι στο προσκήνιο το θέμα της μαντίλας. Ο πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε ανοιχτά την υποστήριξη των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ώστε να επιτραπεί η μαντίλα στα δημόσια πανεπιστήμια.
Η επαναφορά του θέματος της μαντίλας βέβαια έγινε από τον ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος δήλωσε ότι αποτελεί ένα από τα θέματα που πρέπει να επιλυθούν.
Το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) βέβαια ήταν εκείνο που είχε εμποδίσει το 2008 με μία απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου να επιτραπεί η μαντίλα στην ανώτατη εκπαίδευση.
Το Κουρδικό Άνοιγμα θα είναι επίσης ένα από τα θέματα ψηλά στην ατζέντα της κυβέρνησης, συνεχίζοντας να δημιουργεί προσδοκίες ότι είναι η μόνη που μπορεί να προβεί σε βήματα στο θέμα αυτό και σέρνοντας μάλιστα αυτές τις προσδοκίες μέχρι τις εκλογές του επόμενου χρόνου, ώστε να ξανακερδίσει την κουρδική ψήφο.
Η κατάπαυση πυρός που κήρυξε το ΡΚΚ λήγει στις 20 Σεπτεμβρίου και η κυβέρνηση σχεδιάζει να χειριστεί το θέμα θεσμοθετώντας ένα νέο νόμο που προβλέπει τη σύσταση ειδικού επαγγελματικού στρατού στα σύνορα.
Παράλληλα, η κυβέρνηση θα έρθει αντιμέτωπη και με την πρόταση του κουρδικού κόμματος σχετικά με ένα νέο μοντέλο διοίκησης των κουρδικών επαρχιών.
Επίσης, τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να αποδείξει στην Ε.Ε. ότι ενδιαφέρεται ακόμη για την ενταξιακή πορεία.
Η ρητορική της όλα αυτά τα χρόνια αναλώνονταν σε κατηγορίες ότι δεν την αφήνουν να προβεί σε μεταρρυθμίσεις κι άρα να εκπληρώσει τα κριτήρια της Ε.Ε.
Με ένα «ναι» στην τσέπη από το δημοψήφισμα, όμως, θα έχει εξασφαλίσει το consensus που χρειαζόταν για αρκετές μεταρρυθμίσεις. Παράλληλα, αυτό θα την κάνει να έρθει αντιμέτωπη και με την άρνησή της για άνοιγμα των λιμανιών και των αεροδρομίων της στους Κύπριους, από τη στιγμή που οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Χριστόφια-Έρογλου δεν φτάσουν και πάλι σε κάποιο αποτέλεσμα.
Δεν αποκλείεται, επίσης, ανάλογα με τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, ο Ερντογάν να προχωρήσει ακόμη και σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης.
Η ατζέντα του CHP
Ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ήταν κι από τους πιο ενεργητικούς ηγέτες στη διάρκεια της εκστρατείας για το δημοψήφισμα, έχει -από την άλλη πλευρά- να αντιμετωπίσει τρία μεγάλα ζητήματα.
Ο νεοεκλεγείς Κιλιτσντάρογλου (μόλις τέσσερις μήνες στην «καρέκλα»), ανάλογα και με το αποτέλεσμα της κάλπης σήμερα, θα προσπαθήσει να ενδυναμώσει τη θέση του στο κόμμα, καθώς ο πρώην ηγέτης Ντενίζ Μπαϊκάλ δεν κρύβει τις φιλοδοξίες του να επανέλθει στο αξίωμα. Οι εσωκομματικές αντιπαραθέσεις δεν θα είναι επομένως αναπόφευκτες για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ωστόσο, η κύρια προτεραιότητα του CHP μετά το δημοψήφισμα θα επικεντρωθεί στη βελτίωση των σχέσεων με τα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα. Ο Κιλιτσντάρογλου θα ταξιδέψει στις Βρυξέλλες στις 15 Σεπτεμβρίου και στο Βερολίνο στις 19, όπου θα έχει συνομιλίες με τους εκπροσώπους σοσιαλιστικών κομμάτων.
Με την επανέναρξη δε, των εργασιών της Βουλής την 1η Οκτωβρίου, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επαναφέρει τη συζήτηση για το άρθρο 35 της στρατιωτικής νομοθεσίας, που αφορά τις επιχειρήσεις του στρατού, εισάγοντας πιθανότατα ένα νέο νομοσχέδιο.
Προς το «ναι» οι μειονότητες
Το νέο Σύνταγμα της χώρας, αν εγκριθεί σήμερα από τον τουρκικό λαό, θα αλλάξει αρκετά πράγματα στην Τουρκία και θα επηρεάσει το σύνολο του λαού και φυσικά και τις μειονότητες. Οι προτεινόμενες αλλαγές δεν αφορούν άμεσα βεβαίως μειονοτικά δικαιώματα, ωστόσο θα διευκολύνουν κάποιες πιθανές αποφάσεις που αφορούν τους μη-μουσουλμάνους της Τουρκίας, όπως τους Έλληνες, τους Αρμένιους και τους Εβραίους.
Οι τρεις αυτές μειονότητες διάκεινται θετικά προς τη συνταγματική αναθεώρηση και -σύμφωνα με τις ενδείξεις- σήμερα αναμένεται να ψηφίσουν «ναι» στην κάλπη, παρόλο που η γενική αίσθηση των μελών τους είναι ότι «οι αλλαγές αυτές δεν είναι αρκετές».
Είναι, ωστόσο, προς τη σωστή κατεύθυνση. Σύμφωνα με τον Αρά Κοτσουνιάν, εκδότη της αρμενικής εφημερίδας «Τζαμανάκ», που εκδίδεται στην Κωνσταντινούπολη, οι μη-μουσουλμανικές μειονότητες έχουν να κερδίσουν από τις μεταρρυθμίσεις. «Το δημοψήφισμα σημαίνει ότι επέρχονται κι άλλες αλλαγές», δηλώνει στην τουρκική εφημερίδα «Ζαμάν».
Ο Κοτσουνιάν εκτιμά ότι η τουρκο-αρμενική κοινότητα ψηφίζει με την προσδοκία ότι θα επέλθουν περαιτέρω αλλαγές.
«Τα μέλη της αρμενο-τουρκικής κοινότητας προσεγγίζουν το θέμα με μεγάλη ανυπομονησία για το θέμα της υπηκοότητας», λέει.
Οι μη μουσουλμανικές μειονότητες στην Τουρκία ήταν από την αρχή της συζήτησης υπέρ της αναθεώρησης, καθώς ελπίζουν μέσα από τη διαδικασία αυτή ότι θα αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα και ελευθερίες, αν και χρειάζονται περισσότερα βήματα.
Για τον Άρις Ναλτζί, εκδότη της τουρκο-αρμενικής εφημερίδας «Άγος», το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης είναι προσωπική υπόθεση των Αρμενίων, καθώς όταν ήταν παιδί, έπρεπε να εγκαταλείψει την Τουρκία λόγω του στρατιωτικού πραξικοπήματος το ’80. «Η μητέρα μου έπρεπε να φύγει από την Τουρκία λόγω του πραξικοπήματος, όταν εγώ ήμουν μόλις 40 ημερών.
Όταν ήρθαμε πίσω δύο χρόνια μετά, δεν γνώριζα καν τον πατέρα μου», θυμάται.
Η αρμένικη κοινότητα ήταν εκείνη που υπέστη τα περισσότερα από τις υπόλοιπες μειονότητες στο πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980 και γι’ αυτό το λόγο είναι και η πιο ένθερμη στην αλλαγή του «συντάγματος της χούντας», όπως πολλές φορές αποκαλείται το απερχόμενο Σύνταγμα.
Θα φανεί εκ του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος
ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ της 12ης Σεπτεμβρίου ήταν το τρίτο κατά σειρά πραξικόπημα στην ιστορία της Τουρκίας και το πιο αιματηρό.
Συνέβη μετά από μία περίοδο συγκρούσεων, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70, μεταξύ στρατού και πολιτών στους δρόμους της χώρας, που στοίχισαν τη ζωή σε περίπου 5 χιλιάδες ανθρώπους.
Όταν συνέβη το πραξικόπημα το 1980, ο στρατός ανακοίνωσε μέσω του οργάνου του, του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, ότι η δημοκρατία θα αποκατασταθεί.
Ωστόσο, περίπου 600 χιλιάδες άνθρωποι κρατήθηκαν στις φυλακές κατά τη διάρκεια της χούντας, περισσότεροι από 200 χιλιάδες καταδικάστηκαν, 10 χιλιάδες έχασαν την υπηκοότητά τους και 50 εκτελέστηκαν. Εκατοντάδες ή και χιλιάδες ακόμη βασανίστηκαν ή αγνοούνται.
Αυτές τις τραγωδίες προσπαθεί η κυβέρνηση Ερντογάν να θυμίσει, προκειμένου να κερδίσει την πολυπόθητη ψήφο του «ναι», αλλά δεν είναι ο μόνος.
Οι μειονότητες που επίσης μέτρησαν θύματα κατά τη διάρκεια της χούντας θεωρούν ότι είναι η ευκαιρία να αποκατασταθούν τα πράγματα. Μάταια ή όχι, η πολιτική εφαρμογή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος θα το δείξει πολύ σύντομα.
Ο Ντένις Ογιάλβο, διεθνολόγος, από την εβραϊκή κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, που μετρά περίπου 20 χιλιάδες μέλη, υποστηρίζει ότι το καλό πολλές φορές γεννιέται από την απελπισία.
Κατά την άποψή του, το πιο σημαντικό δεν είναι η ανεξαρτητοποίηση της πολιτικής από τη δικαιοσύνη, όπως διατείνεται η κυβέρνηση.
Οι πολιτικοί ηγέτες πρέπει να λάβουν υπόψη τους το λαό που τους ψήφισε.
«Σε αυτό χωλαίνουν τα κόμματα στην Τουρκία, οι νόμοι και το εκλογικό σύστημα. Τα πολιτικά κόμματα αναλώνονται στο να μη χάσουν τον απόλυτο έλεγχο των θεσμών και δεν λύνουν τα βασικά προβλήματα της χώρας.
Προσφέροντας μία συνταγματική αναθεώρηση, προκειμένου να γίνει ένα δημοψήφισμα χωρίς να λύνεται το βασικό πρόβλημα, αποτελεί μαύρο χιούμορ για μένα», εξηγεί.
«Το δικαστικο-στρατιωτικό καθεστώς απλά αντικαθίσταται από ένα άλλο κυβερνητικό καθεστώς», καταλήγει.
Η ελληνική μειονότητα
«ΔΕΝ αρκεί, αλλά ναι» πρεσβεύει αντίστοιχα και η ελληνική κοινότητα της Τουρκίας, η οποία επίσης προσδοκά ένα νέο Σύνταγμα που θα της δώσει περισσότερα ατομικά δικαιώματα και ελευθερίες.
Το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση Ερντογάν έχει κάνει κάποια βήματα προσέγγισης των μειονοτήτων, χωρίς αυτό ακόμη να έχει οδηγήσει σε βήματα ή αποφάσεις.
Ωστόσο, είναι ένα βήμα για τις μειονότητες και συνάδει με τις επιταγές της Ε.Ε., όπως θέλει να τονίζει πολύ συχνά και η ίδια η κυβέρνηση.
Για την ελληνική μειονότητα το κύριο ζήτημα αποτελεί η τακτοποίηση των περιουσιακών υποθέσεων των μελών της και η επιστροφή αρπαγμένων ή αγνώστου «πατρότητας» ακινήτων.
Σύμφωνα με την Κεζμπάν Χατεμί, δικηγόρο επί μειονοτικών υποθέσεων, οι μη-μουσουλμανικές μειονότητες δεν πρέπει να ψηφίσουν «όχι» στο νέο Σύνταγμα, γιατί ο ηγέτης της αντιπολίτευσης ήταν εκείνος που προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο για το νόμο περί Ιδρυμάτων, ένα νόμο που θα ευνοούσε τα θέματα περιουσιών των μειονοτήτων.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου